H παιδιατρική μέσα από
τη δράση της Ιατρικής Εταιρείας
Αθηνών 1835-1930

Γ. Τσουκαλάς
Π. Μέξη
Ι. Τσουκαλάς

Α' Νεογνικό Τμήμα Νοσοκομείου
Παίδων «Η Αγία Σοφία»
Υποβλήθηκε: 12/2/2003


Η ιστορία της, μετά την Εθνική παλιγγενεσία, νεώτερης Παιδιατρικής στην Ελλάδα είναι συμφυής με την ιστορία του Εθνικού μας Πανεπιστημίου, με το έργο της Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών, με τη δράση των Καθηγητών της Παιδιατρικής που λάμπρυναν την Παιδιατρική Κλινική της Ιατρικής του Σχολής, με τη δράση των μεταγενέστερων ιατρών των άλλων Παιδιατρικών ή συναφών ειδικοτήτων Κλινικών που στο μεταξύ αναπτύχθηκαν στη χώρα μας καθώς και των Σχολών Μαιών και Αδελφών Νοσοκόμων των Παιδιατρικών Νοσοκομείων της χώρας μας.
Στην Ελλάδα και ιδιαίτερα στο ρημαγμένο από τον Αγώνα, το άθλιο, ερειπωμένο και ολιγάριθμο χωριό, την Αθήνα των 12.000 κατοίκων, με τα μεγάλα προβλήματα καθαριότητας και ελλείψεως αφθόνου και καθαρού νερού, ήδη από το 1835 γίνεται μια κίνηση για τη μελέτη και την αντιμετώπιση των παιδικών νοσημάτων, δύο χρόνια πριν από την ίδρυση του πρώτου Πανεπιστημίου και ένα χρόνο πριν από το πρώτο Θέατρο.[1]
Το έτος αυτό ο Δήμαρχος Αθηναίων Ανάργυρος Πετράκης δημιουργεί το «Νηπιακόν Oρφανοτροφείον Αθηνών»,[2,3] εφαρμόζοντας την «ανοικτή περίθαλψη των εκθέτων».[4-7] Επίσης, τον ίδιο χρόνο ιδρύεται η «Ιατρική Εταιρεία Αθηνών», η οποία αντιπροσώπευε την Ιατρική Επιστήμη στη χώρα μας. Η ιδρυτική της Συνεδρία έγινε στις 5 Ιουνίου 1835 στην οικία του ιερέα του Όθωνα ¶ρνετ.[8] Η Ιατρική Εταιρεία Αθηνών (Ι.Ε.Α.) ήταν η πρώτη Επιστημονική Εταιρεία Ιατρών στην Ελλάδα. Η ιστορία της είναι ταυτόσημη με την ιστορία της Ιατρικής Επιστήμης στο Ελεύθερο Ελληνικό Κράτος και στενά συνδεδεμένη με την ιστορία του Έθνους μας. Ένας από τους Προέδρους της Εταιρείας, ο Κωνσταντίνος Μέρμηγκας, τονίζει ότι «η δράσις της Εταιρείας υπήρξε συμφυής προς την Ιατρικήν ζωήν όλης της Ελλάδος, αλλ' έτι και την υπόστασιν της Ιατρικής ημών Σχολής».[9]
Ας δούμε όμως πώς εξελίχθηκε η Παιδιατρική στη χώρα μας, από την ίδρυση της «Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών», πριν τη δημιουργία της Έδρας «Των Νοσημάτων των Παίδων»[10] (1855) και της Παιδιατρικής Κλινικής «Της των Νοσημάτων των Παίδων Κλινικής»[11] στο Εθνικό μας Πανεπιστήμιο (1878) που αποσπάστηκε από την Εσωτερική Παθολογία[12] και μέχρι την εποχή που η Παιδιατρική αναγνωρίστηκε επίσημα πλέον ως ξεχωριστή ειδικότητα (Ν. Διάταγμα της 7-8-1930 «Περί καθορισμού των ιατρικών ειδικοτήτων»). Όμως, πρέπει να τονίσουμε ότι στον Καθηγητή Αναστάσιο Ζίννη οφείλεται «η εισαγωγή της Παιδιατρικής ως ειδικότητος εις την Ελλάδα».[13]
Όλοι πρέπει να παραδεχτούμε ότι η εξέλιξη της Παιδιατρικής μέσα από τις Συνεδρίες της Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών ήταν σημαντική. Επιπλέον, για αυτό τον κλάδο της Ιατρικής δεν υστερούσε το ενδιαφέρον των Ιδρυτών Ιατρών της Εταιρείας. Συγκεκριμένα, μόλις στην τρίτη Συνεδρία της Ι.Ε.Α., στις 5 Νοεμβρίου 1835, ο Βερνάρδος Ρέζερ (Βαυαρός, Ιατρός του Βασιλέως Όθωνος) ανακοινώνει εργασία με θέμα: «Επίδειξις υδροκεφάλου διετούς παιδός».
Η παρουσίαση μελετών σχετικών με την παιδική ηλικία συνεχίζεται και στα κατοπινά χρόνια, οπότε με τη συμπλήρωση των 100 χρόνων της δράσεως της Ι.Ε.Α.: «Υπερεκατόν εγένοντο εις την Ιατρικήν Εταιρείαν παιδιατρικής φύσεως ανακοινώσεις».[14]
Αξίζει να σημειωθεί ότι τόσο οι πρώτοι Καθηγητές της «Παιδιατρικής» Αντώνιος Βιτσάρης[15,16] και Αναστάσιος Ζίννης,[17-20] όσο και οι Υφηγητές Παιδιατρικής του 19ου αιώνα ήταν δραστήρια μέλη της Ι.Ε.Α.
Στην ειδική Συνεδρία της Ι.Ε.Α. της 7ης Ιουνίου 1930 ο αείμνηστος Καθηγητής της Παιδιατρικής Κλινικής Κωνσταντίνος Β. Χωρέμης έδωσε διάλεξη με θέμα: «Η Παιδιατρική εν τη Ιατρική Εταιρεία»,[21] στην οποία στηρίζεται κυρίως η παρούσα εργασία μας.
Σύμφωνα με την «εξιστόρηση» αυτή, την εποχή εκείνη διάφορες επιδημίες μάστιζαν και κατάτρεχαν τη χώρα. Στις επιδημίες αυτές, δυστυχώς, η παιδική ηλικία είναι πάντοτε ταγμένη να πληρώνει τον κεφαλικό φόρο. Η μεγίστη θνησιμότητα που παρουσίαζε κατά τα πρώτα εκείνα χρόνια η Βρεφική και η Παιδική ηλικία στις εντερικές παθήσεις απετέλεσε επανειλημμένα αντικείμενο συζητήσεων της νεοϊδρυθείσης Εταιρείας. Τα πρώτα νοσήματα που αναφέρθηκαν στην Ι.Ε.Α., ήταν εκείνα που αφορούσαν στο γαστρεντερικό σωλήνα τα οποία, κατά γενική ομολογία, αποτέλεσαν την κυριότερη αφορμή για τη διαμόρφωση της Παιδιατρικής σε ξεχωριστό κλάδο της Ιατρικής.
Έτσι, από τα πρώτα μελήματα της Εταιρείας ήταν η εκπόνηση εργασίας σχετικής με το πρόβλημα και τα μέσα καταπολέμησης των γαστρεντερικών νοσημάτων. Αξίζει να αναφερθεί ότι το πρώτο θέμα που προκήρυξε η Εταιρεία σε διαγωνισμό αφορούσε σε κεφάλαιο της Παιδιατρικής και ειδικότερα στο θέμα των παθήσεων του γαστρεντερικού σωλήνα. Oλόκληρη η Συνεδρίαση, στις 29-9-1839, αφιερώθηκε στη συζήτηση του θέματος του διαγωνισμού. Στην επόμενη Συνεδρίαση, με πρόταση του Ιωάννου Κλάδου, αποφασίστηκε ο διαγωνισμός να περιοριστεί μόνο μεταξύ των ιατρών της ελεύθερης Ελλάδας. Παράλληλα, καθορίστηκε ρητά το θέμα του διαγωνισμού: «Περί παίδων διαρροίας επιπολαζούσης ενδημικώς εν Ελλάδι εις τα δύο πρώτα έτη της ζωής αυτών». Επίσης, ορίστηκε και εισηγητής ο καθηγητής Ιωάννης Βούρος.
Μεγάλα ονόματα της Ιατρικής της εποχής εκείνης στη χώρα μας ανακοίνωσαν διατριβές με θέμα κυρίως τα νοσήματα του γαστρεντερικού σωλήνα ή άλλα συναφή θέματα. Συγκεκριμένα: O Βερνάρδος Ρέζερ, στη Συνεδρία της 20-7-1843, αναφέρει ότι πολλά βρέφη παρουσίαζαν διάρροια που είχε διαλείποντα χαρακτήρα. O Καθηγητής Νικόλαος Κωστής, στις 26-7-1843, ανακοινώνει περιστατικό με «διάρροια γαστροχολερικής μορφής», ενώ στις 23-10-1846 πολλά από τα μέλη της Εταιρείας αναφέρουν ότι στην πόλη επικρατεί επιδημία δυσεντερίας. O Καθηγητής Θεόδωρος Αφεντούλης δημοσίευσε το 1857 μονογραφία: «Περί δυσεντεροειδούς διαρροίας». Σύμφωνα με τις συνθήκες που επικρατούσαν στην Αθήνα κατά την περίοδο εκείνη, ο Θ. Αφεντούλης περιγράφει στη μονογραφία του:
«Μετά διάρκειαν δε ολίγων ωρών ενίοτε δε μετά τας πρώτας ώρας της νόσου επήρχετο έμετος βίαιος και ορμητικός, άσβεστος δίψα ψυχρών ποτών και πυρετός υψηλός, ενώ εκοιλαίνοντο οι οφθαλμοί και αι δυνάμεις κατέπιπτον προφανώς συντηκομένου του σώματος. Τα άκρα εγένοντο ψυχρά και ο θάνατος δεν εβράδυνε να παρακολουθήση περατώνων την θλιβεράν ταύτην του οργανισμού τρικυμίαν δια παραλύσεως των εντέρων και εξαντλήσεως του οργανισμού».
Το 1858 ο Α. Βιτσάρης ανακοινώνει: «Περί διαρροίας, επίσης δυσεντερίας και γαστρικών πυρετών».[22] Στη συνέχεια, τα Πρακτικά συμπεριλαμβάνουν τα ακόλουθα: O Ιωάννης Δεκαβάλλας, στη Συνεδρία της 1-10-1860, υπέβαλε διατριβή: «Περί της επικρατησάσης εν Ελλάδι κατά το θέρος διαρροίας των βρεφών». Το 1879 (Συνεδρία της 23-2-1879) ο Αναστάσιος Ζίννης επιδεικνύει στην Εταιρεία δύο παιδιά του Δημοτικού Βρεφοκομείου, τα οποία λόγω κακής διατροφής «περιέπεσαν εις μεγάλην ατροφίαν», που, όμως, ανέκτησαν τις δυνάμεις τους με τη χορήγηση «γαλακτούχου αλεύρου», το οποίο προμηθευόταν απ' ευθείας από την «Εσπερίαν».[23] O Γεώργιος Τροχάνης Υφηγητής της Παθολογίας των Παίδων στη Συνεδρία της 19-11-1897 ομιλεί: «Περί θεραπείας της διαρροίας των παίδων», ενώ στη Συνεδρία της 19-11-1898 ομιλεί: «Περί της διαρροίας των παίδων», την οποία διαιρεί σε απλή και παρασιτική. Και στις δύο μορφές παρατήρησε ότι χορηγώντας καλόμελι (χλωριούχο υφυδράργυρο) με ταννική κινίνη σε ίσα μέρη είχε γρήγορα θεραπευτική ανταπόκριση. Η συνήθης δόση για παιδιά κάτω των δύο ή τριών ετών ήταν τέσσαρες κόκκοι. Επίσης, παρατήρησε ότι υπήρχε ευνοϊκή επενέργεια του καμπεχιανού ξύλου[24] στη διάρροια των βρεφών.
Από τα Λοιμώδη Νοσήματα η Διφθερίτιδα ήταν το συνηθέστερο θέμα συζήτησης και έρευνας για τους ιατρούς της εποχής εκείνης. Ενδεικτικά, πάντα σύμφωνα με τα Πρακτικά της Ι.Ε.Α., στη Συνεδρίαση της 5-1-1838 ο Βερνάδρος Ρέζερ αναφέρει περίπτωση υμενογόνου κυνάγχης (όπως αποκαλούσε τη διφθερίτιδα). To 1848, στο Ληξούρι και στο Αργοστόλι της Κεφαλονιάς γίνονται οι πρώτες παρατηρήσεις κρουσμάτων διφθερίτιδος, από τον αοίδιμο Καθηγητή της Κλινικής Χαράλαμπο Πρετεντέρη-Τυπάλδο. Η πρώτη επιδημία διφθερίτιδας αναπτύχθηκε το 1850 στη Θηναία της Κεφαλονιάς και μελετήθηκε πάλι από τον ίδιο Καθηγητή. Το 1856, ο Χρήστος Αχελωΐδης ανέφερε περίπτωση λαρυγγικής διφθερίτιδος (croup). Το 1864, ο Θεόδωρος Αρεταίος ανακοινώνει την πρώτη επιτυχή τραχειοτομία στη νεώτερη Ελλάδα σε παιδί με υμενογόνο διφθερίτιδα.
Στις συζητήσεις για τη διφθερίτιδα λαμβάνουν μέρος λαμπρά ονόματα της εποχής, όπως ο Χειρουργός Δρ. Γεώργιος Συμβουλίδης (Έλληνας από την Τραπεζούντα και Αρχίατρος του Ρωσικού Στρατού), που το 1862 έστειλε εργασία στα γαλλικά με θέμα: «Τρεις περιπτώσεις λαρυγγικής διφθερίτιδος προς θεραπείαν της οποίας εφηρμόσθη η τραχειοτομία», με την οποία συνιστούσε την τραχειοτομία και προέτρεπε τους συναδέλφους του να επιμένουν προς τους γονείς, προκειμένου να συγκατατεθούν, ώστε να τραχειοτομούνται τα παιδιά τους, αφού μόνο με τον τρόπο αυτό θα γλιτώσουν τη ζωή τους από την ασφυξία.[25] Τον χειμώνα του 1869-1870 η διφθερίτιδα λαμβάνει επιδημικό χαρακτήρα και γίνονται ανακοινώσεις στην Εταιρεία από πολλά μέλη της. O επιδημικός χαρακτήρας της νόσου εξακολούθησε να υφίσταται και στα επόμενα χρόνια. Την έκταση του προβλήματος, αλλά και τους περί αυτού προβληματισμούς, μας μεταφέρουν τα Πρακτικά της Ι.Ε.Α. Στη Συνεδρίαση της 10-12-1873 ο Καθηγητής Μιχαήλ Χατζημιχάλης ανακοίνωσε τις παρατηρήσεις του για τον κακοήθη χαρακτήρα των κρουσμάτων διφθερίτιδος. Στη Συνεδρίαση της 16-2-1874 ο ίδιος εισηγητής ανακοινώνει: «Περιπτώσεις αιφνιδίων θανάτων, συνεπεία εκφυλίσεως της καρδίας εκ της διφθερίτιδος». Στην πρώτη Συνεδρίαση του 1880, ο Γεώργιος Α. Μακκάς υπέβαλε λεπτομερή στατιστική: «Περί των εν Αθήναις εκ διφθερίτιδος αποβιωσάντων παίδων από του έτους 1864 μέχρι του 1879». Η μελέτη αυτή αποτελεί την πρώτη επιστημονική Επιδημιολογική Στατιστική που έγινε στην Ελλάδα.
Μεταξύ των άλλων που ασχολήθηκαν με τη διφθερίτιδα κατά τα έτη 1864 -1879 συμπεριλαμβάνονται οι καθηγητές της Ιατρικής Σχολής Αντώνιος Βιτσάρης, Γεώργιος Βάφας, Δημήτριος Χασιώτης, Ιωάννης Πύρλας, Ιούλιος Γαλβάνης, Δημήτριος Κατερινόπουλος και Γεώργιος Καραμήτσας.
Επιπλέον, αναφέρονται πολλοί άλλοι μελετητές, όπως οι Υφηγητές της Παιδιατρικής Γεώργιος Παπαβασιλείου, Κων. Παπαγιάννης, Γεώργιος Τροχάνης και Δούκας Δημητριάδης, Υφηγητής της Παθολογίας των Παίδων, που άρχισε πρώτος στη χώρα μας, το 1895, την αντιδιφθεριτική οροθεραπεία,[26] δύο μόλις χρόνια μετά την ανακάλυψή της από τους Behring και Wernicke, «προς διάσωσιν των διφθεριώντων ορφανών».[27] Την ανακοίνωση αυτή οι υπόλοιποι ιατροί την δέχθηκαν με μεγάλη επιφύλαξη.
Επίσης, με το θέμα ασχολήθηκε ο Υφηγητής Χρήστος Μαλανδρίνος, ο οποίος στη Συνεδρίαση της 18ης Ιανουαρίου 1897 ανακοινώνει την πρώτη διασωλήνωση της τραχείας στην Ελλάδα, επέμβαση που έγινε από τον ίδιο σε έναν «παίδα» με σπασμωδική λαρυγγίτιδα, ενώ λίγο αργότερα ομιλεί για τις ενδείξεις της εφαρμογής και των αποτελεσμάτων της διασωλήνωσης σε αντιπαραβολή με την τραχειοτομία. Τον κατάλογο συμπληρώνει ο Υφηγητής Αλκιβιάδης Παπαπαναγιώτου (Συνεδρίαση Ι.Ε.Α. 8-6-1896, 11-8-1897), ο οποίος τάσσεται κατ' αρχήν υπέρ της οροθεραπείας, σε κάθε περίπτωση που απομονώνεται το βακτηρίδιο του Lüeffler, άποψη με την οποία συμφωνούν ο Γεώργιος Παπαβασιλείου και ο Γρηγόριος Γρηγοράκης (Υφηγητές Παιδιατρικής), ενώ στο ζήτημα της διασωλήνωσης φρονεί ότι αυτή δεν μπορεί να αντικαταστήσει την τραχειοτομία και ότι κάθε μια από τις περιπτώσεις έχει τις δικές της ενδείξεις.
Στις αρχές του 1897 (16-1-1897), ο Νικόλαος Πεζόπουλος ανακοίνωσε ότι «την επομένη της ενέσεως διφθεριτικού ορού η καλλιέργεια ρινικού εκκρίματος για Lüeffler απέβη αρνητική». Τέλος, λίγο αργότερα, ο Γεώργιος Παμπούκης κάνει ανακοίνωση σχετικά με τον τρόπο δράσης του ορού, ενώ στη συνέχεια ο Γ. Παπαβασιλείου αναφέρει δύο θανάτους μετά από οροθεραπεία στο Βρεφοκομείο Αθηνών (8-6-1896) και ένα περιστατικό διφθερίτιδος μετά «τελείας ανουρίας» (15-2-1898). Στις 6-11-1897 ο Κων. Παπαγιάννης υπέβαλε ανακοίνωση με τον εξής τίτλο: «O αντιδιφθεριτικός ορός από της εφαρμογής του μέχρι σήμερον». Σύμφωνα με την ανακοίνωση αυτή, η θεραπεία της διφθερίτιδας με αντιδιφθεριτικό ορό πλεονεκτεί έναντι οποιασδήποτε άλλης θεραπείας. Στη συνέχεια της ίδιας Συνεδρίασης, ο Κων. Παπαγιάννης αναφέρθηκε: «Περί της ορονοσίας και των συμπτωμάτων της».
Πάντως και τα άλλα λοιμώδη και παρασιτικά νοσήματα απασχόλησαν τους ιατρούς της εποχής. Σύμφωνα δε με τα Πρακτικά της Ι.Ε.Α., ο περί των «Λοιμωδών Νοσημάτων» προβληματισμός υπήρξε έντονος και μακροχρόνιος.
Έτσι, οι σχετικές αναφορές στα Πρακτικά για την Oστρακιά μάς πληροφορούν ότι: Στη Συνεδρίαση της 5-6-1835 ο Ερρίκος Treimber αναφέρει περίπτωση οστρακιάς. Στην οστρακιά αναφέρονται το 1838 ο Ι. Βούρος και το 1841 ο Ν. Κωστής. Το 1862 υπάρχει επιδημία της νόσου και το 1869 περιγράφεται η μεγαλύτερη επιδημία οστρακιάς στα Μέγαρα. Το 1876 ο Α. Ζίννης: «Ανακοινοί περιπτώσεις οστρακιάς (υπήρχεν μεγάλη επιδημία της νόσου), εις τας οποίας υπάρχει ισχυροτάτη η κατά τον λαιμόν πάθησις, ουδΥ ίχνος όμως εξανθήματος ουχΥ ήττον όμως και από των πρώτων έτι ημερών δεν ελλείπει η εύρεσις λευκώματος εν τω ούρω». Σε Συνεδρίαση του 1896 ο Κων. Παπαγιάννης αναφέρει περίπτωση οστρακιάς μετά διπλής εξανθήσεως. Στη Συνεδρίαση της 5-11-1896 αναφέρονται επιδημίες οστρακιάς στην πόλη των Αθηνών. Στη Συνεδρίαση της 10-12-1897 ο Αλκ. Παπαπαναγιώτου έκανε ανακοίνωση: «Περί των επιπλοκών της οστρακιάς, (οστρακιώδης νεφρίτις, οστρακιώδης ψευδοαρθρίτις, αδενίτις διπλή μη διαποιηθείσα και λοιπά)».
¶ξια μνείας, όμως, είναι και η ανακοίνωση του Κ. Μαυρογιάννη το 1842, η πρώτη σε παγκόσμιο επίπεδο, περί υπάρξεως και άλλης εξανθηματικής νόσου, της ψευδο-οστρακιάς, όπως ο ίδιος την αποκαλούσε, που διατυπώθηκε 40 χρόνια πριν ο Ρώσος παιδίατρος Filatow (1885)28 και ο ¶γγλος Charles Duces περιγράψουν την καλουμένη Τετάρτη Εξανθηματική Νόσο ή "Rubeola Scarlatinosa", το σημερινό αποκαλούμενο «Αιφνίδιο Εξάνθημα».[29]
Όσον αφορά στην ιλαρά, ο Ε. Τreimber αναφέρει περιστατικά ιλαράς κατά τα έτη 1842, 1846 και 1850. Στη Συνεδρίαση της 11-3-1894 ο Γεώργιος Παπαβασιλείου ανακοινοί: «Περίπτωσιν κακοήθους ιλαράς μετά αιματουρίας», ενώ στη Συνεδρίαση της 26-2-1898 ο Δούκας Δημητριάδης αναφέρεται σε μία «Περίπτωσιν συμμετρικής γαγγραίνης της κόγχης αμφοτέρων των ώτων, αναπτυχθείσης επί πάσχοντος εξ ιλαράς».
Στη Συνεδρίαση της 5-3-1848 ο Ν. Κωστής σημειώνει ότι «O σπασμωδικός βήξ» άρχισε πάλι να γίνεται επίφοβος στην πόλη των Αθηνών, και το 1849 ο Ρέζερ προτείνει ως θέμα διαγωνισμού το: «Περί κοκκύτιδος βηχός».
Το 1835 το Καλα-αζάρ διαχωρίζεται, από τον Ρέζερ και αποτελεί πλέον ξεχωριστή νοσολογική οντότητα από την ελονοσία και τα νοσήματα του αίματος. Συγκεκριμένα, σε Συνεδρίαση του 1835 ο Ρέζερ παρατηρεί ότι «μέγα μέρος» των βρεφών των Σπετσών πάσχει από διόγκωση του σπληνός, χωρίς αυτό να οφείλεται στην ελονοσία. Το 1882 ο Νικ. Λαμπαδάριος ανακοίνωσε περίπτωση ομοιάζουσα με το «Τσανάκι της Ύδρας»,30 σε παιδί που κατοικούσε κοντά στο μνημείο του Φιλοπάππου. Το 1882 ο Λουκάς Μπέλλος ανακοίνωσε ότι στη Θήβα παρατηρούνται παρόμοια περιστατικά, που τα ονόμαζαν ελώδεις καχεξίες, αμφισβητεί, όμως, τη νομή ως παθογνωμονικό σημείο της νόσου. Το 1887 ο Γεωργ. Καραμήτσας αποστέλλει στον Ρήγα Νικολαΐδη: «ήπαρ και σπλήνα παιδός θανόντος εκ καλα-αζάρ». Στη Συνεδρίαση της 21-11-1887 ο Ρήγας Νικολαΐδης ανακοίνωσε την πρώτη ιστολογική εξέταση σπλάγχνων παιδιού που πέθανε από καλα-αζάρ. Πρώτος ο καθηγητής Χρήστος Μαλανδρίνος, το 1909, βεβαίωσε κλινικά την ύπαρξη στην Ελλάδα του παιδικού μέλανος πυρετού, δηλαδή του Kala-Azar.
Στη Συνεδρία της 5-3-1911 ο Γ.Ν. Μακκάς ομιλεί: «Αι ανατομικαί και ιστολογικαί αλλοιώσεις του πόνου», ενώ στη Συνεδρία της 28-5-1911 ομιλεί για: «Νέα διαγνωστική μέθοδος του Καλα-αζάρ κατά την μέθοδο του Wassermann». Το 1914 γίνεται ανακοίνωση των καθηγητών Αναστασίου Αραβαντινού και Νικολάου Μιχαηλίδου: «Περί του παιδικού καλα-αζάρ εν Ύδρα». Το 1914, η μονογραφία του Α. Αραβαντινού: «Περί καλα-αζάρ» αποσπά το βραβείο του Συμβουλιδείου Διαγωνίσματος.
Ήδη από το 1868 ο Α. Ζίννης ομιλεί για την Ελονοσία (10-10-1868, 16-11-1868, 21-3-1870, 18-4-1870, 20-4-1870, 3-3-1884). Το 1899 ο Υφηγητής Γρηγ. Γρηγοράκος υπέβαλε έκθεση: «Περί της νοσηρότητος εν τω Oρφανοτροφείω Χατζηκώνστα, εξ ής καταφαίνεται ότι από 1/2/1888 μέχρι του 1889 ενόσησαν εν αύτω 114 εν όλω παίδες, εξ ων οι 84 εξ ελειογενών πυρετών». Στη Συνεδρία της 19-10-1896 ο Γ. Παπαβασιλείου ομιλεί: «Περί κακοήθους ελειογενούς πυρετού υπό μορφήν εγκεφαλικής συμφορήσεως». Στη Συνεδρία του Απριλίου του 1899 ο Ιωάννης Καρδαμάτης ανακοινοί: «Περί επωάσεως του ελοπλασμωδίου» και «Oξεία ελώδης καχεξία βαρυτάτης μορφής». O Ι. Καρδαμάτης (Επιμελητής της Παιδιατρικής Κλινικής του Πανεπιστημίου) σε συνεργασία με τον επιτηρητή της Έδρας της Παιδιατρικής Κλινικής Καθηγητή Ν. Πεζόπουλο είναι ο πρώτος που ασχολήθηκε συστηματικά με το πρόβλημα της ελονοσίας στη νεώτερη ιστορία της Ιατρικής στη χώρα μας.[31]
Το 1835, ο Ιωάννης Κλάδος είχε παρατηρήσει ότι, εάν γίνει επιτυχής δαμαλισμός σε κάποιο σημείο του σώματος, εμφανίζεται φλύκταινα και στο σημείο που είχε προηγηθεί ανεπιτυχής δαμαλισμός. Πολλές δεκαετίες αργότερα, ο Pirquet περιγράφει τα φαινόμενα της αλλεργίας και έγινε φανερό ότι αυτό που είχε παρατηρήσει ο Ι. Κλάδος, το οποίο στην εποχή του αποτελούσε περίεργο φαινόμενο, ήταν στην πραγματικότητα φαινόμενο αλλεργικής αντίδρασης. Στη Συνεδρίαση της 9-12-1836 ο Ν. Κωστής παρουσιάζει: «Περίπτωσιν ευλογίας παρατηρηθείσης επί αρτιγεννήτου βρέφους, όπερ εσπαργανώθη μετά σπαργάνων του προ έτους προσβληθέντος εκ της νόσου νηπίου». Στη Συνεδρία της 20-6-1895 ο Γ. Παπαβασιλείου ομιλεί για: «Επιδημία Ευλογίας».
Για τη φυματίωση ομιλούν ο Α. Βιτσάρης το 1858: «Περί διαγνώσεως της φυματιώδους μηνιγγίτιδος παρά τοις παισί»[32] και: «Μηνιγγίτις κοκκώδης ή φυματιώδης»[33] και το 1861: «Περί εντερομεσεντερικής φυματιώσεως των Παίδων».[34] O Α. Ζίννης στις 22-5-1871: «Ανακοινοί περίπτωσιν μεσεντερικής φυματιώσεως εις παιδίον 18 μηνών. Επεφυλάξατο ως αναφέρη και αύθις τας παρατηρηθησομένας μεταβολάς και την έκβασιν», το 1884: «Ανακοινοί περίπτωσιν φυματιώσεως των βρογχικών αδένων επί εξαετούς κορασίου, όπερ εντός αυτής φέρει και βρογχιολικήν φυματίωσιν», στις 3-3-1884: «¶λλην περίπτωσιν φθίσεως των βρογχικών αδένων (Phtisie ganglionaire) εις εξαετές παιδίον και στις 28-4-1884: «Επιδεικνύει το πάσχον βρογχικήν των αδένων φθίσιν παιδίον, περί ου ωμίλησεν εις την προηγουμένην συνεδρία».
Αλλά και άλλα Λοιμώδη Νοσήματα αναφέρονται στα Πρακτικά της Ι.Ε.Α., όπως ο Γ. Παπαβασιλείου ανακοινοί: «Περίπτωσις σταφυλοκοκκώσεως. Καθολική μόλυνσις Π Θάνατος» (4-12-1897), ο Ι. Καρδαμάτης: «Γαστροπάθεια συφιλιδική» (1904) και ο Γ.Ν. Μακκάς: «Ιικτεροαιμορραγική σπειροχαίτωση» (1919), «Η αιμορραγική διάθεσις επί του κοιλιακού τύφου»[35] (1927) και «Αι δύο εξασθενήσεις του Δαγγείου πυρετού. Δάγγειος και φυματική αλλεργία. Θερμοκρασία και θνησιμότης εκ Δαγγείου»[36] (1928).
Αναφορές για τα νοσήματα του αναπνευστικού συστήματος των παιδιών έχουμε, κυρίως, από τον Γεώργιο Α. Μακκά, ο οποίος στη Συνεδρία της 10-3-1860 ανακοινώνει δύο θανάτους μεταϊλαρικής πνευμονίας, ενώ στις 20-10-1865 ο Α. Ζίννης: «Oμιλεί περί σπασμού της γλωττίδος επί οκταμήνου βρέφους», στις 23-11-1865 αναφέρει: «σπασμόν της γλωττίδος εις άλλον 10 μηνών», κ.ά. (16-10-1868, 5-10-1885). Ακόμη, στα νοσήματα του αναπνευστικού συστήματος επικεντρώνονται οι ιατροί Αντώνιος Βιτσάρης (1858),[37] Γρηγόριος Γρηγοράκης και Νικ. Λαμπαδάριος ο οποίος το 1884 περιγράφει: «Περίπτωσιν ασθενούς παιδός παθόντος εξ εμφυσήματος κατόπιν βρογχοπνευμονίας». Τέλος, στη Συνεδρίαση της 11-2-1898 ο Κ. Παπαγιάννης ομιλεί για τον «Τρόπον εξαγωγής πτυέλων εν τη παιδική ηλικία».
Τα νοσήματα του νευρικού συστήματος δεν ήταν δυνατό να μην απασχολήσουν την ομήγυρη των ιατρών της εποχής εκείνης. Πάλι ο Α. Ζίννης πρωταγωνιστεί στις σχετικές ανακοινώσεις ενώ, πριν από αυτόν, οι Ι. Βούρος, Ν. Κωστής και Α. Βιτσάρης είχαν κάνει σχετικές ανακοινώσεις. Σύμφωνα με τα Πρακτικά της Ι.Ε.Α. γνωρίζουμε ότι το 1841 ο Ι. Βούρος «ανακοινοί εγκεφαλίτιδα εις επταετή νεάνιδα», στη Συνεδρίαση της 13-2-1841 ο Ν. Κωστής παρουσιάζει: «ενδεκαέτιδα νεάνιδα πάσχουσαν εκ χορείας του Αγίου Βήτου», στις 23-5-1859 ο Α. Βιτσάρης ομιλεί: «Περί γαστρομηνιγγίτιδος εις πέντε παιδία, ων τα τέσσερα απεβίωσαν». Ακολουθεί συζήτηση μεταξύ Α. Βιτσάρη, Α. Ζίννη, Θ. Αρεταίου. Τότε, ο Α. Ζίννης κατέκρινε την μνησθείσαν επωνυμίαν.[38] Στη Συνεδρίαση της 10-7-1860 ο Lindermeyer ομιλεί: «Περί νωτιαίας παραλύσεως των παίδων». Στη Συνεδρίαση της 31-3-1869 ο Α. Ζίννης «Oμιλεί περί εγκεφαλονωτιαίας μηνιγγίτιδος, παρετήρησε και αυτός τον πάσχοντα κατεχόμενον υπό γενικού τρόμου», και στη Συνεδρίαση της 24-4-1869 «Ανακοινοί περιστατικόν τετραμήνου βρέφους με φαινόμενα εγκεφαλονωτιαίας μηνιγγίτιδος». Στις 29-9-1880 ο Κανέλλης αναφέρει: «υστερικήν νεύρωσιν του λάρυγγος επί δεκατετραετούς κορασίου». Στη Συνεδρίαση της 10-9-1884 ο Νικ. Λαμπαδάριος ομιλεί: «Περί σπαστικής παραπληγίας επί εννεαετούς παιδός». Στις 10-9-1884 ο Γρ. Γρηγοράκης «ανακοινοί ότι είδε κοράσιον δεκαετές καταληφθέν υπό υστερικών παροξυσμών, μήπω έτι εμφανείσαν την έμμηνον αυτού ρύσιν». Στη Συνεδρίαση της 15-6-1896 ο Γ. Παπαβασιλείου ομιλεί: «Περί μηνιγγισμού». Στη Συνεδρίαση της 8-3-1897 ο Κων. Παπαγιάννης ανακοινοί: «Περίπτωσιν παρεγκεφαλοκήλης σταλείσα υπό του ιατρού Μερτικοπούλου εκ Κιάτου» και τέλος σε Συνεδρία της Ι.Ε.Α. οι Γεώργιος Ν. Μακκάς και ο Σόλωνας Βέρας ομιλούν για: «Δευτεροπαθείς γριππώδεις εγκεφαλίτιδες».[39]
Με τα νοσήματα του κυκλοφορικού συστήματος ασχολούνται ο Αν. Ζίννης ο οποίος στις 21-5-1858: «Ανακοινοί χορήγησιν κινίνης εις ασθενή πάσχοντα υπό ύδρωπος ένεκα καρδιακού νοσήματος. επελθούσης τούτω διαρροίας αφθόνου, το υγρόν ηλαττώθη μεγάλως», στις 9-3-1885: «Ανακοινοί περίπτωσιν πυώδους περικαρδίτιδος παρά παιδίω πάσχοντι εκ βρογχοπνευμονίας και θανόντι εν συγκοπή παρ' ω η διάγνωσις δεν εγένετο εν ζωή, μη εξετασθείσης της καρδίας» και στις 5-10-1885 τονίζει: «ότι οξέα λοιμώδη νοσήματα της καρδίας εις τα παιδία σπανίως αναφέρονται», και ο Α. Βιτσάρης που το 1859 παρουσιάζει την εργασία: «Εξώφθαλμος βρογχοκήλη μετ' οργανικής αλλοιώσεως της καρδίας».[40]
Τα νοσήματα θρέψεως απασχολούν τον Α. Βιτσάρη, ο οποίος στη Συνεδρίαση της 14-6-1858 κάνει επίδειξη «πελαγριώντος», ενώ το 1861 ομιλεί: «Περί ραχίτιδος»,[41] και τον Α. Ζίννη ο οποίος κάνει πολλαπλές ανακοινώσεις, όπως στις 8-10-1871: «Ανακοινοί ότι παιδίον ηλικίας μηνών 18, απογαλακτισθέν, και κακώς τρεφόμενον, φαινόμενα δυσπεψίας προ 6 μηνών επήλθον, μετά κενώσεων 2-3 καθ' εκάστην υγρών, ολίγου πυρετού και ισχνάσεως μεγάλης. Η κοιλία αυτού ήτο μετέωρος...». Το 1879: «Επιδεικνύει εις την Εταιρείαν δύο παιδία εκ του Νηπιατροφείου, άτινα, ένεκεν κακής τροφής περιέπεσαν εις μεγάλην ατροφίαν, ανέκτησαν όμως τας εαυτών δυνάμεις διά γαλακτούχου αλεύρου». Στις 23-2-1879: «Oμιλεί περί ατροφικού βρέφους και θεραπείας αυτού διά γάλακτος και αλεύρου ορύζης». Το 1882: «Ανακοινοί ότι εις πολλάς χρονίας ατροφίας παρατηρείται εν τω στόματι νομή». Στις 9-2-1885: «Αναγιγνώσκει διατριβήν του περί του χρονίου εντερικού κατάρρου των παίδων και της θεραπείας αυτών». Στις 5-10-1885: «Αναγιγνώσκει περισπούδαστον και αξιόλογον διατριβήν περί του χρονίου κατάρρου των παίδων και της θεραπείας αυτών». Το 1928 ο Υφηγητής Κ. Χωρέμης μελετά και παρουσιάζει στη συνέχεια «εις την Ιατρικήν Εταιρείαν Αθηνών μελέτην εν συνεργασία με τον Α. Ε. Τασκαλώτον: Έρευναι επί των βιταμινών των εν Ελλάδι τροφών, Α'. Αι βιταμίναι εις το γάλα των Αθηνών».[42]
Από το 1929 και μέχρι το 1935 ο Υφηγητής της Παιδιατρικής Κ. Χωρέμης εφαρμόζει στο Βρεφοκομείο το σύστημα της ομαδικής τεχνητής διατροφής των βρεφών.[43] Κατά ορισμένους ερευνητές, το σύστημα αυτό της μικτής τεχνητής διατροφής των βρεφών είχε παταγώδη αποτυχία.[44] Για το ανωτέρω θέμα υπήρξε έντονη διαμάχη μεταξύ του Κ. Χωρέμη και των επικριτών του (Απόστολος Δοξιάδης, Κωνστ. Μητρόπουλος, Αρ. Κωστούλας, Ε. Παπαφράγκος, Σ. Παϊζάνης κ.ά.), τόσο σε Συνεδρία της Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών (16-5-1936) όσο και σε Συνεδρία της Ελληνικής Παιδιατρικής Εταιρείας (22-5-1936).
Με τα Νοσήματα των νεογνών ασχολούνται οι εξής: ο Ν. Κωστής το 1843 «ανακοινοί περίπτωσιν τετάνου των νεογνών», ο Α. Βιτσάρης το 1858 ομιλεί: «Περί οιδήματος των νεογνών»[45] και ο Αν. Ζίννης ο οποίος στις 5-6-1864: «Ανακοινοί ότι παρετήρησεν εις νεογόν αιμορραγίαν εκ του αιδοίου και διόγκωσιν των μαστών ήτις παρήλθε μετά τέσσαρας ημέρας», όπως και στις 27-4-1869: «Ανέφερε περίπτωσιν αιμορραγίας από του κόλπου εις νεογνόν». Στις 20-4-1865: «Αναφέρει περίπτωσιν τετάνου των νεογνών ον χαρακτηριστικώτατα περιγράφει: «Το βρέφος ανεπτύσσετο μέχρις της ογδόης ημέρας καλώς. Την ογδόην παρουσίασε τρισμόν και ηδυνάτει να θηλάση ελκυομένου δε του γενείου προς τα κάτω μόλις κατώρθωνε να εισαγάγη τις ολίγον γάλα διά του κοχλιαρίου εις το στόμα αυτού. Oυδαμού αλλού του σώματος υπήρχε σύσπασις. Παρηγγέλθησαν λουτρά διά χαμαιμήλου και βδέλλαι. Την εσπέραν της αυτής ημέρας πλην των τρισμών επήλθε γενική σύσπασις κατά τον αυχένα και συνολκή των άνω και κάτω άκρων», κάτι που επαναλαμβάνεται στις 23-11-1865. Στις 15-3-1869: «Ανακοινοί περίπτωσιν ειλεού εις νεογνόν 9 ημερών και απολήξασα εις ίασιν». Στις 24-3-1869: «Αναφέρει περί φλυκταινώδους εξανθήματος των νεογνών». Στις 10-4-1870: «Ανακοινοί περίπτωσιν σκληρού οιδήματος ιαθέντος διά μαλάξεως και χλιαρών λουτρών εκ χαμαιμήλου». Στις 18-4-1870: «Περί αποβολής μέρους του μηκωνίου δι' εμέτου».[46] Στις 20-3-1880 ο Α. Ζίννης ανακοινοί: «26 περιπτώσεις κεφαλαιματώματος εις ας πάντοτε επήλθεν ίασις». Το 1926 ο Επιμελητής της Παιδιατρικής Κλινικής Νικόλαος Σπυρόπουλος αναφέρεται σε: «Παρατηρήσεις επί δύο περιπτώσεων κληρονομικής συφιλίδος».
Φυσικά οι συγγενείς διαμαρτίες περί τη διάπλαση, ακόμη και σπάνια περιστατικά ή περιπτώσεις, δεν ήταν δυνατό να ξεφύγουν της προσοχής των ιατρών αυτών, ήδη από το 1835. Συγκεκριμένα, στην 1η Συνεδρίαση της Ιατρικής Εταιρείας το 1835 παρουσιάζονται: «3 παιδία πάσχοντα εξ υδροκεφάλου». Στη Συνεδρίαση της 5-3-1836 ο Ε. Treimber παρουσιάζει «λαγώχειλον». Στη Συνεδρίαση της 5-5-1839 ο Ι. Βούρος παρουσιάζει «υδροκέφαλον». Στις 5-9-1846 ο Αναστάσιος Γούδας ανακοινοί: «3 οξείς υδροκεφάλους εξ ων ο εις ιάθη δι' υδροθειικού καλίου». Την 25-3-1856 ο Ευστράτιος Ξύδης αναφέρει: «τρεις λαγωχείλους εξ ων, το εν μετά λυκο-στόματος, το δεύτερον απλούν λαγώχειλον, το δε τρίτον μετ' ατελούς διαιρέσεως της φατνιακής προβολής. Το πρώτον ενεγχείρησε κατά την μέθοδον του Sedilloti». Στη Συνεδρία της 1-7-1857 ο Α. Βιτσάρης ανακοινοί: «Συγγενής υδρόρραχις ιαθείσα δια των δυνάμεων μόνον της φύσεως».[47] Στη Συνεδρίαση της 29-4-1861 ο Περικλής Σούτσος αναφέρει: «ενδιαφέρουσα περίπτωσιν συγγενούς ατρησίας του ορθού επί βρέφους, όπερ επέζησε της καταστάσεως ταύτης επί εξ ημέρας». Στη Συνεδρίαση της 5-5-1870 ο Γεώργιος Καραμήτσας ανακοινοί: «ατρησίαν της ρινός και των μυκτήρων εις παιδίον άγον το δεύτερον έτος της ηλικίας». Στη Συνεδρίαση της 14-3-1887 ο Καλλιβωκάς ανακοινοί: «Περίπτωσιν περίεργον ερμαφροδιτισμού παιδός φέροντος σπανίαν διάπλασιν των γεννητικών οργάνων». Το 1919 ο Εμμανουήλ Κοντολέων αναφέρει: «Τέσσερες περιπτώσεις ψευδούς άρρενος ερμαφροδιτισμού εις την αυτήν οικογένειαν».[48]
Ανακοινώσεις γίνονται και για σπάνια περιστατικά, όπως στη Συνεδρίαση της 6-9-1856 γίνεται: «Ανακοίνωσις δηλητηριάσεως δύο κορασίων, φαγόντων ρίζαν λευκού χαμαιλέοντος». Στη Συνεδρίαση της 6-9-1856 ο Καρατζάς αναφέρει: «Περίπτωσιν σκυλοσύρτου επί οκταετούς παιδός». Στη Συνεδρίαση της 1-7-1857 ο Αντ. Βιτσάρης περιγράφει: «Συγγενήν μετατόπισιν του σπληνός».[49] Στη Συνεδρίαση της 10-4-1870 ο Γεώργιος Βάφας: «ανακοινοί περίπτωσιν κορασίου τινός ούτινος το πτερύγιον του ωτός υπέστη τραυματισμόν μετά την αποθεραπείαν του οποίου παρέμεινεν ουλή. Τούτο ενηλικιωθέν εγέννησε τέκνον φέρον την ιδίαν ουλήν». Στη Συνεδρίαση της 30-4-1896 ο Δημήτριος Κόκκορης προβαίνει σε: «ανακοίνωσιν περί λίθου της κύστεως παρά τριετή παιδίω εξαχθέντος διά της ουρήθρας». [O Χειρουργός Δημήτριος Κόκκορης είναι ο πρώτος που επέδειξε στη χώρα μας ακτινογραφίες (Ιατρική Εταιρεία Αθηνών, 12.3.1898), τρία μόλις χρόνια μετά την ανακάλυψη του Röntgen (που είχαν γίνει στο Εργαστήριο του καθηγητού της Πειραματικής Φυσικής Τιμολέοντος Αργυροπούλου)[50]]. Στη Συνεδρίαση της 18-3-1897 ο Τριανταφυλλάκος παρουσιάζει: «μικρόν παίδα πάσχοντα εκ βιλαργιάσεως της κύστεως και καταγόμενον εξ Αιγύπτου». Στη Συνεδρίαση της 8-2-1897 ο Τρικαλιώτης, στρατιωτικός ιατρός στην Καρδίτσα, υποβάλλει την εξής ανακοίνωση: «Περίπτωσις αορίστου και αοράτου δυνάμεως παραγομένης παρά παιδίσκη δεκατετραετεί, οσάκις κατακλινομένη καλύπτεται υπό ελαφρού καλύμματος μέχρι του λαιμού». Το 1919 ο καθηγητής Γ. Κοσμετάτος επιδεικνύει: «Διπρόσωπον-τριόφθαλμον τέρας».
Με τις Διαταραχές του Χαρακτήρος ασχολούνται το 1861 ο Α. Βιτσάρης ομιλώντας: «Περί ακουσίας ουρήσεως και αφοδεύσεως των Παίδων»[51] και το 1933 καθορίζεται από τον Κ. Χωρέμη η έννοια του «Ιδρυματισμού». Το γεγονός αυτό πρέπει να τονισθεί και οφείλει κανείς να αποδώσει στον Κ. Χωρέμη τη θέση που του αρμόζει στην παγκόσμια ιατρική κοινότητα για την έρευνά του στον Ιδρυματισμό. Έχοντας κάνει ειδικές σπουδές στη Νευρολογία και την Ψυχιατρική των Παίδων στην Κλινική Charite του Βερολίνου, ήταν ο πλέον κατάλληλος να προσδιορίσει ότι όλοι οι ιατροί του Ιδρύματος μνημόνευαν από το 185952 «Τα παιδία των Βρεφοκομείων αποθνήσκουν από έλλειψιν μητρικής στοργής»[53] και να αναπτύξει τη φιλοσοφία του.
Όμως και άλλα Παιδιατρικά Θέματα απασχολούν την Εταιρεία. O Κωνσταντίνος Μακρυγιάννης, από την Κέρκυρα, στη Συνεδρία της 20-7-1839 ανακοίνωσε διατριβή γραμμένη στα Ιταλικά: «Περί της ανατροφής των παίδων». Η Εταιρεία αποφάσισε να μεταφραστεί η διατριβή αυτή στα Ελληνικά. Το 1858, σε άλλη Συνεδρίαση, ο Α. Βιτσάρης ομιλεί για: «Παρατηρήσεις τινές επί της αιτιολογίας των συγχνωτέρων αιτίων παρά τοις Εκθέτοις νοσημάτων».[54] Στη Συνεδρίαση της 16-11-1864 ο Αν. Ζίννης «Oμιλεί περί εκθύματος, θεωρεί τούτον μεταδοτικόν, καίτοι τότε τούτο ημφισβητείτο». Στη Συνεδρίαση της 29-4-1895 ο Γεώργιος Παπαβασιλείου ομιλεί: «Περί πολλαπλών εξοστώσεων παρά τοις παισί», ενώ στη Συνεδρίαση της 16-11-1896 ομιλεί για: «Αιμοσφαιρινουρία εκ κινίνης».
Τα Παιδοχειρουργικά Νοσήματα κινούν το ενδιαφέρον των Εταίρων. Έτσι ο Ιωάννης Κλάδος στη Συνεδρία της 6-5-1844 ανακοινώνει μία περίπτωση ειλεού με κοπρανώδεις εμέτους. Σχετικά δήλωσε πως χρησιμοποίησε ως θεραπευτικό μέσο, χωρίς όμως αποτέλεσμα, το καλόμελι.[55] Τότε έπιασε το βρέφος από τα πόδια «και εκτινάξας αυτό ισχυρώς είδε μέτ' ου πολύ την αποπάτησιν και ανακοπήν της νόσου». O Α. Ζίννης στις 18-4-1870 είχε ανακοινώσει: «Βουβωνοκήλην εις βρέφος θήλυ 50 ημερών». Τη δεκαετία του Τ80 διαμορφώνεται η Παιδοχειρουργική Πράξη.[56] Στη Συνεδρία της 8-3-1880 ο Α. Ζίννης «Ανακοινοί περίπτωσιν βρέφους φέροντος διπλήν βουβωνοκήλην», ενώ στη Συνεδρία της 8-5-1880 «επ' ευκαιρία της ανακοινώσεως υπό του Δ. Κατερινοπούλου ατρησίας δακτυλίου, ην επιτυχώς μετά του Αρεταίου είχε χειρουργήσει, ο Ζίννης αναφέρει ότι επί 8.000 βρεφών, ουδέποτε παρετήρησεν τοιαύτην». Στη Συνεδρία της 30-4-1896 ο Κωνσταντίνος Παπαγιάννης ανακοινοί: «Περίπτωσιν αποφράξεως εντέρου εκ κοπροστασίας, εις πενταετές παιδίον, αποσταλέν εις την Κλινικήν του καθηγητού Ζίννη, όπερ εθεραπεύθη εξαχθέντων διά του δακτύλου των κοπράνων, είτα δε διά πλύσεων και καθαρτικών».
Αλλά και τα Παιδοορθοπαιδικά Νοσήματα απασχολούν την Ι.Ε.Α. Στη Συνεδρίαση της 15-2-1880 ο Ιούλιος Γαλβάνης αναφέρει: «Επιτυχή εγχείρησιν βρέφους 4 μηνών μετά συγγενούς ραιβοποδίας». O Δ. Κατερινόπουλος το 1881 αναφέρει ότι χειρουργεί παιδί με ραιβοποδία. Στη Συνεδρίαση της 14-3-1887 ο Δημήτριος Κατερινόπουλος αναφέρει: «Περίπτωσιν αιματώματος του στερνοκλειδομαστοειδούς».
Μέσα από την Ι.Ε.Α. άρχισε να διαμορφώνεται και η Παιδιατρική Παθολογοανατομία. Αυτό ενισχύεται και από το γεγονός ότι ο Ιωάννης Κλάδος, στη Συνεδρία της 6-7-1842, κατά τη διάρκεια της συζήτησης: «Περί της ανάγκης νεκροσκοπήσεως των θανόντων βρεφών, λόγω επιδημούσης διαρροίας κατά το θέρος εκείνον», υποστήριξε πως σε όσες νεκροσκοπίες έκανε πιστοποίησε ποικίλες φλεγμονές στον πεπτικό σωλήνα. Μάλιστα, στις 20-7-1843 αναφέρει ότι άρχισε πάλι η διάρροια των βρεφών με ολέθρια αποτελέσματα, και ότι τον Ιούνιο πέθαναν 33 βρέφη.[57] Στις 24-5-1865 ο Αν. Ζίννης «Παρουσιάζει παρασκεύασμα δισχιδούς ράχεως νεογνού θανόντος 8 ημέρας μετά τον τοκετόν». Πολλές φορές γινόταν επίδειξη παθολογοανατομικών παρασκευασμάτων στην Ιατρική Εταιρεία Αθηνών, παράλληλα με την ανακοίνωση του περιστατικού του θανόντος άτυχου παιδιού.[58]
Oι πρώτοι εκείνοι ιατροί, οι οποίοι ίδρυσαν την Ιατρική Εταιρεία σε μια εποχή που ακόμη κάπνιζαν τα ερείπια της Ελλάδας, προσπάθησαν ευθύς εξ αρχής με όλες τους τις δυνάμεις να βελτιώσουν την υγεία του Έθνους. Το ενδιαφέρον τους προς τον κλάδο της Παιδιατρικής ήταν «εναργές και αμέριστον».
Η Ιατρική Εταιρεία Αθηνών, που τότε αντιπροσώπευε την Ιατρική Επιστήμη στην Ελλάδα, έκανε αξιόλογες παρατηρήσεις πάνω σε παιδιατρικά θέματα, σε μια εποχή κατά την οποία η Παιδιατρική δεν είχε διαμορφωθεί ως ξεχωριστός κλάδος της Ιατρικής και η διδασκαλία της δεν είχε αξιωθεί ως ξεχωριστό μάθημα. ¶λλωστε, ως μάθημα δε διδασκόταν στα περισσότερα Πανεπιστήμια της Δυτικής Ευρώπης.
O καθηγητής Κ. Χωρέμης[59] υπενθυμίζει ότι οι περιγραφές των Α. Ζίννη, Θ. Αφεντούλη αλλά και άλλων, που αφορούν στα διάφορα παιδικά νοσήματα:
«Ως του τετάνου των νεογνών, της βρογχοπνευμονίας, της δυσεντερίας, του σπασμού της γλωττίδος κ.λ.π. παραμένουσιν ημίν πρότυπον γλωσσικής αρτιότητος και ακριβολόγου εκθέσεως των συμπτωμάτων των κλινικών εικόνων».
Τελειώνοντας τη διάλεξή του, ο Καθηγητής Κ. Χωρέμης παρατηρεί ότι υπάρχουν μερικά σημεία, κυρίως στη θεραπευτική τέχνη, τα οποία αντηχούσαν περίεργα στην εποχή του, αλλά, στη συνέχεια, συμπληρώνει:
«Μήπως άλλως τε δεν πράττομεν και ημείς το ίδιον σήμερον; Τις δύναται να προείπη τι θ' απομείνη και εκ των ημετέρων θεραπευτικών συστημάτων όταν ο χρόνος καλύψη ημάς ως εκάλυψε και εκείνους. Θεραπεύομεν την αντίληψιν ημών περί των νόσων και ουχί τας νόσους».[59]
Την εργασία που γινόταν για τα παιδιατρικά θέματα στην Ιατρική Εταιρεία Αθηνών συνέχισε η Ελληνική Παιδιατρική Εταιρεία, η οποία ιδρύθηκε στην Αθήνα την 25η Φεβρουαρίου 1931.[60]
(Δελτ Α' Παιδιατρ Κλιν Πανεπ Αθηνών 2003, 50(2): 170-179)

Λέξεις ευρετηριασμού: παιδιατρική, Ιατρική Εταιρεία Αθηνών.

Pediatrics as a part of action of the Athens Medical Society
G. Tsoukalos, P. Mexi, J. Tsoukalos
(Ann Clin Pediatr Univ Atheniensis 2003, 50(2): 170-179)

Key words: Pediatrics, Athens Medical Society

ΒΙΒΛΙOΓΡΑΦΙΑ
1. Αντωνοπούλου Γ. Αι οξείαι συζητήσεις κατά την διάρκειαν της εκατονταετίας. Πρακτικά Ι.Ε.Α. 1936, 593.
2. ΕΦΗΜΕΡΙΣ Κυβερνήσεως: Αριθ. 3, εν Ναυπλίω, 27 /12/ [8-1-1834], 1833.
3. Ζίννη Αν. Έκθεσις των κατά τω Δημοτικώ Βρεφοκομείω Αθηνών. Αθήνησι 1861, 1.
4. Ραγκαβή Αλ. Απομνημονεύματα. Τόμ. Α', Εν Αθήναις 1894, εν Σκιαδά Ελευθερίου: Δημοτικό Βρεφοκομείο Αθηνών, 1859-1999, Αθήνα 1999, 30.
5. Χρυσοχόου Π. Γνώμη περί Συστάσεως Εκθετοτροφείου εν Αθήναις. «Ιατρική Μέλισσα», Τόμ. Ε', φυλ. Θ', Αθήναι 1858, 409-412, 433-453.
6. Δήμος Αθηναίων: Πρακτικά Δημοτικού Συμβουλίου. Τόμ. 1854, Αρ. 15, 19-1-1854, Αγαθοεργίαι, άρθρ. 1ον Διά την διατροφήν των Εκθέτων δρχ. 10.000 Αθήναι 1854.
7. Δήμος Αθηναίων: Πρακτικά Δημοτικού Συμβουλίου, Τόμ. 1856-58, Αρ. 10, 18-1-1858, Αγαθοεργίαι, Κεφ. Ζ', άρθρ. 1ον, Διά την διατροφήν των Εκθέτων δρχ. 14.000, Αθήναι 1858, Τόμ. 1861-68, σελ. 290, Αθήναι 1861, Τόμ. 1889, Πράξεις, 2,528-3,016, 23-11-1889, Αθήναι 1889.
8. Ρηγάτου ΓΑ. Η Ιστορία της Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών 1835-1985. Αθήνα 1985, 20.
9. Μέρμηγκα Κ. (Oμιλία κατά την) Συνεδρία της 11ης Μαΐου 1935 εν τη Αιθούση του Πανεπιστημίου, Επί τη 100ετηρίδι της Εταιρείας. Πρακτικά Ι.Ε.Α., σελ. 475, εν Γερασίμου Ρηγάτου Α. Η Ιστορία της Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών 1835-1985, Αθήνα 1985, 15.
10. Oθώνειον Πανεπιστήμιον, Ιατρική Σχολή. Πρακτικά Συνεδριών, Συνεδρία 19-10-1855. Τόμ. Α', σελ. 159, Αθήναι 1851-1863.- Oθώνειον Πανεπιστήμιον, Ιατρική Σχολή: Πρακτικά Συνεδριών, Συνεδρία 9-10-1862. Τόμ. Α', σελ. 390, Αθήναι 1851-1863.
11. Εθνικόν Πανεπιστήμιον: Πρακτικά Πανεπιστημιακής Συγκλήτου Ακαδημαϊκού έτους 1879-80, Συνεδρία Δ', 26-9-1879. Τόμ. ΙΒ', σελ. 161, Αθήναι 1878-1880.
12. Εθνικόν Πανεπιστήμιον: Πρυτανική Λογοδοσία, Νικολάου Δαμαλά, Ακαδημαϊκού έτους 1878-1879. Αθήναι 1879.
13. Εθνικόν Πανεπιστήμιον: Πρυτανική Λογοδοσία Τιμολέοντος Αργυροπούλου, Ακαδημαϊκού έτους 1898-1899. Αθήναι 1899, 32.
14. Δεληγιάννη Ν. Η εν Αθήναις Ιατρική Εταιρεία, Αι ανακοινώσεις της εκατονταετίας 1835-1935. Τυπογραφείον Σ. Κ. Βλαστού, Αθήναι 1935.
15. Ρηγάτου Γ. Η Ιστορία της Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών 1835-1985. Αθήνα, Έκδοση ΙΕΑ, 1985, 113.
16. "Ασκληπιός", Περίοδος Β', Τόμ. Β', τεύχος Θ', Πρακτικά της εν Αθήναις Ιατρικής Εταιρείας, Συνεδρία 6-3-1858, Μάρτιος 1858, σελ. 96, Αθήναι 1857, Τόμ. Γ', τεύχος Α', Ιούλιος 1859, 2.
17. Πρακτικά Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών: Συνεδρία 14-6-1858, "Ασκληπιός". Περίοδος Β', Τόμ. Γ', τεύχος Α' και Β', σελ. 72, Αθήναι 1858.
18. "Ασκληπιός", Περίοδος Β', Τόμ. Θ', τεύχος Α' και Β'. Αθήναι 1870, 34.
19. Πρακτικά Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών: Συνεδρ. 3-1-1871, "Ασκληπιός", Περίοδος Β', Τόμ. Θ', τεύχος ΙΑ' και ΙΒ', σελ. 358, Αθήναι 1871.
20. "Γαληνός", Τόμ. Ζ', τεύχ. Γ', σελ. 48, Αθήναι, 16-1-1882.
21. Χωρέμη Κ.Β. Η Παιδιατρική εν τη Ιατρική Εταιρεία. Ελληνική Ιατρική, Τόμ. Δ', έτος Δ', 1930 400-490.
22. Πρακτικά της εν Αθήναις Ιατρικής Εταιρείας, Συνεδρία 4-6-1858, "Ασκληπιός", Περίοδος Β', Τόμ. Γ', τεύχ. Α' και Β', σελ. 86, Αθήναι, 1858.
23. Δημοτικόν Βρεφοκομείον Αθηνών: Πρακτικά Αδελφάτου. Συνεδρία 61η, 6-5-1895, Τόμ. Δ', σελ. 96.
24. Καμπεχιανό ξύλο: Αιματόξυλο το καμπεχισινό. Δένδρο της Κεντρικής και Νότιας Αμερικής. Από το εκχύλισμά του προέρχεται η αιματοξυλίνη που έχει χρωστικές και δεψικές ουσίες και η οποία χρησιμοποιείται και ως φάρμακο.
25. Symvoulides G. Trois cas de tracheotomie a la suite de croup.
26. Χωρέμη Κ.Β. Η Παιδιατρική εν τη Ιατρική Εταιρεία. Ελληνική Ιατρική, Θεσσαλονίκη, 1930, 476.
27. Δημοτικόν Βρεφοκομείον Αθηνών: Πρακτικά Αδελφάτου. Συνεδρία 55η, 12-3-1895, Τόμ. Δ', σελ. 86.
28. Κούζη Α. Η τετάρτη και πέμπτη εξανθηματική νόσος. Αρχεία Ιατρικής 1905, 1:378.
29. Ρηγάτου ΓΑ. Η Ιστορία της Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών 1835-1985. σελ. 15, Αθήνα 1985.
30. Τσανάκι της Ύδρας: Καλα-αζάρ.
31. Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν "ΗΛΙOΥ", Τόμ. 15ος, σελ. 649, Αθήναι 1950.
32. Βιτσάρη Α. "Ασκληπιός". Περίοδος Β', Τόμ. Γ', τεύχος Γ', σελ. 456-458, Απρίλιος, Αθήναι 1858.
33. Βιτσάρη Α. "Ασκληπιός". Περίοδος Β', Τόμ. Ι', τεύχος Γ' και Δ', σελ. 98-116, Αύγουστος και Σεπτέμβριος, Αθήναι, 1871.
34. Βιτσάρη Α. "Ασκληπιός". Τόμ. Ε', σελ. 97, Αθήναι 1861.
35. Πρακτικά Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών. 1927, 529.
36. Πρακτικά Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών. 15-12-1928, 707-717.
37. Πρακτικά Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών. Συνεδρία 14-6-1858, "Ασκληπιός", Περίοδος Β', Τόμ. Γ', τεύχος Α' και Β', σελ. 73, 77, Αθήναι, 1858.
38. Βιτσάρη Α. "Ασκληπιός". Τόμ. Γ', σελ. 583-585, Αθήναι 1859. Ακολουθεί συζήτησις μεταξύ Βιτσάρη, Ζίννη, Αρεταίου.
39. Δεν κατορθώσαμε να εντοπίσουμε την ακριβή ημερομηνία της ανακοίνωσης.
40. Δημοτικόν Βρεφοκομείον Αθηνών: Πρακτικά Αδελφάτου. Συνεδρία 203η, 28-9-1902, Τόμ. Ε', σελ. 274, 276, 278.
41. Βιτσάρη Α. "Ασκληπιός". Τόμ. Ε', σελ. 305-307, Αθήναι 1861.
42. Ιωακειμόγλου Γ. Το έργον του Κωνσταντίνου Χωρέμη. Λόγος εκφωνηθείς κατά το επιστημονικόν μνημόσυνον του Ακαδημαϊκού Κωνστ. Χωρέμη, "Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών", Τόμ. 41ος, Συνεδρία της 29 Νοεμβρίου 1966, σελ. 441-442, Αθήναι 1967.
43. Χωρέμη ΚΒ. Έκθεσις επί της κινήσεως του Δημοτικού Βρεφοκομείου Αθηνών κατά το έτος 1932, "Νοσοκομειακά Χρονικά". Έτος 6ον, Τεύχος 1ον, σελ. 401-416, Αθήναι 1933.
44. Μητροπούλου Π. Στατιστική του Δημοτικού Βρεφοκομείου Αθηνών (1915-1934). Δελτίον Ελληνικής Παιδιατρικής Εταιρείας, Έτος 5ον, τεύχος 3ον, σελ. 120, Αθήναι 1936.
45. Βιτσάρη Α. "Ασκληπιός". Περίοδος Β', Τόμ. Β', τεύχος Θ', σελ. 385-395, Αθήναι 1858.
46. "Ασκληπιός". 1870, 356-360.
47. Βιτσάρη Α. Πρακτικά της εν Αθήναις Ιατρικής Εταιρείας, Συνεδρία 1-7-1857, "Ασκληπιός", Περίοδος Β', Τόμ. Β', τεύχος Α', Ιούλιος, 1857, σελ. 27, Αθήναι 1857.
48. Ρηγάτου Γ. Η Ιστορία της Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών 1835-1985. Αθήνα, Έκδοση ΙΕΑ, σελ. 113, 1985.
49. Βιτσάρη Α. Πρακτικά της εν Αθήναις Ιατρικής Εταιρείας, Συνεδρία 1-7-1857, "Ασκληπιός", Περίοδος Β', Τόμ. Β', τεύχος Α', Ιούλιος, 1857, σελ. 27, Αθήναι 1857.
50. Καραπαναγιώτου ΒΙ. Σύντομη Ιστορία της Χειρουργικής Παίδων στην Ελλάδα. Πρακτικά 4ου Πανελληνίου Συνεδρίου Χειρουργικής Παίδων. 1979, σελ. 179-188, Αθήνα 1980, σελ. 182.
51. Βιτσάρη Α. "Ασκληπιός". Τόμ. Ε', σελ. 413-414, 428-429, Αθήναι, 1861.
52. Σκιαδάς Ε. Δημοτικό Βρεφοκομείο Αθηνών, 1859-1999. σελ. 128, Αθήνα 1999.
53. Χωρέμη ΚΒ. Έκθεσις επί της κινήσεως του Δημοτικού Βρεφοκομείου Αθηνών κατά το έτος 1932. Νοσοκομειακά Χρονικά. Έτος 6ον, Τεύχος 1ον, σελ. 407, Αθήναι 1933.
54. Βιτσάρη Α. "Ασκληπιός". Περίοδος Β', Τόμ. Γ', τεύχος Α' και Β', σελ. 1-9, Αθήναι 1858.
55. Καλόμελι: Χλωριούχος υφυδράργυρος, (HgCl ή Ηg2Cl2).
56. Ρηγάτου ΓΑ. Η Ιστορία της Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών 1835-1985. σελ. 57, Αθήνα 1985.
57. Χωρέμη ΚΒ. Η Παιδιατρική εν τη Ιατρική Εταιρεία. Ελληνική Ιατρική, Θεσσαλονίκη 1930.
58. Χωρέμη ΚΒ. Η Παιδιατρική εν τη Ιατρική Εταιρεία. Ελληνική Ιατρική, Θεσσαλονίκη 1930.
59. Χωρέμη ΚΒ. Η Παιδιατρική εν τη Ιατρική Εταιρεία. Ελληνική Ιατρική, Τόμ. Δ', έτος Δ', 1930, σελ. 470-490.
60. Μπαρτσόκα ΣΧ. Η Ελληνική Παιδιατρική. Δελτίον Ελληνικής Παιδιατρικής, Συνεδρία 31-1-1956, έτος 1956, σελ. 15.

 

 

 

ΗΟΜΕPAGE


<<< Προηγούμενη σελίδα