Ανάστημα και σωματικό βάρος ελληνοπαίδων
ηλικίας 0-18 ετών (2000-2001): σύγκριση
με δεδομένα μελέτης 1978-1979*

Δ. Χιώτης
Γ. Τσίφτης
Μ. Χατζησυμεών
Μ. Μανιάτη-Χρηστίδη
Ξ. Κρίκος
Α. Δάκου-Βουτετάκη

Ενδοκρινολογική Μονάδα Α' Παιδιατρικής Κλινικής Πανεπιστημίου Αθηνών, Νοσοκομείο Παίδων «Αγία Σοφία»
Υποβλήθηκε: 15/4/2003

*Η έρευνα αυτή πραγματοποιήθηκε μετά από σχετική έγκριση του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.

ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η σωματική ανάπτυξη, όπως και άλλες ανθρώπινες ιδιότητες, καθορίζεται από κληρονομικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες. Oι διαχρονικές μεταβολές της σωματικής ανάπτυξης, που, εν πολλοίς, αντανακλούν τροποποιήσεις του κοινωνικοοικονομικού επιπέδου, επιβάλλουν τον εκσυγχρονισμό των προτύπων ανάπτυξης, με στόχο τόσο την αποτύπωση του βιολογικού φαινομένου όσο και την ακριβή, εκάστοτε, οριοθέτηση των φυσιολογικών σωματομετρικών στοιχείων.
Στην παρούσα μελέτη αναφέρονται οι φυσιολογικές τιμές του ύψους και του βάρους των ελληνοπαίδων, οι οποίες προέκυψαν από μετρήσεις 9797 ατόμων, ηλικίας 0-18 ετών, της περιοχής των Αθηνών που πραγματοποιήθηκαν στη χρονική περίοδο 2000-2001.
Η σύγκριση των τιμών της περιόδου 2000-2001 με τις τιμές των ανάλογων μετρήσεων του 1978 έδειξε ότι το μέσο ύψος (50η ΕΘ) των αγοριών, ηλικίας 18 ετών, έχει αυξηθεί κατά 1cm, ενώ το ανώτερο (97η ΕΘ) κατά 3cm. Το μέσο βάρος των αγοριών (50η ΕΘ) στην ηλικία των 18 ετών αυξήθηκε κατά 6kg, ενώ το ανώτερο (97η ΕΘ) κατά 15kg. Το μέσο ύψος των κοριτσιών (50η ΕΘ) ηλικίας 18 ετών δεν μεταβλήθηκε από το 1978, ενώ το ανώτερο (97η ΕΘ) αυξήθηκε κατά 1cm. Το μέσο (50η ΕΘ) και το κατώτερο (3η ΕΘ) βάρος στην ίδια ηλικία δεν μεταβλήθηκαν, ενώ το ανώτερο (97η ΕΘ) αυξήθηκε κατά 7kg.
Συνεπώς, το βάρος των υπέρβαρων κοριτσιών και αγοριών έχει αυξηθεί την τελευταία 20ετία. Η σύγκριση των αποτελεσμάτων του βάρους και του ύψους της περιόδου 2001 με ανάλογα δεδομένα των ΗΠΑ έδειξε παρόμοιες τιμές ύψους στο επίπεδο της 50ης ΕΘ, αλλά «υπεροχή» στο βάρος, ιδιαιτέρως εμφανή στα αγόρια. (Δελτ ΑΥ Παιδιατρ Κλιν Αθηνών 2003, 50(2):136-155)

Λέξεις ευρετηριασμού: ανάστημα, βάρος ελληνοπαίδων, διαχρονική ανάπτυξη.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Το ανάστημα, όπως και άλλες ανθρώπινες ιδιότητες, καθορίζεται από γενετικούς παράγοντες που αφορούν στη δράση πολλών, εν πολλοίς άγνωστων, γονιδίων. Τροποποιητικά στη γενετική καταβολή επενεργεί το περιβάλλον: διατροφή, γενικές συνθήκες διαβίωσης, καταπολέμηση των ασθενειών και, όχι λιγότερο, ψυχοκοινωνικές συνθήκες στις οποίες ανατρέφεται ένα παιδί.
Ως προς τους παράγοντες που καθορίζουν την ανάπτυξη είναι ακόμη επίκαιρη η φράση του William Bateson (1909):[1] "Respecting the genetics of stature, little progress has been made. The number of factors involved in deciding human stature is large and interact with each other to produce the single character we call height".
Η επίδραση της κληρονομικότητας στον καθορισμό του αναστήματος αναφέρθηκε ήδη από τον Galton (1889),[2] ο οποίος χρησιμοποίησε το ύψος στη διαμόρφωση του νόμου της «προγονικής κληρονομικότητας», ενώ ο Bateson το 19023 διατύπωσε την άποψη ότι το ανάστημα καθορίζεται από πολλούς γενετικούς παράγοντες. Έχει γίνει, όμως, φανερό ότι το περιβάλλον μπορεί να τροποποιήσει τη γενετική καταβολή και να επηρεάσει το ανάστημα. Συγκεκριμένα, οι δυσμενείς περιβαλλοντικές συνθήκες παρεμποδίζουν την πλήρη έκφραση του γενετικού δυναμικού και οδηγούν σε ανάστημα χαμηλότερο του γενετικά προβλεπόμενου. Αντίθετα, η βελτίωση των περιβαλλοντικών συνθηκών, όπως συνέβη τον τελευταίο αιώνα στις βιομηχανικά αναπτυγμένες χώρες, έχει ως αποτέλεσμα την πληρέστερη γενετική έκφραση και τη συνακόλουθη αύξηση του αναστήματος.

 

Έτσι, υποστηρίζεται ότι η αύξηση του αναστήματος αντανακλά με αρκετή πιστότητα το βαθμό βελτίωσης του κοινωνικοοικονομικού επιπέδου μιας πληθυσμιακής ομάδας. Η επιπέδωση του αναστήματος, όπως και της ηλικίας ενήβωσης, που έχει ήδη παρατηρηθεί σε ορισμένες Ευρωπαϊκές χώρες, προφανώς υποδηλοί ότι η γονιδιακή έκφραση αυτών των ιδιοτήτων έχει φθάσει στην πληρότητά της υπό τις παρούσες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες.
Oι μεταβολές αυτές στη σωματική ανάπτυξη επιβάλλουν την οριοθέτηση των τιμών των σωματομετρικών παραμέτρων και κυρίως του βάρους και του ύψους, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, τόσο για την παρακολούθηση των τάσεων όσο και για την ακριβέστερη οριοθέτηση των φυσιολογικών προτύπων, με βάση τα οποία θα προσδιοριστεί η παρέκκλιση ενός παιδιού από το φυσιολογικό.

Πριν από 20 περίπου χρόνια (1978-1979) μια ομάδα εργασίας της ΑΥ Παιδιατρικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών κατέγραψε το βάρος και το ύψος των Ελληνοπαίδων που διέμεναν στην περιοχή Αθηνών και είχαν ηλικία 6-18 ετών. Στην παρούσα μελέτη (2000-2001) μετρήθηκαν παιδιά ηλικίας 0Π18 ετών από την ίδια περίπου γεωγραφική περιοχή, ελληνικής καταγωγής και από τους δύο γονείς. Τα δεδομένα της μελέτης αυτής συγκρίνονται με εκείνα της περιόδου 1978Π1979. Η σύγκριση αυτών των δύο μελετών είναι σημαντική, γιατί αφορά στην ίδια γεωγραφική περιοχή και έγινε με ομοιόμορφη μεθοδολογία από το ίδιο κέντρο.

ΥΛΙΚO ΚΑΙ ΜΕΘOΔOΣ
Στη μελέτη αυτή μετρήθηκαν 9797 άτομα ηλικίας 0 έως 18 ετών, 4929 αγόρια και 4868 κορίτσια, με ισόρροπη κατανομή στις διάφορες ηλικίες (~ 300 άτομα ανά έτος και φύλο).
Προέλευση: Τα παιδιά ηλικίας 5½Π18 ετών ήταν μαθητές σχολείων της περιοχής Αθηνών (πίνακας 1), ενώ τα παιδιά 6 μηνών έως 5½ ετών προήρχοντο από βρεφονηπιακούς σταθμούς του Δήμου Αθηναίων και του Υπουργείου Υγείας. Τα νεογνά μετρήθηκαν σε διάφορα μαιευτήρια των Αθηνών, ενώ τα βρέφη 1-6 μηνών προέρχονταν από ιδιωτικά ιατρεία και κέντρα υγείας.
Μέτρηση αναστήματος και βάρους: Μέχρις ηλικίας 2½ ετών μετρήθηκε το μήκος με το παιδί σε ύπτια θέση σε σκληρό υπόβαθρο, ενώ από ηλικίας 2½ έως 18 ετών λαμβανόταν το ύψος με αναστημόμετρο Harpenden, με το παιδί καλώς ευθυασμένο, χωρίς υποδήματα.
Το ανάστημα μετριόταν από τον ίδιο πάντα πεπειραμένο παιδίατρο, ενώ το βάρος λαμβανόταν από άλλον έμπειρο παιδίατρο. Το βάρος στα νεογνά και τα βρέφη μετρήθηκε με βρεφοζυγό Seca (model 725) και στα μεγαλύτερα παιδιά με ζυγαριά δαπέδου Seca (model 760 ωρολογιακού τύπου) χωρίς υποδήματα και με ελαφρά ένδυση.
Όλες οι μετρήσεις πραγματοποιήθηκαν στη χρονική περίοδο Ιανουάριος 2000 Π Δεκέμβριος 2001. Τα στοιχεία των παιδιών καταγράφηκαν σε ηλεκτρονικό υπολογιστή. Η ηλικία κάθε παιδιού υπολογίστηκε με ακρίβεια μηνός, με βάσει την ημερομηνία γέννησης.

Για τον υπολογισμό των εκατοστημορίων (3, 10, 25, 50, 75, 90, 97) το δείγμα χωρίστηκε σε ηλικιακές ομάδες με βάση την ηλικία γέννησης και την ηλικία μέτρησης με μεσοδιάστημα 2 μηνών.
Τα όρια εμπιστοσύνης στο 95% για τις τιμές του βάρους κυμάνθηκαν μεταξύ 0,47 για τα νεογέννητα και 9,15 για τις μεγάλες ηλικίες στα αγόρια, και 0,41 έως 6,56 για τα κορίτσια. Oι αντίστοιχες τιμές για το ύψος ήταν 1,87 και 7,74 για τα αγόρια, και 1,48 έως 5,08 για τα κορίτσια. Στη συνέχεια οι τιμές απεικονίστηκαν γραφικά. Γα την ομαλοποίηση των τιμών που προέκυψαν χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος Distance Weighted LS του στατιστικού προγράμματος STATISTICA 6.0 της Statsoft.

ΑΠOΤΕΛΕΣΜΑΤΑ
Oι μέσες τιμές και η σταθερή απόκλιση του ύψους και του βάρους στις διάφορες ηλικίες αναγράφονται στους πίνακες 2-5 και οι υπολογισθείσες εκατοστιαίες θέσεις στα διαγράμματα 1-4. Στους πίνακες 6-9 και στα διαγράμματα 5-8 τα δεδομένα της παρούσας μελέτης (3ης, 50ης, 97ης) συγκρίνονται με τα δεδομένα προηγούμενων μετρήσεων της ΑΥ Παιδιατρικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών που πραγματοποιήθηκαν κατά τη χρονική περίοδο 1978-1979 στην ίδια γεωγραφική περιοχή.
Αγόρια: Στην ηλικία των 18 ετών η 50η, η 3η και η 97η εκατοστιαίες θέσεις (ΕΘ) του ύψους ήταν 177cm, 165cm και 190cm, αντίστοιχα. Στην ίδια ηλικία η 50η, η 3η και η 97η ΕΘ του βάρους ήταν 74kg, 58kg και 103kg, αντίστοιχα.
Όπως διαπιστώνεται από τους συγκριτικούς πίνακες των 2 περιόδων 1978-1979 και 2000-2001, το μέσο ύψος των αγοριών ηλικίας 18 ετών ήταν κατά 1,0cm μεγαλύτερο στις μετρήσεις του 2000-2001 συγκριτικά με εκείνο της περιόδου 1978-1979. Η 3η ΕΘ στην αντίστοιχη ηλικία αυξήθηκε στη χρονική αυτή περίοδο κατά 2cm, ενώ η 97η κατά 3cm. Στους ίδιους πίνακες διαπιστώνεται ότι στην ηλικιακή ομάδα 9-13 ετών η 50η ΕΘ στις μετρήσεις του 2000-2001 είναι 3-4cm υψηλότερη από την αντίστοιχη της περιόδου 1978-1979.
Κορίτσια: Στην ηλικία των 18 ετών η 50η, η 3η και η 97η ΕΘ του ύψους ήταν 164cm, 154cm και 176cm, αντίστοιχα. Στην ίδια ηλικία η 50η, η 3η και η 97 ΕΘ του βάρους ήταν 58kg, 46kg και 83kg, αντίστοιχα.
Η σύγκριση των αποτελεσμάτων των περιόδων 1978-1979 και 2000-2001 δείχνει ότι η 50η και η 3η εκατοστιαίες θέσεις του ύψους στα κορίτσια ηλικίας 18 ετών δεν μεταβλήθηκαν, ενώ η 97η αυξήθηκε κατά 1cm. Δεν παρατηρήθηκε διαφοροποίηση ανάλογη με εκείνη των αγοριών στην προεφηβική και στην περιεφηβική ηλικία. Oι τιμές του βάρους της 50ης ΕΘ είναι παρόμοιες στις δύο χρονικές περιόδους και στην ηλικιακή ομάδα 13-18 ετών, ενώ είναι υψηλότερες στη μέτρηση του 2000-2001 στις ηλικίες 7-12 ετών. Oι τιμές της 3ης ΕΘ είναι παρόμοιες στις δύο περιόδους σε όλο το ηλικιακό φάσμα, ενώ παρουσιάζουν μεγάλη αύξηση στην 97η ΕΘ, η οποία στην ηλικία των 18 ετών ανέρχεται σε 7kg (διάγραμμα 8, πίνακας 9).

ΣΥΖΗΤΗΣΗ
Η καλύτερη διατροφή και γενικά η βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης συμπορεύονται με την άνοδο του κοινωνικο-οικονομικού επιπέδου μιας πληθυσμιακής ομάδας και συνοδεύονται από την αύξηση του αναστήματος. Θεωρείται ότι η αύξηση του αναστήματος ενός πληθυσμού αντανακλά την κοινωνικο-οικονομική του άνοδο.
Oι πρόσφατες μετρήσεις του βάρους και του ύψους, που πραγματοποιήθηκαν κατά τη χρονική περίοδο 2000Π2001, αντανακλούν τις μεταβολές της τελευταίας 20ετίας με αρκετή ακρίβεια, ιδιαίτερα εάν ληφθεί υπΥ όψιν ότι η μελέτη του 1978-1979,[21] με την οποία συγκρίνεται, πραγματοποιήθηκε από την ίδια κλινική, με την ίδια μεθοδολογία και αφορά στην ίδια γεωγραφική περιοχή. Παράλληλα, τα δεδομένα της παρούσας μελέτης προσφέρουν σύγχρονα πρότυπα σωματικής ανάπτυξης, με βάση τα οποία καθορίζονται με μεγαλύτερη ακρίβεια οι παρεκκλίσεις από το φυσιολογικό.
O πληθυσμός της ευρύτερης περιοχής των Αθηνών αποτελεί, ως γνωστόν, πληθυσμιακό δείγμα αποτελούμενο από άτομα που έχουν μετοικήσει από διάφορες περιοχές της Ελλάδος και, ως εκ τούτου, θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα του Ελληνικού πληθυσμού. Επιπρόσθετα, σε πρόσφατη μελέτη δεν διαπιστώθηκε διαφορά ύψους μεταξύ του αστικού και του αγροτικού πληθυσμού, διαφορά που είχε καταγραφεί σε προηγούμενη σχετική μελέτη του 1968, προφανώς διότι έχουν, εν πολλοίς, εξομοιωθεί οι συνθήκες διαβίωσης και ιδιαίτερα η διατροφή των πληθυσμών των αγροτικών και των αστικών περιοχών.

Αγόρια
Στα τελευταία 20 χρόνια η 50η ΕΘ του αναστήματος των αγοριών ηλικίας 18 ετών έχει αυξηθεί κατά 1cm, η 3η ΕΘ κατά 2cm και η 97η ΕΘ κατά 3cm. Oι διαφορές μεταξύ των 2 χρονικών περιόδων είναι περισσότερο διακριτές στην ηλικιακή ομάδα των 8-13 ετών. Η ισχυρότερη διαφοροποίηση σε αυτές τις ηλικίες πρέπει να αποδοθεί στην ενωρίτερη εφηβεία και γιΥ αυτό δεν αντανακλάται στο τελικό ανάστημα.
Oι προηγούμενες διαχρονικές μεταβολές στο ανάστημα, αναφέρονται παρακάτω παρά τις επιφυλάξεις που υπάρχουν για τις παραλλαγές στη μεθοδολογία των διαφόρων μελετών.
Μεταξύ των ετών 1928 και 19684-13 η αύξηση του ύψους στην ηλικιακή ομάδα των 17 ετών (επιλέγεται αυτή η ηλικία για σύγκριση, λόγω της απουσίας μετρήσεων στην ηλικία των 18 ετών σε ορισμένες μελέτες) ήταν 7,7cm, δηλαδή 1,925cm ανά δεκαετία. Στη χρονική περίοδο 1968-197814-16 η επαύξηση ήταν 2,3cm ανά δεκαετία, ενώ στην περίοδο 1978Π200117,19-23,25,26 (23 έτη) η επαύξηση στην ηλικία των 17 ετών ήταν 1cm, δηλαδή 0,43cm ανά δεκαετία. Από τα δεδομένα αυτά προκύπτει ότι το ύψος των ελληνοπαίδων τείνει προς επιπέδωση,18,25 όπως έχει διαπιστωθεί και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Η εργασία των Γεωργιάδη και συν.24 αναδεικνύει μεγαλύτερη επιτάχυνση για την περίοδο 1968Π1990. Στη μελέτη αυτή αναφέρεται διαφορά αναστήματος 7,8cm για τη χρονική αυτή περίοδο, δηλαδή 3,5cm/δεκαετία. Η μελέτη βέβαια αυτή πραγματοποιήθηκε σε ομάδα νεοσύλλεκτων ηλικίας 19Π26 ετών. Η σημαντική αυτή διαφοροποίηση από άλλες μελέτες θα μπορούσε να αποδοθεί σε μεθοδολογικές διαφορές ή στο γεγονός ότι αφορά σε πραγματικό τελικό ανάστημα, στο οποίο, ενδεχομένως, οι διαφορές μεταξύ των χρονικών περιόδων είναι μεγαλύτερες. Όλες οι άλλες μελέτες που αναφέρθηκαν αφορούν σε σχολικό πληθυσμό και μάλλον αντανακλούν καλύτερα την πραγματοποιηθείσα εξέλιξη (secular trend), αφού συγκρίνονται ομοιόμορφες κατά το δυνατόν πληθυσμιακές ομάδες. Πρέπει να διευκρινισθεί ότι οι συγκρίσεις που αναφέρθηκαν αφορούν στο σχολικό πληθυσμό της περιοχής Αθηνών.
Η σύγκριση του ύψους των αγοριών της περιόδου 2001 με εκείνο των αγοριών των ΗΠΑ του 2000 ανέδειξε παρόμοιες τιμές στην ηλικία των 18 ετών και στο επίπεδο της 50ης ΕΘ (177cm και 176cm, αντίστοιχα) αλλά μεγαλύτερη διαφοροποίηση στο επίπεδο της 3ης ΕΘ (165cm και 162cm, αντίστοιχα).
Η 50η, η 3η και η 97η ΕΘ του σωματικού βάρους σε αγόρια ηλικίας 18 ετών το 2000-2001 ήταν 74kg, 58kg και 103kg, αντίστοιχα, και διέφερε κατά 6kg, 4kg και 15kg από τις αντίστοιχες ΕΘ της περιόδου 1978-1979. Στα αγόρια, λοιπόν, παρατηρείται αύξηση του βάρους χωρίς ανάλογη αύξηση του ύψους, μια διαφορά που είναι περισσότερο εντυπωσιακή στις ανώτερες εκατοστιαίες θέσεις. Επιπροσθέτως, οι τιμές αυτές είναι μεγαλύτερες από τις αντίστοιχες τιμές του μαθητικού πληθυσμού των ΗΠΑ27 (πίνακες 10,11).

Κoρίτσια
Στα κορίτσια, την τελευταία 20ετία αυξήθηκε μόνο η 97η ΕΘ του τελικού αναστήματος κατά 1cm. Η σύγκριση των σημερινών δεδομένων του ύψους με εκείνα προγενέστερων μελετών της περιοχής Αθηνών αναδεικνύει τα εξής. Από το 1928 έως το 1968 το μέσο τελικό ύψος των Ελληνίδων αυξήθηκε κατά 3,2cm, ήτοι 0,8cm/δεκαετία, ενώ από το 1968 έως το 2001 κατά 5,1cm, ήτοι 1,5cm/δεκαετία.
Η σύγκριση του ύψους των κοριτσιών της περιόδου 2001 με εκείνο των κοριτσιών των ΗΠΑ του 2000 έδειξε παρόμοιες τιμές στην ηλικία των 18 ετών και στο επίπεδο της 50ης ΕΘ (164cm και 163cm, αντίστοιχα), ενώ η διαφοροποίηση ήταν μεγαλύτερη στην 3η ΕΘ (165cm και 162cm, αντίστοιχα).
Μεταξύ των περιόδων 1978 και 2001 το μέσο και το κατώτερο βάρος των κοριτσιών δεν μεταβλήθηκε στην ηλικία των 18 ετών, ενώ στο επίπεδο της 97ης ΕΘ παρατηρήθηκε αύξηση κατά 7kg. Είναι όμως αξιοσημείωτο ότι στο επίπεδο της 50ης ΕΘ και στις ηλικίες των 7-12 ετών το βάρος των κοριτσιών της περιόδου του 2001 είναι κατά 1-3kg μεγαλύτερο του βάρους της περιόδου του 1978. Η διαφορά αυτή δεν διαπιστώνεται στις επόμενες ηλικίες, πιθανότατα λόγω των διαιτολογικών τροποποιήσεων που συνδέονται με την προσπάθεια βελτίωσης της εμφάνισή τους. Στο επίπεδο της 97ης ΕΘ δεν παρατηρείται ανάλογη πορεία, στην καμπύλη του βάρους καθώς οι διαφορές μεταξύ των δύο χρονικών περιόδων, όπως ήδη αναφέρθηκε, είναι μεγάλες.
Όπως και στα αγόρια, το βάρος των ήδη υπέρβαρων κοριτσιών έχει επιδεινωθεί την τελευταία 20ετία. Πρέπει να αναφερθεί ότι η 3η, η 50η και η 97η εκατοστιαία θέση του βάρους των Ελληνίδων υπερείχε των αντίστοιχων ΕΘ των μαθητών των ΗΠΑ (πίνακες 12, 13).
Είναι αρκετά ενδιαφέρουσα η διαφοροποίηση μεταξύ των δύο φύλων στη διαχρονική μεταβολή του ύψους. Για τη χρονική περίοδο 1928Π2001 (73 έτη) το τελικό ανάστημα των κοριτσιών αυξήθηκε κατά 8,3cm, ενώ των αγοριών κατά 11,7cm. Ενδεχομένως, οι δυσμενείς περιβαλλοντικές συνθήκες επηρεάζουν περισσότερο το άρρεν παρά το θήλυ φύλο και, ως εκ τούτου, η βελτίωση του αναστήματος με την άρση των δυσμενών περιβαλλοντικών συνθηκών είναι πιο έκδηλη στα αγόρια.
Oι διαχρονικές σωματομετρικές μελέτες μιας πληθυσμιακής ομάδας δεν είναι μόνο χρήσιμες για τον ακριβέστερο εντοπισμό της παρέκκλισης από το αναμενόμενο. Αντανακλούν συγχρόνως, σε κάποιο βαθμό, και την πορεία των κοινωνικοοικονομικών συνθηκών και, ενδεχομένως, εξελικτικά βιολογικά φαινόμενα που σχετίζονται με τη σωματική ανάπτυξη και την ενήβωση.

Ευχαριστίες
Θερμά ευχαριστούμε τους διευθυντές των σχολείων στα οποία πραγματοποιήθηκαν οι μετρήσεις, καθώς και τους υπευθύνους των βρεφονηπιακών σταθμών, χωρίς την εξαίρετη συμπαράσταση των οποίων δεν θα ήταν δυνατή η πραγματοποίηση της έρευνας.
Ιδιαιτέρως ευχαριστούμε τους συνεργάτες Δ. Τσούμα, Α. Κωστούρου, Σ. Τσιπούρα, Αγ. Σκαμνάκη, Σ. Λιακάκη, Θ. Θεμιστοκλοπούλου και Θ. Παντέρα για τη σημαντική βοήθειά τους σε όλα τα στάδια των μετρήσεων.
Ευχαριστούμε θερμά την κ. Α. Τζώνου, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, για την εποικοδομητική κριτική της στη στατιστική επεξεργασία των δεδομένων.
Την Φαρμακευτική Εταιρεία Novo Nordisk ευχαριστούμε θερμά για την οικονομική ενίσχυση της παρούσας μελέτης.

Height and weight of children of Hellenic origin aged 0-18 years (2000-2001): comparison with data collected during the period 1978-1979.
D. Chiotis, G. Tsiftis, M. Hatzisymeon, M. Maniati-Christidi, A. Dacou-Voutetakis
(Ann Clin Pediatr Univ Atheniensis 2003, 50(2):136-155)
Somatic growth, like other somatic characteristics are determined by genetic and environmental factors. Secular changes in somatic growth, which primarily reflect alterations in socioeconomic conditions make it necessary to evaluate growth patterns in different time periods, not only for the study of the biological phenomenon but also for the formulation of more representative growth standards.
In the present study, we measured height and weight of 9797 children of Hellenic origin, aged 0-18 yrs, living in the area of Athens during the period 2000-2001. The data obtained were compared to those collected during the period 1978-79 in the same geographic region. It was found that the height of the 50th percentile of boys, aged 18 yrs in 2001 and 1978 was 177 and 176, respectively while the corresponding values for the 97th percentile were 190 and 187. At the age of 18 the weight of the 50th percentile of boys increased between these 2 periods (2001-1978) by 6kg while that of the 97th percentile increased by 15kg. The mean height of girls at the age of 18 yrs did not change between 2001 and 1978 (164cm), while the height of the 97th percentile increased by 1cm. At the ages of 18 yrs the 50th and the 3nd percentiles of weight in girls did not change while the 97th percentile increased by 7kg. Hence, the weight of overweight boys and girls has deteriorated the past 20 years in Greece.
The comparison of the present data to analogous data, collected from a USA population in 2000, showed that at the level of the 50th percentile, the height was comparable between the two countries, while Greek children and especially boys were heavier than the American children.

Key words: height, weight, Greek children

ΒΙΒΛΙOΓΡΑΦΙΑ
1. Bateson W. Mandel's principles of heredity. Cambridge University Press, Cambridge 1909.
2. Galton G. Natural Inheritance Macmillan, London 1889.
3. Bateson W. Mendels Principles of Heredity: a defense, Cambridge University Press, Cambridge 1902.
4. Εξαρχόπουλος Ν. Σωματολογία του παιδός, 3η εκδ. Αθήναι, Ρούγκα 1931.
5. Γεδεών Σ. Παιδομετρικαί έρευναι εν Ελλάδι. Αθήναι, Δημητράκου Α.Ε. 1931.
6. Βαλαώρας Β. Το ανάστημα Ελλήνων στρατιωτών. Πρακτικά Ακαδημίας Αθηνών 1968, 43:417.
7. Λαμπρινάκος Π, Βασιλάκης Κ. Έρευναι εκ των σωματομετρικών διαστάσεων του ελληνόπαιδος κατά την περίοδο του πολέμου (1943-44). Πρακτ Ακαδ Αθηνών 1945, 20:265.
8. Παπαϊωάννου Α. Συμβολή εις την σπουδήν της σωματικής δομής του ελληνόπαιδος. Αθήναι, Τύποις Σ. Σπυροπούλου 1953.
9. Μπέζος Δ. Συγκριτική έρευνα επί του αναστήματος των παιδιών κατά την Κατοχή (1942-44) και σήμερον (1963). Αρχ Ελλ Παιδ Εταιρ 1964, 27:363-370.
10. Μπέζος Δ. Συγκριτική έρευνα επί του βάρους του σώματος παιδιών κατά την κατοχήν (1942-44) και σήμερον (1963). Αρχ Ελλην Παιδ Εταιρ 1964, 22:111.
11. Oικονόμου-Μαύρου Κλ, Τσεγκή Χ, Παπαδάκης Γ. Το σωματικό βάρος και μήκος κατά το πρώτο έτος της ζωής. Δελτίο A' Παιδ Κλιν Πανεπ Αθηνών 1965, 12:456.
12. Μπατρίνος Μ, Παναγιώτου Π. Καμπύλαι ύψους 4.826 αρρένων και 4.340 θηλέων ηλικίας 8-18 ετών της περιοχής Αθηνών (1965-66). Πρ Ακαδ Αθην 1968, 43:436-451.
13. Χωρέμης Κ, και συν. Η σημερινή κατάσταση της υγείας των παιδιών. Σχολ Υγιεινή 1964, 45:1 (από Χατζηπαντελή, 1976).
14. Καργόπουλος Β. Σωματομετρική έρευνα επί μαθητών Λαρίσης. Αρχ Ελ Παιδ Εταιρ 1969, 32:193.
15. Παπουτσάκη Γ, Ποιμενίδου Ε, Καλαποθάκη Β, Καλαντίδου Α, Παπαγεωργίου Α, Τριχόπουλος Δ. Ανάστημα και βάρος Ελληνοπαίδων κατά τόπου καταγωγής, μόρφωσιν γονέων, αριθμόν αδελφών και σειράν γεννήσεως. Δελτ A' Παιδ Κλιν Πανεπ Αθηνών 1972, 19:172-181.
16. Χατζηπαντελής Σ, Ταβουκτσόγλου-Δαμασκηνίδου Αρ, Μηνάς Β, Παναγιωτίδης Γ. Παρατηρήσεις εξ επιδημιολογικής εξετάσεως 1.100 μαθητών-τριών Δημοτικών Σχολείων Θεσαλονίκης. Παιδιατρική 1976, 39:299.
17. Σταμάτης Δ. Φυσιολογικές τιμές και διακυμάνσεις σωματομετρικών παραμέτρων σε 2.379 μαθητές. Διατριβή επί διδακτορία, Αθήναι 1981.
18. Tanner JM. A history of the study of human growth. Cambridge, Cambridge University Press 1981.
19. Αλεβιζάκη ΚΚ, Βελέντζας Χ, Γεωργίου Ε, Ίκκος ΔΓ, Κατσίχτης Π, Λαπατσάνης Π, Ντάλλες Κ. Σωματικό ύψος και βάρος ελληνοπαίδων. Materia Medica Greca 1982, 10:375-383.
20. ΜαντζαγριώτηΠΜεϊμαρίδη Μ, Πανταζίδης Ν, Διοξιάδης Σ, Ραφαήλ Μ. Σωματομετρική έρευνα παιδικού και εφηβικού πληθυσμού 1981. Αθήνα, Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού 1985.
21. Dacou-Voutetakis C. στο: Eveleth PB, Tanner JM. Worldwide variation in human growth: 2nd ed. Cambridge, Cambridge University Press 1990.
22. Tanner JM. Foetus into Man. 2nd ed. Ware, Castlemead Publications 1989.
23. Αϊβάζης Β. Το φυσιολογικό παιδί. Θεσσαλονίκη, Άρης 1990.
24. Γεωργιάδης Ε, και συν. Επίδραση κοινωνικοοικονομικών παραγόντων στο ανάστημα των Ελλήνων. Ιπποκράτης 1994, 4:237-243.
25. Papadimitriou A. Growth and development in Greek children in the twentieth century. In: Bodzar BE, Susanne C, (eds) Secular growth changes in Europe. Budapest: Eotvos Univ Press 1998, 161-173.
26. Λιναρδάκης Μ, Μοσχανδρέα Ι, Καφάτος Α. Καμπύλες σωματικής ανάπτυξης παιδιών βρεφικής και προσχολικής ηλικίας της Κρήτης που προέκυψαν από διαχρονική παρακολούθησή τους. Παιδιατρική 2000, 63:391-407.
27. Vital and Health Statistics of the Centers for Disease control and prevention National Center for Health Statistics 2000, 314.



 

 

ΗΟΜΕPAGE


<<< Προηγούμενη σελίδα