Η επλερενόνη (INSPRA®) μειώνει τη θνητότητα
και τη νοσηρότητα στους ασθενείς
με καρδιακή ανεπάρκεια
06/05

<<< Προηγούμενη σελίδα

 

Οι νέες κατευθυντήριες οδηγίες που εξέδωσε η Ευρωπαϊκή Εταιρεία Καρδιολογίας (European Society of Cardiology - ESC) κατά της χρόνιας καρδιακής ανεπάρκειας συνιστούν θεραπεία με κάποιον αναστολέα αλδοστερόνης προκειμένου να βελτιωθούν τα ποσοστά επιβίωσης και νοσηρότητας σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια. Οι αναστολείς της αλδοστερόνης συνιστάται να χρησιμοποιούνται παράλληλα με τις υπάρχουσες καθιερωμένες θεραπείες σε ασθενείς με προχωρημένη καρδιακή ανεπάρκεια (Κατηγορίας NYHA III ή IV) ή με καρδιακή ανεπάρκεια έπειτα από καρδιακό επεισόδιο (έμφραγμα του μυοκαρδίου - ΕΜ), με συστολική δυσλειτουργία της αριστερής κοιλίας (ΣΔΑΚ) και ενδείξεις καρδιακής ανεπάρκειας ή σακχαρώδους διαβήτη. Οι καινούριες κατευθυντήριες οδηγίες βασίζονται εν μέρει στην καθοριστικής σημασίας "Μελέτη Αποτελεσματικότητας και Επιβίωσης για την Επλερενόνη έπειτα από Καρδιακή Ανεπάρκεια με Οξύ Έμφραγμα του Μυοκαρδίου" (Eplerenone Post-Acute Myocardial Infarction Heart Failure Efficacy and Survival Study - EPHESUS[TΜ]), μελέτη η οποία επέδειξε σημαντικά οφέλη στην επιβίωση και στη νοσηλεία με τη χρήση του εκλεκτικού αναστολέα της αλδοστερόνης INSPRA (επλερενόνη) όταν χορηγήθηκε προστιθέμενο στις υπάρχουσες πρότυπες θεραπείες σε ασθενείς που έχουν υποστεί καρδιακό επεισόδιο με ενδείξεις ΣΔΑΚ και καρδιακής ανεπάρκειας έπειτα από καρδιακό επεισόδιο.
"Οι καινούριες κατευθυντήριες οδηγίες της ESC για την καρδιακή ανεπάρκεια υπογραμμίζουν τη σημασία της χορήγησης αναστολέα της αλδοστερόνης στους ασθενείς που παρουσιάζουν ενδείξεις καρδιακής ανεπάρκειας έπειτα από οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου", δήλωσε ο Faiez Zannad, Παθολόγος, Καθηγητής Θεραπευτικής και Καρδιολογίας στο Κέντρο Κλινικής Διερεύνησης INSERM-CHU του Νοσοκομείου του Nancy Jeanne d'Arc, Dommartin-les Toul, Κέντρο Κλινικής Διερεύνησης του Nancy στη Γαλλία. "Προσθέτοντας τον αναστολέα αλδοστερόνης INSPRA στις υπάρχουσες θεραπευτικές μας στρατηγικές, μπορούμε να βελτιώσουμε τα ποσοστά θνησιμότητας καθώς και το ποσοστό εμφάνισης νοσηλείας για καρδιαγγειακά νοσήματα στους εν λόγω ασθενείς. Περαιτέρω, εξαιτίας των αρχικών κινδύνων που συνδέονται με οξείας μορφής καρδιακό επεισόδιο η οποία περιπλέκεται από ΣΔΑΚ και καρδιακή ανεπάρκεια, είναι καθοριστικής σημασίας να ξεκινούν οι ιατροί αγωγή με INSPRA® στο νοσοκομείο προκειμένου να οδηγηθούν στη βελτίωση των αποτελεσμάτων".
Μία από τις επιπλοκές του καρδιακού επεισοδίου είναι η καρδιακή ανεπάρκεια, η οποία παρουσιάζεται σε περίπου 29% των ασθενών με καρδιακό επεισόδιο. Η καρδιακή ανεπάρκεια που συνοδεύει καρδιακό επεισόδιο είναι από τους κυρίαρχους παράγοντες πρόγνωσης της νοσοκομειακής θνησιμότητας και συνδέεται επίσης με τριπλασιασμό της ενδονοσοκομειακής θνησιμότητας, εντός 30 ημερών έπειτα από καρδιακό επεισόδιο, και με αύξηση της ενδονοσοκομειακής θνησιμότητας στο τετραπλάσιο εντός εξαμήνου σε σύγκριση με ασθενείς με καρδιακό επεισόδιο οι οποίοι δεν παρουσιάζουν καρδιακή ανεπάρκεια.
Το INSPRA®, ένας αναστολέας της αλδοστερόνης, λειτουργεί αναστέλλοντας τις δράσεις της αλδοστερόνης, μιας ορμόνης η οποία συμβάλλει στην ανάπτυξη και στη δυσμενή εξέλιξη της καρδιακής ανεπάρκειας μέσω πρόκλησης βλάβης στην καρδιά, στα αιμοφόρα αγγεία και στους νεφρούς. Οι καινούριες κατευθυντήριες οδηγίες της ESC αναγνωρίζουν τη σωρεία αποδείξεων που επιβεβαιώνουν το ρόλο της αναστολής αλδοστερόνης στη μείωση των καρδιαγγειακών συμβάντων. Οι αναστολείς αλδοστερόνης έλαβαν από την Επιτροπή Κατευθυντηρίων Οδηγιών πιστοποίηση "Κατηγορίας I, Επιπέδου Απόδειξης B". Κατηγορίας I σημαίνει ότι υπάρχουν στοιχεία ότι δεδομένη αγωγή είναι ευεργετική, χρήσιμη και αποτελεσματική, και Κατηγορίας B σημαίνει ότι υπάρχουν στοιχεία από κάποια μεγάλη, τυχαιοποιημένη κλινική δοκιμή τα οποία στηρίζουν τη χρήση του παράγοντα. Ειδικότερα, οι κατευθυντήριες οδηγίες συνιστούν τη χρήση ανταγωνιστών αλδοστερόνης επιπροσθέτως στους αναστολείς ACE, στους β-αποκλειστές και στα διουρητικά στην καρδιακή ανεπάρκεια σε προχωρημένο στάδιο, και επιπροσθέτως στους αναστολείς ACE και στους β-αποκλειστές στην καρδιακή ανεπάρκεια έπειτα από καρδιακό επεισόδιο με ΣΔΑΚ και ενδείξεις καρδιακής ανεπάρκειας ή σακχαρώδους διαβήτη. Η πλήρης μορφή των κατευθυντήριων οδηγιών βρίσκεται τώρα στην ιστοσελίδα της ESC, στη διεύθυνση www.escardio.org.

Κλινικά στοιχεία από τη μελέτη EPHESUS[TM]
Στην EPHESUS[TM], οι ασθενείς που υπέστησαν οξείας μορφής καρδιακό επεισόδιο με επιπλοκές καρδιακής ανεπάρκειας και ΣΔΑΚ σημείωσαν σημαντική μείωση στα ποσοστά θνησιμότητας και νοσηλείας με το INSPRA® σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο, όταν προστίθεται στην πρότυπη βέλτιστη αγωγή. Οι πρότυπες αγωγές συνήθως συμπεριλάμβαναν αναστολείς ΜΕΑ ή αναστολείς υποδοχέων αγγειοτενσίνης ΙΙ (ΑΥΑ), β-αποκλειστές, διουρητικά, στατίνες, ασπιρίνη και αγωγές καρδιακής επαναιμάτωσης. Ξεκίνησε αγωγή με INSPRA® (25mg τιτλοποιημένα στα 50mg, n=3.319) ή με το εικονικό φάρμακο (n=3.313) εντός 3 με 14 ημερών μετά από το οξείας μορφής καρδιακό επεισόδιο (επτά μέρες κατά μέσο όρο) και οι ασθενείς υποβλήθηκαν σε παρακολούθηση επί έως και 33 μήνες, με μέσο διάστημα παρακολούθησης τους 16 μήνες. Το INSPRA® μείωσε τον κίνδυνο θανάτου κατά 15%, τους θανάτους από καρδιαγγειακά αίτια κατά 17%, τους αιφνίδιους θανάτους από καρδιακά αίτια κατά 21% και τους θανάτους από καρδιαγγειακά αίτια ή την νοσηλεία για καρδιαγγειακά συμβάντα κατά 13%.
Περαιτέρω ανάλυση των δεδομένων της μελέτης EPHESUS αποκάλυψε πρόσφατα ότι εντός 30 ημερών από την έναρξη της αγωγής, το INSPRA® μείωσε κατά σημαντικό ποσοστό τους θανάτους από οποιαδήποτε αιτία κατά 31%, τους θανάτους από καρδιαγγειακά αίτια κατά 32% και τους αιφνίδιους θανάτους από καρδιακό επεισόδιο κατά 37%.
"Τα εν λόγω δεδομένα καταδεικνύουν σαφώς ότι η αγωγή με INSPRA® σε πρώιμο στάδιο μειώνει τον κίνδυνο να καταλήξουν οι ασθενείς με ΣΔΑΚ και κλινικές ενδείξεις καρδιακής ανεπάρκειας έπειτα από καρδιακό επεισόδιο", κατέληξε ο Καθηγητής Zannad. "Λόγω των πρώιμων κινδύνων που συνδέονται με το οξείας μορφής καρδιακό επεισόδιο που περιπλέκεται από ΣΔΑΚ και καρδιακή ανεπάρκεια, είναι καθοριστικής σημασίας οι ιατροί να ξεκινήσουν στο νοσοκομείο την αγωγή με INSPRA® προκειμένου να βελτιώσουν την έκβαση."

Σχετικά με την INSPRA®
Στην Ευρώπη το INSPRA (eplerenone) ενδείκνυται, προστιθέμενο στην πρότυπη θεραπεία που περιλαμβάνει β-αποκλειστές, προκειμένου να μειώσει τον κίνδυνο καρδιαγγειακής θνησιμότητας και νοσηρότητας σε σταθερούς ασθενείς με δυσλειτουργία αριστερής κοιλίας (Κλάσμα Εξώθησης Αριστερής Κοιλίας (LVEF) <40%) και κλινικές ενδείξεις καρδιακής ανεπάρκειας έπειτα από πρόσφατο έμφραγμα του μυοκαρδίου. Το INSPRA αντενδείκνυται για χρήση σε ασθενείς με υπερκαλιαιμία (πλεονάζουσες ποσότητες καλίου στην κυκλοφορία του αίματος) κατά τη στιγμή της έναρξης της θεραπείας, σε ασθενείς με μέτρια ως βαριά νεφρική ανεπάρκεια και σε ασθενείς με βαριάς μορφής ηπατική ανεπάρκεια. Οι ασθενείς στους οποίους χορηγείται αγωγή με καλιοσυντηρητικά διουρητικά, με συμπληρώματα καλίου ή με ισχυρούς αναστολείς του CYP3A4 (π.χ. ιτρακοναζόλη, κετοκοναζόλη, ριτοναβίρη, νελφιναβίρη, κλαριθρομυκίνη, τελιδρομυκίνη και νεφαζοδόνη) δεν πρέπει να λαμβάνουν INSPRA.
Όπως είναι αναμενόμενο από το μηχανισμό δράσης του, με το INSPRA μπορεί να σημειωθεί υπερκαλιαιμία. Τα επίπεδα του καλίου στο αίμα θα πρέπει να παρακολουθούνται στενά σε όλους τους ασθενείς στην έναρξη της αγωγής, καθώς και περιοδικά από κει και πέρα, όπως και με οποιαδήποτε αλλαγή στην δοσολογία. Απαιτείται συνεχής και τακτική παρακολούθηση σε ασθενείς που διατρέχουν κίνδυνο εμφάνισης υπερκαλιαιμίας, όπως όσοι εμφανίζουν βεβαρημένη νεφρική και ηπατική λειτουργία, ή διαβήτη.



HOMEPAGE