Γενετικός έλεγχος του εμβρύου με απλή λήψη αίματος από τη μητέρα

<<< Προηγούμενη σελίδα

Μια νέα τεχνική που ανέπτυξαν αμερικανοί ειδικοί υπόσχεται ανίχνευση των πιθανών γενετικών ανωμαλιών του εμβρύου με μια απλή λήψη αίματος της μητέρας του! Το τεστ που ανοίγει το δρόμο για κατάργηση των ως σήμερα επεμβατικών διαδικασιών προγεννετικού ελέγχου, οι οποίες θέτουν ορισμένες φορές σε κίνδυνο την εγκυμοσύνη, βασίζεται στη χρήση φορμαλδεΰδης με την οποία επιτυγχάνεται πολύ μεγαλύτερη συλλογή DNA του εμβρύου από το αίμα της εγκύου.
Η νέα τεχνική ανίχνευσης πιθανών ανωμαλιών είναι ασφαλέστερη για τις εγκύους.
Αν και οι υπάρχουσες μέθοδοι, όπως η αμνιοπαρακέντηση ή η λήψη δείγματος από τον ομφάλιο λώρο, παρουσιάζουν πολύ υψηλά ποσοστά αξιοπιστίας, θέτουν σε -έστω και μικρό- κίνδυνο την εγκυμοσύνη. Έτσι γυναίκες που θα έπρεπε να υποβληθούν στις εξετάσεις αυτές, όπως εκείνες άνω των 35 ετών, πολλές φορές παρουσιάζονται απρόθυμες να τις κάνουν. Σύμφωνα με τη νέα έρευνα ειδικών της εταιρείας βιοτεχνολογίας Ravgen Inc με έδρα το Μέριλαντ, που δημοσιεύεται στο τεύχος αυτής της εβδομάδας του εντύπου του Αμερικανικού Ιατρικού Συλλόγου, το καινούργιο τεστ αναμένεται να δώσει λύση σε αυτά τα προβλήματα.
Η ανάλυση του γενετικού υλικού του εμβρύου από δείγμα αίματος της μητέρας του ήταν μια τεχνική δυνατή εδώ και κάποια χρόνια. Ωστόσο η αποτελεσματικότητά της ήταν πολύ περιορισμένη, καθώς ήταν πολύ μικρή η ποσότητα του εμβρυϊκού DNA μέσα στο αίμα της εγκύου. Οι αμερικανοί ειδικοί κατάφεραν με τη χρήση φορμαλδεΰδης να μεγιστοποιήσουν την ποσότητα γενετικού υλικού του εμβρύου που μπορεί να συλλεχθεί. Το συγκεκριμένο χημικό δρα μειώνοντας τον αριθμό των αιμοσφαιρίων που καταστρέφονται κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας του δείγματος. Όσο περισσότερο αίμα της μητέρας παραμένει άθικτο, τόσο λιγότερο από το DNA της εκλύεται, με αποτέλεσμα να συλλέγεται η μέγιστη δυνατή ποσότητα γενετικού υλικού του εμβρύου. Οι ερευνητές είδαν ότι με τη χρήση της μεθόδου τους στο αίμα των εγκύων περιείχε κατά μέσον όρο 20.2% εμβρυϊκό DNA σε σύγκριση με 7.7% που υπήρχε σε δείγματα που δεν είχαν υποστεί την επεξεργασία με φορμαλδεΰδη. Μάλιστα σε δεύτερη επεξεργασία, η ποσότητα εμβρυϊκού DNA ήταν ακόμη μεγαλύτερη, της τάξεως του 25%. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην έρευνα, "ένα υψηλό ποσοστό ελεύθερου DNA του εμβρύου διευκολύνει τη διάγνωση χρωμοσωματικών ανωμαλιών. Η τεχνική μπορεί να αποτελέσει μια στερεή βάση για την ανάπτυξη μη επεμβατικού προγεννητικού ελέγχου".
Στο κύριο άρθρο του εντύπου όπου δημοσιεύθηκε η έρευνα ειδικοί από το κολέγιο Μπέιλορ στο Χιούστον σημειώνουν ότι "η ανάπτυξη της μεθόδου αυτής έχει επίδραση σε δύο κρίσιμους τομείς- τον προγεννητικό έλεγχο αλλά και την ανίχνευση και παρακολούθηση του καρκίνου. Για παράδειγμα, η νέα εξέλιξη μπορεί να σημάνει διάγνωση της λευχαιμίας μέσω δείγματος αίματος και χωρίς ανάγκη λήψης μυελού των οστών".



 

ΗΟΜΕPAGE