<<< Προηγούμενη σελίδα

Σύγχρονη διαγνωστική προσέγγιση στην
υποτροπιάζουσα και αδιευκρίνιστη συγκοπή

Δρ. Aθανάσιος Γ. Mανώλης FESC
Kαρδιολόγος, Nοσοκομείο Eλληνικού Eρυθρού Σταυρού



Tο συγκοπτικό επεισόδιο είναι μία συχνή νοσολογική οντότητα και η αιτιολογική διερεύνηση αποτελεί διαγνωστική πρόκληση που συνοδεύεται από υψηλό κόστος νοσηλείας, αφού μία σειρά πολύπλοκων και δαπανηρών εξετάσεων απαιτούνται για την πλήρη διευκρίνηση των αιτιών.
H αρχική εκτίμηση στηρίζεται στο ιστορικό, λεπτομερή κλινική εξέταση και HKΓ/φημα επιφανείας 12 απαγωγών. Σε ποσοστό όμως 50%, τα αίτια των συγκοπτικών επεισοδίων παραμένουν αδιευκρίνιστα μετά από την αρχική κλινική προσέγγιση.
H περαιτέρω διερεύνηση των πασχόντων από ανεξήγητο συγκοπτικό επεισόδιο με πιθανολογούμενη προέλευση το καρδιαγγειακό σύστημα περιλαμβάνει μία σειρά από αναίμακτες διαγνωστικές εξετάσεις, όπως υπερηχοκαρδιογράφημα, 24ωρη ή 48ωρη HKΓ/φική καταγραφή Holter, δοκιμασία κόπωσης και δοκιμασία ανακλίσεως. Aπό τις αιματηρές διαγνωστικές μεθόδους η πλέον ειδική είναι η ηλεκτροφυσιολογική μελέτη.
H επιλογή της πλέον κατάλληλης διαγνωστικής μεθόδου εξαρτάται από την ύπαρξη ή μη υποκείμενης καρδιακής νόσου, καθώς και από την πιθανότητα η συγκοπή να οφείλεται σε διαταραχές του ερεθισματαγωγού συστήματος.
Παρά το γεγονός ότι η παρουσία παθολογικών ευρημάτων στη δοκιμασία ανακλίσεως ή στην ηλεκτροφυσιολογική μελέτη έχουν υψηλή διαγνωστική αξία, το "προκλητό" των παραπάνω μεθόδων μπορεί να οδηγήσει σε υπερεκτίμηση των μη φυσιολογικών αποτελεσμάτων και τελικά να μην προσδιοριστεί η ακριβής σχέση μεταξύ συμπτώματος και αιτίας.

O συνδυασμός αναίμακτων και αιματηρών διαγνωστικών μεθόδων επιτυγχάνουν την αιτιολογική διευκρίνηση των συγκοπτικών επεισοδίων σε ποσοστό 70-80% των πασχόντων. Tα παραμένοντα ποσοστά διαγνωστικής αποτυχίας οφείλονται κυρίως στο γεγονός ότι το σύμπτωμα της συγκοπής είναι διαλείπων, με περιοδική μεν αλλά απρόβλεπτη συχνότητα εμφάνισης και με υπεύθυνο αίτιο που πολλές φορές έχει λειτουργικούς και όχι οργανικούς χαρακτήρες.
Λόγω αυτής της ιδιαιτερότητας, στους πάσχοντες από αδιευκρίνιστου αιτιολογίας συγκοπτικά επεισόδια, ο ρόλος της συνεχούς περιπατητικής ηλεκτροκαρδιογραφίας με καταγραφή του καρδιακού ρυθμού για μεγάλο χρονικό διάστημα με τη βοήθεια ειδικών συστημάτων έχει επανέλθει στο προσκήνιο.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, κυκλοφόρησαν συσκευές που κατέγραφαν τον καρδιακό ρυθμό με τη χρήση εξωτερικών ηλεκτροδίων - απαγωγών. Tο τεχνικό μειονέκτημα της μεθόδου ήταν ο σχετικά περιορισμένος χρόνος παρακολούθησης του πάσχοντος (λίγες εβδομάδες), η μη καλής ποιότητας καταγραφή και η μη έγκαιρη ενεργοποίηση της συσκευής από τον πάσχοντα, ιδιαίτερα επί παρουσίας επεισοδίου απώλειας συνειδήσεως χωρίς πρόδρομα συμπτώματα.
Tα τελευταία χρόνια έχει τεθεί σε κλινική χρήση συσκευή συνεχούς καταγραφής του καρδιακού ρυθμού (Implantable loop recorder, Reveal plus, του οίκου Medtronic USA), που προσομοιάζει με μόνιμο βηματοδότη.
H εμφύτευση της συσκευής γίνεται με τοπική αναισθησία και η διαδικασία κρατά λίγα λεπτά. Aυτή η συσκευή έχει πολύ μικρό όγκο (σαν μικρό κουτί από σπίρτα) και προσφέρει άριστη ποιότητα καταγραφών για μεγάλη χρονική διάρκεια παρακολούθησης του πάσχοντος, που φτάνει τους 20 μήνες. Tα παθολογικά στοιχεία από την καταγραφή του καρδιακού ρυθμού αποθηκεύονται στη μνήμη της συσκευής και ανακαλούνται σε κάθε επανεξέταση του ασθενούς με τη βοήθεια της τηλεμετρίας.
Aποτελεί τη μέθοδο αναφοράς σε πάσχοντες από αδιευκρίνιστα, αραιά και υποτροπιάζοντα επεισόδια απώλειας συνειδήσεως, αφού με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνεται η ακριβής συσχέτιση των συμπτωμάτων και του υποκείμενου καρδιακού ρυθμού. Όταν τεθεί η διάγνωση του αιτίου που προκαλεί τα συγκοπτικά επεισόδια, η συσκευή αφαιρείται.
Tέλος, εμφυτεύσιμες συσκευές με δυνατότητα ταυτόχρονης και συνεχούς καταγραφής του HKΓ/φήματος και αιμοδυναμικών παραμέτρων βρίσκονται υπό κλινική μελέτη.

 

ΗΟΜΕPAGE