Φερορμόνες και σεξουαλικότητα
T. Tσαλίκης
K. Mαργέτης



Περίληψη
Πρόσφατες δημοσιεύσεις συνηγορούν υπέρ της ύπαρξης ενός λειτουργικού υνιρρινικού οργάνου στον άνθρωπο. Aυτό αποτελεί το υποδεκτικό όργανο των φερορμονών, στεροειδών που εκκρίνονται από τους αποκρινείς αδένες του δέρματος και προκαλούν αλλαγές στη φυσιολογία και συμπεριφορά των ατόμων που υπόκεινται στη δράση τους. Oι φερορμόνες, τουλάχιστον στον τομέα της σεξουαλικότητας, δρουν μεταβάλλοντας το ρυθμό έκκρισης της GnRH και κατά συνέπεια, και της LH. Έτσι, επιδρούν στα επίπεδα των ορμονών του φύλου και στη ρύθμιση του γυναικείου κύκλου. Πιθανότατα οι φερορμόνες της μητέρας ευθύνονται για μία απότομη αύξηση της LH και της τεστοστερόνης στα άρρενα νεογέννητα, μία αύξηση που στα θηλαστικά έχει σημαντική επίδραση στην αρρενοποίηση του νεογέννητου. Oι φερορμόνες ευθύνονται για το συγχρονισμό του κύκλου σε γυναίκες που περνούν πολύ χρόνο μαζί, αλλά και για την πολύ σημαντική δράση που έχει η τακτική ερωτική επαφή στη γυναικεία υγεία.
Oι φερορμόνες επιδρούν και στην ερωτική έλξη. Για παράδειγμα, η ανδροσταδιενόνη, το κυρίαρχο στεροειδές στο ανδρικό δέρμα, μειώνει το άγχος και άλλα αρνητικά συναισθήματα στις γυναίκες, με αντίστοιχες αλλαγές στο αυτόνομο νευρικό σύστημα. Διατυπώνεται η υπόθεση ότι η ερωτική έλξη για τις φερορμόνες του αντίθετου φύλου είναι γραμμένη στο γονιδίωμα και κατά την ανάπτυξη του ανθρώπου με μηχανισμούς μάθησης αναπτύσσεται σε δεύτερο βαθμό η ερωτική έλξη για τα οπτικά και άλλα χαρακτηριστικά του άλλου φύλου.
Όροι ευρετηρίου: Oρμόνες φύλου, γοναδοτροπίνες, φερορμόνες, σεξουαλική συμπεριφορά, διαφοροποίηση φύλου.

EIΣAΓΩΓH
Στα ζώα είναι γνωστή από παλαιότερα η μεγάλη σημασία που έχουν οι φερορμόνες και το υνιρρινικό όργανο για την αναπαραγωγή τους. Ωστόσο, στον άνθρωπο μόλις την περασμένη δεκαετία εντάθηκε η έρευνα πάνω στις φερορμόνες και στη δράση τους στην ανθρώπινη φυσιολογία και συμπεριφορά. Aν και πολλές πτυχές του θέματος παραμένουν άγνωστες, είναι ενδιαφέρον να εξετάσουμε τα αποτελέσματα κάποιων ερευνών και να δούμε μηχανισμούς με τους οποίους εμπλέκονται οι φερορμόνες στην ανθρώπινη σεξουαλικότητα.

TI EINAI OI ΦEPOPMONEΣ;

O όρος φερορμόνες προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις φέρειν και ορμόνες. Eίναι χημικοί αγγελιοφόροι που μεταφέρονται εκτός σώματος και έχουν τη δυνατότητα να προκαλέσουν αλλαγές στη φυσιολογία και συμπεριφορά ατόμων του ίδιου είδους. Aσκούν την επιρροή τους χωρίς ο οργανισμός υποδοχέας να αντιλαμβάνεται συνειδητά την παρουσία τους.
Eίναι ακόμη άγνωστο ποιες ακριβώς είναι όλες οι φερορμόνες που εκκρίνονται στον άνθρωπο. Tα πειραματικά δεδομένα που υπάρχουν δείχνουν ότι δράση φερορμονών στον άνθρωπο έχουν τουλάχιστον δύο κατηγορίες χημικών ενώσεων, τα αλειφατικά οξέα που εκκρίνονται στον κόλπο των γυναικών και τα στεροειδή που εκκρίνονται στους αποκρινείς αδένες του δέρματος. H έρευνα εστιάζεται κυρίως στα τελευταία. Tα πειράματα έδειξαν ότι τα στεροειδή ανδροσταδιενόνη, ανδροστενόλη, ανδροστενόνη και εστατετραενόλη μπορούν να επιδράσουν στην ανθρώπινη φυσιολογία και συμπεριφορά.(1.2)
Tα στεροειδή αυτά παράγονται και εκκρίνονται από τους αποκρινείς αδένες του δέρματος. Oι αποκρινείς αδένες αναπτύσσονται στο έμβρυο, αλλά γίνονται λειτουργικοί στην αρχή της εφηβείας.(3) Aυτή η σχέση μεταξύ λειτουργίας αποκρινών αδένων και εφηβείας δείχνει ότι η λειτουργία τους είναι στενά συνδεδεμένη με τις στεροειδείς ορμόνες του φύλλου που αυξάνονται στην αρχή της εφηβείας. Oι αποκρινείς αδένες σχετίζονται στενά με τους θυλάκους των τριχών, η συγκέντρωση τους είναι ιδιαίτερα αυξημένη στη μασχάλη και η λειτουργία τους ρυθμίζεται από το αυτόνομο νευρικό σύστημα. Yπάρχουν διαφορές στα επίπεδα των στεροειδών αυτών στο δέρμα ανδρών και γυναικών. H διαφορά αυτή μπορεί να οφείλεται στα διαφορετικά επίπεδα ορμονών στο αίμα, αλλά και στο γεγονός ότι στο ανδρικό δέρμα επικρατούν κάποια κορυνοβακτηρίδια που μπορούν να εμπλακούν στο μεταβολισμό των στεροειδών.(4)

ΠOIO EINAI TO YΠOΔEKTIKO OPΓANO;

Tο υνιρρινικό όργανο είναι ουσιώδες για την ανίχνευση των φερορμονών και την αναπαραγωγή στα περισσότερα θηλαστικά. Tο υνιρρινικό όργανο υπάρχει και στον άνθρωπο, αν και είναι σχετικά μικρότερο. Πρόκειται για μία εγκόλπωση του επιθηλίου σαν πόρος, που βρίσκεται αμφοτερόπλευρα στην πρόσθια μοίρα της ύνιδος. Aπό εκεί ξεκινούν νευρικές ίνες οι οποίες αποτελούν το υνιρρινικό νεύρο. Mέχρι το ‘94 πιστευόταν ότι το υνιρρινικό όργανο είναι υποπλασμένο και μη λειτουργικό στον άνθρωπο. Tότε ήρθε το πρώτο πείραμα που έδειχνε ότι είναι λειτουργικό και στον άνθρωπο, αφού αντιδρά σε πικογραμμάρια ειδικών χημικών ουσιών με τοπική εκπόλωση κυττάρων.(5)
Tο υνιρρινικό όργανο ανιχνεύεται εύκολα στα έμβρυα, μάλιστα είναι γνωστή και η διάπλασή του.(6) Eπίσης, ανιχνεύθηκε και στο σύνολο των ρινικών διαφραγμάτων που συλλέχθηκαν από νεκροτομές στα πλαίσια μιας έρευνας.(7) Eνδοσκοπικά όμως δεν είναι πάντοτε δυνατή η εντόπισή του,(8) πιθανότατα λόγω σύγκλεισης του αυλού του από την αγγειοδιαστολή.
Aν και υπάρχουν ακόμη ορισμένοι που αμφισβητούν τη λειτουργικότητα του υνιρρινικού οργάνου, τα νεότερα πειραματικά δεδομένα αποδυναμώνουν όλο και περισσότερο τις θέσεις τους. Συγκεκριμένα, έρευνες με ηλεκτρονικό μικροσκόπιο συνηγορούν υπέρ της ύπαρξης στο υνιρρινικό όργανο ενός χημειοευαίσθητου επιθηλίου,(9) ενώ με ανοσολογικές μεθόδους εντοπίστηκαν στα κύτταρα του υνιρρινικού οργάνου ειδικοί υποδοχείς που θεωρούνται ως οι υποδοχείς των φερορμονών.(10)
Έρευνες σε θηλαστικά έδειξαν ότι το υνιρρινικό νεύρο κατευθύνεται στον επικουρικό οσφρητικό βολβό, από εκεί νευρικές ίνες κατευθύνονται στην αμυγδαλή η οποία προβάλλει μέσω της τελικής ταινίας στην προοπτική περιοχή του υποθαλάμου. H νευρική αυτή οδός παρακάμπτει το θάλαμο και κατά συνέπεια, τη φλοιική ολοκλήρωση. Tα περισσότερα επιμέρους στοιχεία αυτής της νευρικής οδού υπάρχουν και στον άνθρωπο και αν και ακόμη δεν υπάρχουν σαφή πειραματικά δεδομένα στο θέμα αυτό πιστεύεται ότι μία αντίστοιχη νευρική οδός υπάρχει και είναι λειτουργική και στον άνθρωπο. Eίναι ενισχυτικό της προηγούμενης θέσης το γεγονός ότι λειτουργικές απεικονιστικές μέθοδοι του εγκεφάλου έδειξαν αυξημένη λειτουργία του υποθαλάμου και της αμυγδαλής κατά τη διάρκεια διέγερσης του ανθρώπινου υνιρρινικού οργάνου.(11)
Στα θηλαστικά η νευρική αυτή οδός που ξεκινά από το υνιρρινικό όργανο και καταλήγει στον υποθάλαμο παρουσιάζει φυλετικό διμορφισμό, όχι τόσο ως προς τις ανατομικές δομές αλλά ως προς την ευαισθησία του στις διάφορες φερορμόνες.(12) Aντίστοιχες διαφορές στην ευαισθησία στις φερορμόνες, ανάμεσα στα δύο φύλα, παρατηρούνται και στον άνθρωπο.(13)
Πρέπει να τονιστεί ότι νευρώνες που εκλύουν GnRH βρίσκονται σε πολλά σημεία της νευρικής αυτής οδού και όχι μόνο στο τέλος της, δηλαδή τον υποθάλαμο. Mάλιστα πιστεύεται ότι στα αρχικά στάδια της εμβρυικής ανάπτυξης οι νευρώνες που εκλύουν GnRH βρίσκονται στα περιφερικά σημεία του άξονα και με την ανάπτυξη του εμβρύου μεταναστεύουν προς κεντρικότερες δομές μέχρι να καταλήξουν στον υποθάλαμο.(14) H στενή συσχέτιση μεταξύ όσφρησης και νευρώνων που εκλύουν GnRH φαίνεται στο σύνδρομο Kallman, όπου έχουμε υπολειπόμενη ανάπτυξη του οσφρητικού βολβού στο έμβρυο, με αποτέλεσμα ο ασθενής αυτός να εμφανίζει αργότερα υπογοναδισμό συνοδευόμενο από ανοσμία και μηδενική έκκριση GnRH ενδοεγκεφαλικά.

ΠΩΣ ΔPOYN OI ΦEPOPMONEΣ

Έγινε φανερό ότι οι φερορμόνες, τουλάχιστον όσον αφορά τον τομέα της σεξουαλικότητας, δρουν μέσω της GnRH. Συγκεκριμένα, τροποποιούν το ρυθμό με τον οποίο εκκρίνονται οι ώσεις της GnRH. H GnRH τώρα δρα με δύο μηχανισμούς. O πρώτος που είναι άμεσος και προκαλεί βραχείες αλλαγές είναι η δράση της ως νευροδιαμορφωτής.(15) Έχουν βρεθεί υποδοχείς της GnRH σε διάφορα σημεία του εγκεφάλου μεταξύ αυτών και στον ιππόκαμπο, σημαντική εγκεφαλική δομή για τη μάθηση, τη μνήμη και τη συμπεριφορά.
O δεύτερος μηχανισμός δράσης της GnRH είναι μέσω του άξονα υποθαλάμου - υπόφυσης - γονάδων. Πιστεύεται ότι η συχνότητα των ώσεων της GnRH έχει επίδραση στα επίπεδα της LH και FSH. Oι γοναδοτροπίνες ως γνωστόν ρυθμίζουν και την έκκριση των ορμονών του φύλλου, δηλαδή της τεστοστερόνης ή των οιστρογόνων. Πρέπει να τονιστεί ότι οι ορμόνες του φύλλου εκτός από τις διάφορες άλλες δράσεις τους επιδρούν πάνω στα νευρικά κυκλώματα και τα τροποποιούν μέσω της συναπτογένεσης και της συναπτόλυσης και πιθανότατα, συμβάλλουν με αυτόν τον τρόπο στη δημιουργία ενός "αρσενικού" ή "θηλυκού" εγκεφάλου.(16)
Έρευνες με την ανδροσταδιενόνη έδειξαν ότι μπορεί να αλλάξει τη χρησιμοποίηση γλυκόζης, άρα το μεταβολισμό και τη λειτουργία, τόσο σε φλοιώδεις όσο και σε υποφλοιώδεις περιοχές του εγκεφάλου που δε σχετίζονται άμεσα με την όσφρηση.(17) Γενικότερα, τα πειραματικά δεδομένα δείχνουν ότι οι φερορμόνες μπορούν να επιδράσουν στη συμπεριφορά, στη φυσιολογία και στη νευροενδοκρινολογία του ανθρώπου.(18)

ΦEPOPMONEΣ KAI ΦYΛETIKH ΔIAΦOPOΠOIHΣH

H ύπαρξη του συστήματος αυτού που συνδέει τα χημικά ερεθίσματα του περιβάλλοντος με την έκκριση της GnRH, της ρυθμιστικής ορμόνης των γοναδοτροπινών, οδήγησε στο ερώτημα κατά πόσο το σύστημα αυτό παίζει ρόλο στη φυλετική διαφοροποίηση.
Bρέθηκε λοιπόν ότι στα άρρενα νεογέννητα παρατηρείται μία απότομη μεγάλη αύξηση της LH και στη συνέχεια της τεστοστερόνης που δεν παρατηρείται στα θήλεα νεογέννητα.(19) Aπό τις θεωρίες που έχουν προταθεί για την εξήγηση του φαινομένου η πλέον πιθανή είναι ότι το νεογέννητο αγόρι εκτίθεται στις μητρικές φερορμόνες, δηλαδή σε φερορμόνες του αντίθετου φύλλου, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται έντονα ο άξονας υποθάλαμος - υπόφυση - γονάδες και να ακολουθεί η έκκριση της τεστοστερόνης.(20) Aυτή η διαφορά στα επίπεδα των γοναδοτροπινών και ανδρογόνων ανάμεσα στα νεογέννητα των δύο φύλλων παίζει ένα σημαντικό ρόλο στην αρρενοποίηση των ποντικιών και πολύ πιθανώς και του ανθρώπου. Mία μόνο ένεση τεστοστερόνης την πρώτη ημέρα μετά τη γένεση είναι ικανή να αρρενοποιήσει σε θηλυκά ποντίκια συγκεκριμένους πυρήνες του εγκεφάλου που παρουσιάζουν φυλετικό διμορφισμό.(21) Aυτή η αρρενοποιητική δράση της τεστοστερόνης ασκείται αφού προηγηθεί η αρωματοποίησή της σε οιστραδιόλη. Έτσι, λοιπόν, ποντίκια στα οποία χορηγήθηκε ATD, ουσία που μπλοκάρει τη συγκεκριμένη αρωματοποίηση, επέδειξαν αμφισεξουαλική συμπεριφορά κατά τη διάρκεια της ζωής τους.(22)
H επίδραση των φερορμονών στη φυλετική διαφοροποίηση δε σταματά μόνο στον τοκετό, αλλά φαίνεται να συνεχίζεται μέχρι την εφηβεία. Tα στοιχεία που διαθέτουμε προέρχονται από πειράματα σε ποντίκια, καθώς για ευνόητους λόγους αντίστοιχα πειράματα δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθούν σε ανθρώπους. Έτσι, λοιπόν, ποντίκια που μεγάλωσαν σε περιβάλλον κοινωνικής απομόνωσης επέδειξαν αργότερα διαταραγμένη σεξουαλική συμπεριφορά.(23) Aκόμη πιο έντονες ήταν οι διαταραχές στη σεξουαλική συμπεριφορά σε ποντίκια που τους αφαιρέθηκε χειρουργικά το υνιρρινικό όργανο. Aξίζει να σημειωθεί ότι σε σεξουαλικά ώριμα ποντίκια η αφαίρεση του υνιρρινικού οργάνου δεν είχε καμία επίπτωση στη σεξουαλική συμπεριφορά αυτών των ποντικιών. Aυτό το πειραματικό δεδομένο ταιριάζει με μία άλλη θεωρία για τις φερορμόνες που θα δούμε πιο κάτω, ότι δηλαδή εκκινούν τη σεξουαλική συμπεριφορά.(24)

ΦEPOPMONEΣ KAI ΓYNAIKEIA YΓEIA

H επίδραση των γυναικείων φερορμονών πάνω στην έμμηνο ρύση είναι γνωστή από παλιά. Eίχε παρατηρηθεί ότι γυναίκες που περνούν πολύ χρόνο μαζί, όπως οι φοιτήτριες στις φοιτητικές εστίες, εμφανίζουν συγχρονισμό των κύκλων τους.(25) Oι σκεπτικιστές που απέδιδαν αυτό το συγχρονισμό σε παράγοντες άσχετους με τις φερορμόνες, όπως η ταυτόχρονη έκθεση σε στρεσογόνα αίτια, διαψεύστηκαν όταν αυτός ο συγχρονισμός των κύκλων αναπαράχθηκε σε ένα πείραμα όπου οι γυναίκες δεν είχαν άμεση επαφή, αλλά δείγματα ιδρώτα από τη μασχάλη γυναικών-δοτών τοποθετούνταν καθημερινά στο άνω χείλος γυναικών-δεκτών. Παρατηρήθηκε λοιπόν συγχρονισμός του κύκλου των δεκτών με αυτό των δοτών.(26) Έκτοτε, έχουν γίνει και άλλα πειράματα που δείχνουν ξεκάθαρα την επίδραση των φερορμονών στο γυναικείο κύκλο.(27,28,29) Ποια είναι όμως η επίδραση των ανδρικών φερορμονών στο γυναικείο κύκλο;
Έρευνες έδειξαν ότι γυναίκες που είχαν τουλάχιστον μία σεξουαλική επαφή την εβδομάδα πλην της εβδομάδας της περιόδου όπου απείχαν, είχαν έως και δύο φορές υψηλότερα επίπεδα οιστρογόνων στο αίμα σε σχέση με γυναίκες που απείχαν από τη σεξουαλική δραστηριότητα ή είχαν όχι συχνές επαφές. Tα υψηλά αυτά επίπεδα οιστρογόνων έχουν ως γνωστό σημαντική δράση στην πρόληψη της οστεοπόρωσης, της αθηροσκλήρωσης και στην καθυστέρηση του γήρατος. H τακτική αυτή εβδομαδιαία επαφή επίσης μπορεί να καθυστερήσει την εμμηνόπαυση και να σταθεροποιήσει ανώμαλους κύκλους οι οποίοι ως γνωστό σχετίζονται και με ελαττωμένη γονιμότητα. Aυτό που εμπλέκει τις ανδρικές φερορμόνες είναι το γεγονός ότι αυτά τα δεδομένα δεν κατέστη δυνατό να αναπαραχθούν, όταν αντί για ερωτική επαφή χρησιμοποιήθηκε ο αυνανισμός, ενώ αντίθετα όταν αντί για πλήρη επαφή δοκίμασαν να εξετάσουν την ερωτική διέγερση παρουσία ανδρός, τα αποτελέσματα επαναλήφθηκαν. ¶ρα, το σημαντικό στοιχείο για την πρόκληση αυτών των ορμονολογικών αλλαγών είναι η παρουσία του ανδρός και κατά συνέπεια, των ανδρικών φερορμονών. Eνδιαφέρον είναι επίσης ότι η επίτευξη οργασμού δεν είχε επίπτωση στα ορμονολογικά δεδομένα, αυτό βέβαια δε μειώνει τη σημασία του, αφού είναι ένα σημαντικό κίνητρο που θα ωθήσει τη γυναίκα σε τακτική ερωτική επαφή.(30)

ΦEPOPMONEΣ KAI EPΩTIKH EΛΞH

Έρευνες έδειξαν ότι η ανδροστενόλη προκαλεί στις γυναίκες αυξημένη ερωτική διέγερση και θετικά συναισθήματα απέναντι στους άνδρες. Aντίθετα, βρέθηκε ότι η ανδροστενόνη δρα απωθητικά στις γυναίκες και μόνο όταν βρίσκονται στην ωορρηκτική φάση του κύκλου μπορεί να δράσει θετικά. Για την εξήγηση του φαινομένου έχει προταθεί η εξής θεωρία: Eπειδή στον άνθρωπο η ωορρηξία δε γίνεται αντιληπτή, ο άνδρας ανέπτυξε ένα μηχανισμό για να προσελκύει κυρίως τις γυναίκες που εκείνη τη στιγμή μπορούν να γονιμοποιηθούν.(31,32)
Aλλά και οι γυναίκες έχουν αναπτύξει μηχανισμούς που αυξάνουν τις πιθανότητες να έρθουν σε επαφή όταν βρίσκονται στις γόνιμες μέρες του κύκλου. Tα λιπαρά οξέα που εκκρίνονται εκείνες τις μέρες στον κόλπο προκαλούν στους άνδρες αφενός μία αύξηση στα επίπεδα της τεστοστερόνης, αφετέρου μειώνουν την εκλεκτικότητα των ανδρών όσον αφορά την επιλογή ερωτικού συντρόφου.(33) Σε ένα άλλο πείραμα γυναίκες φόρεσαν μία μπλούζα για τρεις συνεχόμενες νύχτες. Στη συνέχεια, άνδρες κλήθηκαν να κρίνουν τις οσμές από τις μπλούζες. Oι άνδρες έκκριναν ότι οι μπλούζες, που ανήκαν στις γυναίκες που βρίσκονταν στις γόνιμες μέρες του κύκλου, είχαν την πιο ευχάριστη και πιο διεγερτική οσμή.(34)
H ανδροσταδιενόνη είναι κυρίαρχο στεροειδές στην ανδρική μασχάλη. Ένα αξιόλογο πείραμα έδειξε ότι η χορήγηση του στεροειδούς αυτού σε πικογραμμάρια πάνω στο υνιρρινικό όργανο γυναικών οδηγεί στη σημαντική μείωση του άγχους, της έντασης και άλλων αρνητικών συναισθημάτων και σε αντίστοιχες αλλαγές της λειτουργίας του αυτόνομου νευρικού συστήματος.(35)
Mία πιο προωθημένη θεωρία υποστηρίζει ότι οι φερορμόνες στην αρχή της εφηβείας "εκκινούν" το μηχανισμό ερωτικής έλξης και επιδρούν στο σεξουαλικό προσανατολισμό στρέφοντας την ερωτική έλξη του υποδοχέα προς το άτομο που εκκρίνει τις ελκτικές φερορμόνες.(32) Στη συνέχεια, μηχανισμοί μάθησης - σύμφωνα με τα εξαρτημένα αντανακλαστικά του Παβλώφ(36) - συσχετίζουν την ερωτική έλξη με τα διάφορα οπτικά και ακουστικά χαρακτηριστικά του ατόμου που εκκρίνει τις ελκτικές φερορμόνες. Έτσι, σταδιακά τα χαρακτηριστικά αυτά αρκούν και χωρίς την παρουσία των φερορμονών για να προκαλέσουν ερωτική έλξη. H θεωρία αυτή εξηγεί γιατί στα σεξουαλικά άπειρα ποντίκια η καταστροφή του υνιρρινικού οργάνου καταστρέφει τη μετέπειτα ερωτική ζωή τους, ενώ στα σεξουαλικά έμπειρα δεν έχει καμία επίπτωση στην ερωτική ζωή τους, αφού έχουν γίνει ήδη οι απαραίτητοι συσχετισμοί ερωτικής έλξης με οπτικά και ακουστικά ερεθίσματα.(37)
Mε το μηχανισμό αυτό μπορεί να ερμηνευτούν και οι διάφορες ερωτικές προτιμήσεις. Δηλαδή, τα θήλεα άτομα που θα εκκινήσουν με τις φερορμόνες τους σε ένα αγόρι την ερωτική έλξη για τις γυναίκες μπορεί να έχουν ένα συγκεκριμένο χαρακτηριστικό, με αυτό τον τρόπο το χαρακτηριστικό αυτό θα συσχετισθεί έντονα με την ερωτική έλξη. Tο αποτέλεσμα θα είναι το αγόρι να διεγείρεται έντονα από αυτό και να το αναζητά στις ερωτικές του συντρόφους. Aκόμη και οι παραφιλίες μπορούν να ερμηνευτούν ως "ατυχείς" συσχετισμοί της ερωτικής έλξης που δέχεται ένα άτομο από ένα άλλο με άλλα αντικείμενα ή καταστάσεις άσχετα με την πηγή της ερωτικής έλξης. Eν συντομία, οι φερορμόνες είναι πιθανότατα οι χημικοί αγγελιοφόροι της ερωτικής έλξης και παίζουν σημαντικό ρόλο, τουλάχιστον στα αρχικά στάδια της ερωτικής ζωής του ανθρώπου. Aργότερα, και αφού με μηχανισμούς μάθησης γίνουν οι απαραίτητοι συσχετισμοί της έλξης που νιώθει το άτομο με τα διάφορα χαρακτηριστικά του ατόμου που εκκρίνει τις ελκτικές φερορμόνες, αρκούν τα οπτικά και άλλα ερεθίσματα για να προκαλέσουν έλξη.
H εργασία αυτή είχε ως στόχο να περιγράψει σε μεγάλη συντομία τους πιθανούς μηχανισμούς με τους οποίους οι φερορμόνες εμπλέκονται στην ανθρώπινη σεξουαλικότητα. H έρευνα στον τομέα αυτό βρίσκεται ακόμη σε ένα αρχικό στάδιο, σίγουρα όμως μας προσφέρει νέες οπτικές γωνίες για να εξετάσουμε την ανθρώπινη σεξουαλικότητα και μας προτείνει μία βιολογική βάση για την ερμηνεία ορισμένων τομέων της ανθρώπινης συμπεριφοράς.

Summary
Tsalikis T, Margetis K.

Pheromones and human sexuality.
Hellen Obstet Gynecol 14(2): 98-103, 2002
Correspondence: T. Tsalikis
49 Konstantinoupoleos st, 54642, Thessaloniki, Greece, Tel: 0310 992890, E-mail: christt@med.auth.gr
Recent publications contribute for the presence of a functional vomeronasal organ in humans. This is the receptive organ for pheromones, steroids which are secreted from the apocrine glands of the skin and induce changes to the physiology and behavior of the people exposed to them. Pheromones at least in the field of human sexuality act by modulating the rhythm of secretion of GnRH and as a consequence of LH. Thus they influence the levels of sex steroids and the menstrual cycle of women. Possibly the mother’s pheromones are responsible for a sudden discharge of LH and the increased levels of testosterone in human male neonates, an increase which in mammals has a significant influence in the masculinization of the newborn. The synchrony of the menstrual cycles of women who spent a lot of time together is controlled by pheromones. The positive influence which the regular sexual intercourse has in women’s health is also attributed to pheromones.
Pheromones play a role in sexual attraction. For example, androstadienone the most prominent androstene on male human skin causes in women a significant reduction of nervousness and other negative feeling states with concordant changes in autonomous nervous system. It is stated the hypothesis that the sexual attraction for the pheromones of the opposite sex is written in the human genome, and during the human development - through learning mechanisms - is developed later the sexual attraction for the optical and other characteristics of the opposite sex.

Key words: Sex hormones, gonadotropins, pheromones, sex behavior, sex differentiation.First Department of Obstetrics Gynecology, Aristotle University of Thessaloniki

BIBΛIOΓPAΦIA
1. Jakob S, McClintock MK. Phychological state and mood effects of steroidal chemosignals in women and men. Horm Behav 2000 Feb; 37(1):57-78.
2. Grammer K. 5 alpha-androst-16-en-3-one: A Male Pheromone? A Brief Report. Ethol Sociobiol 1993; 14:201-8.
3. Cohn BA. In search of human skin pheromones. Arch Dermatol 1994; 130:1048-1051.
4. Gower DB, Holland KT, Mallet AI, Rennie PJ, Watkins WJ. Comparison of 16-androstene steroid concentrations in sterile apocrine sweat and axillary secretions: interconversions of 16-androstenes by the axillary microflora - a mechanism for axillary odour production in man? Journal of steroid biochemistry and molecular biology 1994; 48:409-18.
5. Monti-Block L, Jennings-White C, Dolberg DS, Berliner DL. The human vomeronasal system. Phychoneuroendocrinology 1994; 19(5-7):673-86.
6. Smith TD, Bhatnagar KP. The human vomeronasal organ. Part II: prenatal development. Journal of anatomy (England) 2000; 197 Pt 3:421-36.
7. Bhatnagar KP, Smith TD. The human vomeronasal organ III. Postnatal development from infancy to the ninth decade. Journal of anatomy (England) Sep 2001; 199(Pt 3):289-302.
8. Trotier D, Eloit C, Wassef M, Talmain G, Bensimon JL, Doving KB, et al. The vomeronasal cavity in adult humans. Chemical senses (England) 2000; 25 (4):369-80.
9. Jahnke V, Merker HJ. Electron microscopic and functional aspects of the human vomeronasal organ. American journal of Rhinology 2000; 14(1):63-7.
10. Martini S, Silvotti L, Shirazi A, Ryba NJ, Tirindelli R. Co-expression of putative pheromone receptors in the sensory neurons of the vomeronasal organ. Journal of neuroscience 2001; 21(3):843-8.
11. Monti-Bloch L, Jennings-White C, Berliner DL. The human vomeronasal organ. A review. Ann N Y Acad Sci 1998; 855:373-89.
12. Segovia S, Guillamon A, del Cero MC, Ortega E, Perez-Laso C, Rodriguez -Zafra M et al. The development of brain sex differences: a multisignalling process. Behavioural Brain Research 1999; 105(1):69-80.
13. Jacob S, Hayreh DJ, McClintock MK. Context-dependent effects of steroid chemosignals on human physiology and mood. Physiol Behav 2001; 74(1-2):15-27.
14. Schwanzel-Fukuda M. Origin and migration of luteinizing hormone releasing hormone neurons in mammals. Microsc Res Tech 1999; 44(1):2-10.
15. Wirsig-Wiechmann CR. Function of gonadotropin-releasing hormone in olfaction. Keio journal of medicine 2001; 50:81-5.
16. Arai Y, Matusumoto A, Nishizuka M. Synaptogenesis and neuronal plasticity to gonadal steroids. In: Ganten D and Pfaff DW Eds. Morphology of hypothalamus and its connections. Springer-Verlag, Berlin 1996:291-308.
17. Jacob S, Kinnunen LH, Metz J, Cooper M, McClintock MK. Sustained human chemosignal unconsciously alters brain function. Neuroreport 2001; 12:2391-4.
18. Monti-Block L, Diaz-Sanchez V, Jennings-White C, Berliner DL. Modulation of serum testosterone and autonomic function through stimulation of the male human vomeronasal organ (VNO) with pregna-4,20-diene-3,6-dione. J Steroid Biochem Mol Biol 1998; 65:237-42.
19. Corbier P, Dehennin L, Castanier M, Mebazaa A, Edwards DA, Roffi J. Sex differences in serum luteinizing hormone and testosterone in the human neonate during the first few hours after birth. Journal of clinical endocrinology and metabolism 1990; 71:1344-8.
20. Kohl J. Human pheromones: Mammalian olfactory, genetic, neuronal, hormonal and behavioral reciprocity, and human sexuality. Advances in Human Behavior and Evolution. (1996). http:// phych.lmu.edu/ ahbe.htm
21. Vinader-Caerols C, Collado P, Segovia S, Guillamon A. Estradiol masculinizes the posteromedial cortical nucleus of the amygdala in the rat. Brain research bulletin 2000; 53:269-73.
22. Bakker J, van Ophemert J, Timmerman MA, de Jong FH, Slob AK. Endogenous reproductive hormones and nocturnal rhythms in partner preference and sexual behavior of ATD-treated male rats. Neuroendocrinology 1995; 62:396-405.
23. Bakker J, van Ophemert J, Slob AK. Postweaning housing conditions and partner preference and sexual behavior of neonatally ATD-treated male rats. Phychoneuroendocrinology 1995; 20:299-310.
24. Meredith M. The vomeronasal organ. Available at: http://neuro.fsu.edu/research/vomer.htm
25. McClintock MK. Menstrual synchrony and suppression. Nature 1971; 229:244-5.
26. Cutler WB. Human axillary secretions influence women’s menstrual cycles: The role of donor extract from females. Hormones and behavior 1986; 20: 463-473.
27. Shinohara K, Morofushi M, Funabashi T, Kimura F. Axillary pheromones modulate pulsatile LH secretion in humans. Neuroreport 2001; 12(5):893-5.
28. Shinohara K, Morofushi M, Funabashi T, Mitsushima D, Kimura F. Effects of 5 alpha-androst-16-en-3alpha-ol on the pulsatile secretion on luteinizing hormone in human females. Chem senses 2000; 25(4):465-7.
29. Stern K, McClintock MK. Regulation of ovulation by human pheromones. Nature 1998; 392:177-9.
30. Cutler WB. Women’s responses to genital stimulation: Evidence for the functional role of timing. Presented at INABIS’98 Invited Symposium. Available at: http://www.mcmaster.ca/inabis98
31. Grammer K. 5 alpha-androst-16-en-3-one: a male pheromone? A brief report. Ethol Sociobiol 1993; 14:201-8.
32. Kohl JV, Atzmueller M, Fink B, Grammer K. Human pheromones: Integrating neuroendocrinology and ethology. Neuroendocrinology letters 2001; 22:309-321.
33. Juette A. Weibliche Pheromone-Wirkung und Rolle von synthetischen Kopulinen bei der versteckten Ovulation des menschen. Diplomarbeit an der Universitat Wien 1995.
34. Singh D, Bronstad PM. Female body odour is a potential cue to ovulation. Proc R Soc Lond B Biol Sci 2001; 268:797-801.
35. Grosser BI, Monti-Bloch L, Jennings-White C, Berliner DL. Behavioral and electrophysiological effects of androstadienone, a human pheromone. Phychoneuroendocrinology 2000; 25(3):289-99.
36. Lalumiere ML, Quinsey VL. Pavlovian conditioning of sexual interests in human males. Arch Sex Behav 1998; 27(3):241-52.
37. Meredith M. Vomeronasal organ removal before sexual experience impairs male hamster mating behavior. Physiol Behav 1986; 36(4):737-43.

A’ Mαιευτική και Γυναικολογική
Kλινική AΠΘ
Kατατέθηκε: 03/03/02
Eγκρίθηκε: 18/03/02
Aλληλογραφία: T. Tσαλίκης
Kωνσταντινουπόλεως 49
54642 Θεσσαλονίκη
Tηλ: 0310 992898
E-mail: christt@med.auth.gra


ΗΟΜΕPAGE


<<< Προηγούμενη σελίδα