ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ

Ηθικά και κοινωνικά προβλήματα
στη στείρωση των διανοητικά
καθυστερημένων ατόμων με σεξουαλική
δραστηριότητα

Λ. Βελογιάννη

Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου
Ιωαννίνων

Υποβλήθηκε: 20/03/04


ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Συζητούνται και αναλύονται τα συστήματα και οι μέθοδοι ηθικής ανάλυσης, καθώς και οι αρχές και οι αξίες της Βιοηθικής, που συντελούν στη λήψη αποφάσεων ηθικά, κοινωνικά και νομικά αποδεκτών, για θέματα που αφορούν στη στείρωση διανοητικά καθυστερημένων, αλλά σεξουαλικά δραστήριων ατόμων.
Από την ανάλυση προέκυψε:
Ότι η παρέκκλιση κάποιων ατόμων από αυτό που θεωρείται "φυσιολογικό" δεν συνιστά λόγο εξαίρεσης των ατόμων αυτών από τα δικαιώματα (ηθικά, κοινωνικά, νομικά) που η ανθρώπινη υπόσταση τους παρέχει.
Ότι δεν πρέπει να αποκλεισθούν κάποιες ελάχιστες εξαιρέσεις από τον κανόνα της απαγόρευσης της στείρωσης, υπό τον απαράβατο όρο ότι παρέχονται πλήρη εχέγγυα κατοχύρωσης των δικαιωμάτων τους (βλπ δικαστικές αποφάσεις, σύμφωνη γνώμη ειδικών συμβουλίων, πληροφορημένη συναίνεση των επιτρόπων των ανικάνων να συναινέσουν ατόμων). (Δελτ Α΄ Παιδιατρ Κλιν Πανεπ Αθηνών 2004, 51(2):133-138)

Λέξεις ευρετηριασμού: στείρωση, διανοητική καθυστέρηση, σεξουαλική δραστηριότητα.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η δυνατότητα αναπαραγωγής των διανοητικά καθυστερημένων ατόμων, καθώς και τα ποικίλα κοινωνικά προβλήματα που δημιουργεί, αποτέλεσε κατά καιρούς αντικείμενο συζητήσεων και αντιπαραθέσεων. Οι αντιπαραθέσεις αυτές εντείνονται, όταν ως λύση στο εν λόγω πρόβλημα προτείνεται η στείρωση των ατόμων αυτών.
Η στείρωση ενδεχόμενα δίνει διέξοδο σε κάποια πρακτικά ζητήματα που δημιουργούνται από την αναπαραγωγή διανοητικά καθυστερημένων ατόμων, ωστόσο εγείρει σοβαρούς ηθικούς, κοινωνικούς και νομικούς προβληματισμούς.[1]
Η ηθική ανάλυση η οποία οδηγεί στη χάραξη μιας κοινωνικής πολιτικής υγείας, αλλά και σε συγκεκριμένες αποφάσεις που αφορούν σε λύσεις προβλημάτων όπως το παραπάνω, είναι απαραίτητη προϋπόθεση για λύσεις ηθικά και κοινωνικά αποδεκτές. Ως βάση των συλλογισμών που μας οδηγούν σε συγκεκριμένες αποφάσεις είναι οι ηθικοί κανόνες και αξίες της συγκεκριμένης κοινωνίας, που αφορά η ηθική ανάλυση. Επειδή οι σύγχρονες κοινωνίες είναι ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένες ως προς το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η ηθική αξιολόγηση αποφάσεων όπως η στείρωση μελών μιας κοινωνίας, έχει ιδιαίτερη σημασία.
Για το λόγο αυτό θεωρούμε τη Βιοηθική, που είναι η κριτική ανάλυση των προβλημάτων που προκύπτουν από την άσκηση των βιολογικών επιστημών, όχι ως ένα καθαρά θεωρητικό κλάδο της φιλοσοφίας, αλλά ως μια κοινωνική επιστήμη στην προέλευσή της, τη λειτουργία της, τις κυρώσεις που επιβάλλει, άρρηκτα συνδεδεμένη με την άσκηση της ιατρικής.[2] Σε εποχές όπως η δική μας που γίνονται πολύ σημαντικές αλλαγές τόσο στην τεχνολογία όσο και στην κοινωνική ζωή, θεωρείται αναγκαίο οι ηθικές και κοινωνικές αξίες να εξελίσσονται και να προσαρμόζονται στις ανάγκες της σύγχρονης ζωής. Είναι ηθικά εσφαλμένο, λοιπόν, να ακολουθούμε άκριτα ένα ηθικό κανόνα ή μια κοινωνική πολιτική, χωρίς κριτική ανάλυση και αξιολόγηση των περαιτέρω επιπτώσεων της πολιτικής αυτής. Για παράδειγμα, θα ήταν σφάλμα από ηθικής και κοινωνικής πλευράς, να υιοθετήσουμε μια πολιτική στείρωσης ομάδας πολιτών χωρίς κριτική ανάλυση και αξιολόγηση της χρησιμότητάς της και γενικότερα των θετικών και αρνητικών επιπτώσεών της.

Μέθοδοι ηθικής ανάλυσης - αρχές και αξίες βιοηθικής
Στην ηθικοφιλοσοφική διανόηση κυριαρχούν δύο συστήματα ηθικής ανάλυσης. Το δεοντολογικό και το τελεολογικό ή ωφελιμιστικό. Το δεοντολογικό, από το δέον και καθήκον, υποστηρίζει ότι ορισμένες πράξεις, π.χ. η στείρωση προβληματικών ατόμων, είναι ανεπίτρεπτες, ανεξάρτητα από τις ευρύτερες κοινωνικές συνέπειες.[2] Το τελεολογικό, ή ωφελιμιστικό σύστημα ηθικής ανάλυσης, ακολουθείται από όσους αποβλέπουν στις συνέπειες των εναλλακτικών λύσεων.[2] Στη φύση του θέματος που εξετάζουμε, ταιριάζει ίσως περισσότερο ο δεύτερος τρόπος σκέψης, διότι μας ενδιαφέρουν κυρίως οι κοινωνικές συνέπειες της στείρωσης και όχι εάν η στείρωση αφ' εαυτής ως ιατρική πράξη, είναι ορθή ή όχι. Για να αποφασίσουμε για το ποιες ηθικές αξίες και κανόνες πρέπει να καθοδηγήσουν την απόφασή μας σχετικά με τη στείρωση προβληματικών ατόμων, πρέπει να είμαστε πεισμένοι ότι αυτοί οι κανόνες θα επιφέρουν τα θετικότερα αποτελέσματα. Είναι, όμως, δύσκολο, εάν όχι ακατόρθωτο, να καθορισθούν οι κανόνες που θα διέπουν την άσκηση της ιατρικής γενικά, διότι η ιατρική ως επιστήμη άπτεται όλων των πλευρών της ανθρώπινης ύπαρξης. Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένες βασικές αρχές και αξίες κοινής αποδοχής που θεωρείται ότι συμβιβάζονται, τόσο με την κοινωνική φύση της άσκησης της ιατρικής, όσο και με τις κοινωνικές αρχές και αξίες που επικρατούν στη σύγχρονη ζωή.[2] Οι γενικές αυτές αρχές είναι:
1. Η αρχή της προώθησης της Υγείας. Σύμφωνα με τις απόψεις που επικρατούν τελευταία ο όρος "Υγεία" δεν αναφέρεται μόνο στη σωματική, αλλά και στην ψυχική και κοινωνική ευημερία των ανθρώπων. Η άποψη αυτή υιοθετείται από τον καταστατικό χάρτη της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας και εναρμονίζεται με την πολυδιαστατική φύση της ανθρώπινης ύπαρξης. Η φυσική διάσταση του ανθρώπου δεν πρέπει να διακρίνεται από την κοινωνική, ιδεολογική και ψυχολογική διάσταση, γι' αυτό και η άσκηση της ιατρικής περιλαμβάνει και την αντιμετώπιση ή διόρθωση κοινωνικο-ψυχολογικών προβλημάτων.[3] Ο τρόπος προώθησης της υγείας ποικίλει κατά εποχές, διότι η αξιολόγηση της υγείας είναι άμεσα συνδεδεμένη με γνώσεις βιολογίας, με την κοινωνική διάρθρωση και τις πολιτιστικές αξίες. Π.χ. άλλη η έννοια της υγείας και ο τρόπος προώθησής της την εποχή που παρουσιάστηκε το κίνημα των ευγονικών αντιλήψεων, άλλη όταν ανακαλύφθηκαν οι νόμοι της κληρονομικότητας και άλλη σήμερα. Σε μια εποχή που πιστεύονταν ότι το "όμοιο δημιουργεί όμοιο" και που επικρατούσαν απόψεις κοινωνικού δαρβινισμού που έτεινε να εξισώσει τη βιολογική υπόσταση του ανθρώπου με την κοινωνική του θέση, ήταν ίσως πιο δικαιολογημένη η τάση στείρωσης ατόμων με βιολογικά και κοινωνικά προβλήματα, διότι έτσι θεωρούνταν ότι προωθείται η Δημόσια Υγεία.[4]
2. Η αρχή της αυτονομίας ή αυτοδιάθεσης.[5] Σύμφωνα με την αρχή αυτή, οι αποφάσεις των ανθρώπων που αφορούν στη ζωή τους, την υγεία τους και άλλες πτυχές της προσωπικής τους ζωής, πρέπει να λαμβάνονται από τους ίδιους και να γίνονται σεβαστές.[1] Η αρχή αυτή άλλωστε εκφράζεται σε όλες τις διαδικασίες της σύγχρονης κοινωνικής ζωής και δεν υπάρχει λόγος να μην εκφράζεται και κατά την άσκηση της ιατρικής, η οποία είναι άλλωστε και κοινωνική, στη φύση της, επιστήμη.
Μια τρίτη αρχή που διέπει την άσκηση της ιατρικής είναι η αρχή της ισότητας ή της ισοτιμίας. Σύμφωνα με την αρχή αυτή, όλοι οι άνθρωποι ανεξάρτητα κάθε άλλης ιδιότητας εκτός της ανθρώπινης, έχουν ίσα δικαιώματα για ζωή και υγεία.
Τα διανοητικά καθυστερημένα άτομα διαφέρουν κυρίως από τους άλλους ανθρώπους στο ότι έχουν κάποια πρόσκαιρη ή μόνιμη ανικανότητα ανταπόκρισης, ακόμη και σε κοινά προβλήματα της καθημερινής ζωής.[6]
Η παρέκκλιση που έχουν τα διανοητικά καθυστερημένα άτομα από αυτό που θεωρείται "φυσιολογικό" δεν συνιστά λόγο εξαίρεσης των ατόμων αυτών από δικαιώματα που η ανθρώπινη υπόσταση τους παρέχει (για τον ίδιο λόγο που δεν εξαιρούνται τα παιδιά από τα δικαιώματα αυτά), όπως το δικαίωμα επιβίωσης, ευημερίας, εκπαίδευσης, φροντίδας και σεβασμού, πάντοτε στα πλαίσια του εφικτού. Εξ' άλλου, τα Συντάγματα και οι νόμοι της κοινωνίας παρέχουν ίση αστική και ποινική προστασία σε υγιείς και μη υγιείς πολίτες, σε πολίτες με υψηλή και σε πολίτες με χαμηλή νοητικότητα.

Ιστορική αναδρομή της στείρωσης - επιχεριρήματα υπέρ και κατά της στείρωσης
Στείρωση θεωρείται η παρεμπόδιση της αναπαραγωγής με τεχνητά μέσα. Οι τεχνικές διαδικασίες της στείρωσης δεν δημιουργούν σοβαρούς κινδύνους στα άτομα που τις υφίστανται. Δημιουργούν όμως σοβαρά ηθικά και κοινωνικά προβλήματα. Μέχρι σήμερα, στείρωση έχει επιβληθεί για σκοπούς θεραπευτικούς, αντισυλληπτικούς, ευγονικούς και κοινωνικούς. Η στείρωση των διανοητικά καθυστερημένων ατόμων γινόταν στο παρελθόν για ευγονικούς λόγους κυρίως. Αυτό συνέβαινε στα τέλη του 19ου και αρχές του 20ου αιώνα που επικρατούσε το κίνημα ευγονικής. Τότε υπήρχε άγνοια των νόμων της κληρονομικότητας και επιπλέον ανθούσαν οι θεωρίες του κοινωνικού δαρβινισμού και της φυσικής τελειότητας των ανθρώπων.[4] Κάτω από αυτές τις συνθήκες, οι στειρώσεις έπαιρναν μια ηθική δικαιολόγηση.
Μετά, όμως, το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, που το κίνημα αυτό πήρε καθαρά ρατσιστικές διαστάσεις και ξεπέρασε κάθε όριο ηθικής δικαιολόγησης, οι στειρώσεις άρχισαν να γίνονται για καθαρά κοινωνικούς λόγους. Κοινωνικοί λόγοι, που συνιστούν και επιχειρήματα υπέρ της στείρωσης, θεωρούνται τα εξής:
- Η διαφύλαξη των οικονομικών πόρων της κοινωνίας, διότι η κοινωνία συνήθως φροντίζει για τα παιδιά των διανοητικά καθυστερημένων γονιών.
- Η προστασία των παιδιών από ακατάλληλο περιβάλλον ανάπτυξης.
- Η προστασία των ίδιων των διανοητικά καθυστερημένων ατόμων από τα βάρη της πατρότητας ή της μητρότητας.[7,8]
Ως προς τα τρία αυτά επιχειρήματα μπορούν να αντιταχθούν τα εξής: Είναι γεγονός ότι με τη στείρωση των διανοητικά καθυστερημένων ατόμων προλαμβάνονται ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες. Τα παιδιά που θα γεννιόταν θα επιβάρυναν την κοινωνία ως σύνολο, διότι οι γονείς δεν θα ήταν σε θέση να τα φροντίσουν, επιπλέον δε, υπήρχαν πολλές πιθανότητες να είχαν κι αυτά ένα βαθμό διανοητικής καθυστέρησης, με συνέπεια να χρειάζονται πρόσθετη κοινωνική φροντίδα. Πρέπει, όμως, να λάβουμε υπόψη μας ότι ένα από τα χαρακτηριστικά των διανοητικά καθυστερημένων ατόμων είναι ο χαμηλός δείκτης γεννητικότητας. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 85% των διανοητικά καθυστερημένων ατόμων γεννήθηκαν από υγιείς γονείς. Σε μελέτες που έγιναν στην Αμερική, βρέθηκε ότι ο αριθμός των παιδιών που γεννιούνται από διανοητικά καθυστερημένους γονείς είναι στατιστικά ασήμαντος σε σύγκριση με τον αριθμό γεννήσεων των εξώγαμων παιδιών που γεννιούνται από ανήλικους γονείς, ή μητέρες ελεύθερων ηθών, ή άλλα άτομα ανίκανα να αναθρέψουν τα παιδιά τους.[6]
Είμαστε ως κοινωνία έτοιμοι, προβάλλοντας το ίδιο επιχείρημα, να προτείνουμε την υιοθέτηση και εφαρμογή μιας τέτοιας πρακτικής; Εξάλλου, με μικρής έντασης προσοχή, μπορούν να μειωθούν στο ελάχιστο οι γεννήσεις παιδιών από διανοητικά καθυστερημένα άτομα, πράγμα που δεν συμβαίνει με τις άλλες κατηγορίες ανίκανων γονιών.
Ως προς το δεύτερο επιχείρημα, μπορεί να αντιταχθεί ότι παιδιά κοινών εγκληματιών, αιμομικτών, κοινών γυναικών, πρέπει να τύχουν μεγαλύτερης προστασίας από τα παιδιά ατόμων με χαμηλή, απλά, αντίληψη. Εάν δεν είμαστε διατεθειμένοι να στειρώσουμε όλους τους ακατάλληλους γονείς, με ποια ηθική δικαιολόγηση διακρίνουμε μια τάξη ακατάλληλων γονιών; Μήπως επειδή προβάλλουν τη μικρότερη αντίσταση;
Τέλος, ως προς το τρίτο επιχείρημα, μπορεί να προταθεί ότι η προστασία από τους κινδύνους της εγκυμοσύνης δεν εκφράζεται με στείρωση. Μπορεί καλύτερα να εκφραστεί με μικρή ένταση της προσοχής φύλαξης των διανοητικά καθυστερημένων ατόμων. Εξάλλου, έχει αποδειχθεί ότι πολλά διανοητικά καθηστερημένα άτομα δεν παίρνουν μόνο βάρη από την οικογένεια, αλλά είναι σε θέση να βιώσουν έστω και υποτυπωδώς τις δημιουργικές εμπειρίες της μητρότητας και πατρότητας, καμιά φορά δε και περισσότερο από άτομα ψηλής νοημοσύνης. Γνωρίζουμε ότι ικανότητα αντίληψης και συναισθηματισμός δεν συμβαδίζουν ανάλογα.[9]
Τα επιχειρήματα που προβάλλονται ενάντια σε κάθε εξαναγκαστική στείρωση γενικά και κυρίως στη στείρωση των διανοητικά καθυστερημένων ατόμων, είναι:
- Ότι παραβιάζεται κατάφορα η αυτονομία, ελευθερία, ισοτιμία των ατόμων που παρουσιάζουν κάποια νοητική διαταραχή.
- Ότι καλλιεργείται αντιδημοκρατικό κλίμα διάκρισης των πολιτών σε υγιείς με δικαιώματα και ασθενείς χωρίς δικαιώματα.
- Ότι δημιουργείται αρνητικό προηγούμενο και για άλλης μορφής επεμβάσεις, σε άλλους τομείς της προσωπικής ζωής, ιδίως ανθρώπων που αδυνατούν να υπερασπίσουν τα δικαιώματά τους.
Αναφερόμενοι στο πρώτο από τα επιχειρήματα, συμπληρώνουμε ότι καμιά ηθική δικαιολόγηση δεν συνηγορεί υπέρ της διάκρισης και της παραβίασης δικαιωμάτων μιας ομάδας μόνον αρρώστων. Από το γεγονός ότι μερικά άτομα δεν συνειδητοποιούν και δεν κάνουν χρήση ορισμένων δικαιωμάτων τους, δεν έπεται ότι χάνουν τα δικαιώματά τους.
Ως προς το δεύτερο και τρίτο επιχείρημα, αξίζει να προστεθούν τα εξής: Εάν μια κοινωνία δεν ευαισθητοποιηθεί κατάλληλα, ώστε να μην ανέχεται παρεμβάσεις στην προσωπική ελευθερία των πολιτών της, είναι ενδεχόμενο να ανεχθεί παρεμβάσεις και σε άλλους τομείς της κοινωνικής ζωής. Καλλιεργείται, δηλαδή, κατ' αυτό τον τρόπο η νοοτροπία και η πρακτική του ολισθηρού κατήφορου. Εάν επιτραπεί η στείρωση σε μια ομάδα ανθρώπων με κάποια διανοητική καθυστέρηση, είναι επίφοβο να επεκταθεί η πρακτική και σε άλλες κατηγορίες ανθρώπων με φυσικά ή διανοητικά ελαττώματα, ή ακόμη σε απλώς "ανεπιθύμητα" κοινωνικά άτομα. Μια σύντομη ιστορική αναδρομή στην πρακτική της στείρωσης, μας φανερώνει ότι χρησιμοποιήθηκε τις περισσότερες φορές για ενίσχυση απαράδεκτων θεωριών ευγονικής, για λόγους τιμωρίας αντίθετων κάποιου καθεστώτος και τέλος, στα διανοητικά καθυστερημένα άτομα, για λόγους χαλάρωσης της προσοχής των υπεύθυνων για την επιμέλειά τους.[6] Ασφαλώς από το "ήταν" στο παρελθόν δεν συνάγουμε πάντα το "πρέπει" για το μέλλον. Μπορούμε, όμως, να προβληματισθούμε ως κοινωνικό σύνολο, από εμπειρίες του παρελθόντος και να αποφασίσουμε εάν θέλουμε να τις βιώσουμε στο μέλλον ξανά.

Νομική κατάσταση
Και η νομοθετική κατάσταση που αφορά στη στείρωση ακολούθησε ιστορικά την πορεία των κοινωνικών και ηθικών απόψεων, κάθε εποχής. Έτσι, από το 1900 μέχρι το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το δίκαιο των διαφόρων χωρών (ιδίως των αγγλοσαξωνικών) κατοχύρωνε και νομικά τις εξαναγκαστικές στειρώσεις. Από το 1945 και εντεύθεν, άρχισε να αμφισβητείται η ορθότητα κάθε εξαναγκαστικής στείρωσης. Γνωρίζουμε ότι οι νόμοι είναι το καταστάλαγμα των κοινωνικών ζυμώσεων και αντιλήψεων. Έτσι, οι αντιλήψεις αυτές οδήγησαν στην αλλαγή της νομοθεσίας σχετικά με τη στείρωση.
Λόγοι μεταστροφής των αντιλήψεων και της νομοθεσίας ήταν:
- Οι οδυνηρές εμπειρίες του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου.
- Οι ανακαλύψεις των νόμων της κληρονομικότητας.
- Η διαπίστωση ότι οι κοινωνικά ισχυροί δεν ταυτίζονται με τους βιολογικά ισχυρούς, αφού όλοι πλήττονται από τα ίδια προβλήματα (επιδημίες, οικονομική κρίση, κ.λπ.).
- Η επικράτηση γενικά θεωριών φιλελευθερισμού και ατομικότητας.
Οι διαδικασίες κατάργησης νόμων είναι εξαιρετικά αργές, διότι προσκρούουν σε γραφειοκρατικούς μηχανισμούς αλλά και σε εδραιωμένες ήδη αντιλήψεις και νοοτροπίες ,που χρειάζονται χρόνο και έντονα κινήματα για να ξεπεραστούν ριζικά. Ενδεικτικά αναφέρω ότι στις ΗΠΑ, παρόλο ότι ισχύουν ακόμη νόμοι που επιτρέπουν την εξαναγκαστική στείρωση, οι αποφάσεις που καθημερινά εκδίδονται κηρύσσουν τους νόμους αντισυνταγματικούς. Η αντίφαση αυτή νόμων και αποφάσεων είναι συνηθισμένη σε μεταβατικές περιόδους που προηγούνται της αλλαγής κάποιας νομοθεσίας.[10]
Στον ελληνικό χώρο, ανέκαθεν απαγορεύονταν η στείρωση, τόσο η εξαναγκαστική όσο και η ηθελημένη. Υπάρχουν ανεπίσημα στοιχεία που αναφέρουν ότι γίνονται και οι δύο μορφές στειρώσεων. Οπωσδήποτε κάποια κοινωνική αναγκαιότητα τις επιβάλλει και το γεγονός χρειάζεται να ερευνηθεί από κοινωνιολογική άποψη.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Από την προηγούμενη ανάπτυξη αντλούνται ορισμένα συμπεράσματα:
- Ότι η εξαναγκαστική στείρωση καταρρακώνει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και έρχεται σε αντίθεση με την αρχή της αυτοδιάθεσης των ανθρώπων.
- Είναι αντισυνταγματική, διότι αντίκειται στην αρχή της ισονομίας και ισοτιμίας όλων των πολιτών, που όλα τα συντάγματα των προηγμένων χωρών κατοχυρώνουν.
- Δημιουργεί αντιδημοκρατικό προηγούμενο εάν υιοθετηθεί ως κοινωνική πολιτική για κάθε είδους επέμβαση στην προσωπική ζωή των πολιτών.
- Υποθάλπει κατάλοιπα ευγονικών αντιλήψεων, που έχει αποδεχθεί ότι είναι λανθασμένες επιστημονικά και κυρίως επικίνδυνες.
- Προσβάλλει τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του τμήματος του κοινωνικού συνόλου που θρησκεύει.[11]
- Δεν ωφελεί ουσιαστικά το κοινωνικό σύνολο, διότι ελάχιστες μόνο εγκυμοσύνες προλαμβάνει, αφού όπως είδαμε, τα διανοητικά καθυστερημένα άτομα έχουν χαμηλό δείκτη γεννητικότητας.
- Ευνοεί τη χαλάρωση προσοχής των υπευθύνων για την επιμέλεια των διανοητικά καθυστερημένων ατόμων.
- Δεν έχει ηθική δικαιολόγηση αφού υπάρχουν άλλες κοινωνικά αποδεκτές εναλλακτικές λύσεις (πρόσκαιρη παρεμπόδιση της γονιμότητας ή ένταση της προσοχής).

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ - ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ
Ως γενικό μέτρο προσαρμοσμένο στην ελληνική πραγματικότητα θα μπορούσε κάποιος να προτείνει:
- Να απαγορευτεί η εξαναγκαστική στείρωση των διανοητικά καθυστερημένων ατόμων ως μέτρο πολιτικής.
- Να μην αποκλεισθεί η περίπτωση λίγων εξαιρέσεων, υπό τον όρο ότι παρέχονται εχέγγυα κατοχύρωσης των δικαιωμάτων των ανίκανων. Τέτοια εχέγγυα σύμφωνα με τη διεθνή πρακτική είναι: αποφάσεις δικαστηρίων, σύμφωνη γνώμη ειδικών συμβουλίων, πληροφορημένη συναίνεση των επιτρόπων των ανηλίκων.
Οι εξαιρέσεις από τον κανόνα απαγόρευσης της στείρωσης δεν παραβιάζουν τις ηθικές αρχές και αξίες που αναφέρθηκαν παραπάνω, απλώς δημιουργούν ελαστικότερες διαδικασίες, όταν είναι λίγες και πάντοτε δικαιολογημένες.

Moral and social problems related to the sterilization of the mentally retarded but sexually active persons
L. Veloyianni

(Ann Clin Pediatr Univ Atheniensis 2004, 51(2):133-138)

In this paper, the contemporary ethical theories are analyzed and discussed. Furthermore, the ethical principles which are applied to special areas where moral problems arise, are presented and related to the sterilization of the incompetent person.
It has been concluded that there is no moral or social reason to violate the civil rights of the retarded children or adults by sterilizing them in order to "protect" society. The tension between society's duty to protect the rights of the incompetent person, without jeopardizing the welfare of its competent members, is resolved if involuntary sterilization is prohibited as a rule. However, if and only if the court is convinced that the procedure will benefit the incompetent person, an exception to the rule can be made.

Key words: sterilization, mental retardation, sexual activity.

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ
Ευχαριστώ τον κ. Ν. Κόιο, Διδάκτορα Θεολογίας-Βιοηθικής για τις εποικοδομητικές επισημάνσεις του στην εκπόνηση της εργασίας μου.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. American Academy of Paediatrics. Sterilization of minors with developmental disabilities. Committee of Bioethics. Pediatrics 1999, 104:337-340.
2. Francena WK. Utilitarianism, Justice and Love. In: Englewood Cliffs (Ed). Ethics. New Jersey, Prentice-Hall Inc 1973, 38, 39, 77.
3. W.H.O. A definition of health. In: Beauchamp TL, Walters LR, Belmont CA (eds). Contemporary issues in Bioethics. Belmont, CA, Wadsworth Publ Co Inc 1978, 89.
4. Ludmerer KM. Eugenics. In: Englewood Cliffs (Ed). Ethics. New Jersey, Prentice-Hall Inc 1973, 457-461.
5. Callahan D. Bioethics. In: Reich WT (ed). Encyclopedia of Bioethics. New York, MacMillan 1995, 248-249.
6. Cook RE. Mentally handicapped. In: Reich WT (ed). Encyclopedia of Bioethics. New York, MacMillan 1978, 1.108-1.113.
7. Morgan D. Sterilization and mental incompetence. Bulletin of Med Ethics 1989, 53:18-23.
8. Reily PR. Eugenic sterilization in the U.S.A. In: Beauchamp TL, Walters LR, Belmont CA (eds). Contemporary issues in Bioethics, 5th Ed. Belmont, CA, Wadsworth Publ Co Inc 1999, 516-525.
9. Parens E, Asch A. The disability rights critique of prenatal genetic testing: reflections and recommendations. Special Sumpplement, Hastings Center Report 1999, 29.
10. Friedman JM. Sterilization - legal aspects. In: Reich WT (ed). Encyclopedia of Bioethics. New York, MacMillan 1978, 1.613-1.617.
11. Κόιος Ν. Η Ορθόδοξη Βιοηθική μπροστά στη μηχανιστική θεώρηση της ζωής και του ανθρώπου από την εφαρμοσμένη Γενετική. Στο: Ηθική Θεώρηση των Τεχνικών Παρεμβάσεων στο Ανθρώπινο Γονιδίωμα. Αθήνα 2003, 272-283.

 

 

 

ΗΟΜΕPAGE


<<< Προηγούμενη σελίδα