Νέες μελέτες σχετικά με την ασφάλεια και την
αποτελεσματικότητα του Remicade® στη νόσο του Crohn

<<< Προηγούμενη σελίδα

 

Το Remicade® (infliximab) είναι ένα μονοκλωνικό αντίσωμα που στοχεύει ειδικά και δεσμεύει αμετάκλητα τον TNF-α, πρωτεΐνη που έχει αποδειχθεί ότι διαδραματίζει ένα σημαντικό ρόλο στη νόσο του Crohn[1,5], τη ρευματοειδή αρθρίτιδα[6,7], την αγκυλοποιητική σπονδυλαρθρίτιδα[8] και την ψωρίαση[9].
Στο πρόσφατο UEGW (United European Gastroenterology Week) που έγινε στην Πράγα από τις 25 έως τις 29 Σεπτεμβρίου παρουσιάστηκαν δύο νέες μελέτες με αποτελέσματα σχετικά με την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα του Rεmicade® στη νόσο του Crohn.
Στην πρώτη μελέτη (μια προοπτική μελέτη 5.807 ασθενών), τα στοιχεία συλλέχθηκαν από τη βάση δεδομένων TREAT (Therapy, Resource, Evaluation and Assessment Tool) που ξεκίνησε με σκοπό τη μελέτη της μακροχρόνιας ασφάλειας του Remicade® στη νόσο του Crohn. Μέχρι τον Αύγουστο του 2003 όπου έγινε αυτή η ανάλυση, η βάση περιελάμβανε 5.807 ενήλικους ασθενείς με νόσο Crohn με μια μέση παρακολούθηση περίπου ενός έτους. Σχεδόν οι μισοί (2.850) από τους ασθενείς ελάμβαναν Remicade®. Το Remicade® ήταν καλώς ανεκτό σε 11.504 εγχύσεις. Σε ποσοστό 5.4% των εγχύσεων παρατηρήθηκε αντίδραση έγχυσης οποιουδήποτε τύπου, ενώ μόνο στο 0.16% των εγχύσεων παρατηρήθηκαν σοβαρές αντιδράσεις. Επίσης, δεν αποδείχθηκε ότι το Remicade® αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση σοβαρών λοιμώξεων όταν τα δεδομένα αναλύθηκαν σε σχέση με τον ρόλο μιας σειράς άλλων παραγόντων (συμπεριλαμβανομένων και άλλων συνοδών φαρμάκων) (RR=1.09, CI=0.58-2.05). Η επίπτωση των σοβαρών λοιμώξεων ήταν 1.27 ανά 100 ασθενείς-έτη μέσα σε τρεις μήνες θεραπείας με Remicade® έναντι 0.85 ανά 100 ασθενείς-έτη στην ομάδα των ασθενών που δεν αντιμετωπίστηκε με Remicade® (RR=1.51, 95% CI=0.86-2.65, p=0.11). Ωστόσο, η χρήση κορτικοστεροειδών (OR=2.32, 95% CI=1.56-6.06), η χρήση ναρκωτικών αναλγητικών (OR=3.08, 95% Ci=1.23-4.37), και το θηλυκό φύλο (OR=2.21, 95% CI=1.10-4.45) βρέθηκε ότι συνδέονταν με υψηλότερο κίνδυνο σοβαρής λοίμωξης. Υπήρξε επίσης μια ισχυρή αλλά μη στατιστικά σημαντική τάση συσχέτισης της σοβαρότερης νόσου με την εμφάνιση σοβαρών λοιμώξεων (OR=2.21, 95% CI=0.95-7.46). Η ανάλυση έδειξε ακόμη ότι ο ρυθμός θνησιμότητας τρεις μήνες μετά τη θεραπεία με Remicade® ήταν χαμηλότερος από το ρυθμό θνησιμότητας ασθενών που δεν έλαβαν έγχυση. Επιπλέον, η μελέτη δεν βρήκε σύνδεση του Remicade® με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης κακοήθειας (OR=1.05, 95% CI=0.53-2.08).
Η χορήγηση του Remicade® έχει συσχετιστεί κατά το παρελθόν με την εμφάνιση σοβαρών λοιμώξεων όπως η φυματίωση[10]. Τα αποτελέσματα αυτής της νέας μελέτης, στην οποία έγινε επιπλέον ανάλυση σε σχέση με τα συγχορηγούμενα φάρμακα όπως τα κορτικοστεροειδή, δείχνουν ένα πιο ασφαλές προφίλ του φαρμάκου. Η περαιτέρω παρακολούθηση των ασθενών της βάσης TREAT εκτιμάται ότι θα δώσει σύντομα επιπλέον στοιχεία.
Η δεύτερη μελέτη που παρουσιάστηκε στο 12o UEGW ήταν μια επιπλέον ανάλυση των δεδομένων της μελέτης ACCENT-Ι (A Crohn's disease Clinical trial Evaluating infliximab in a New long-term Treatment regimen) σχετικά με την αποτελεσματικότητα του Remicade® στη μείωση του πόνου στους ασθενείς με νόσο Crohn.
Για να εκτιμηθεί το πρώιμο όφελος της θεραπείας με Remicade® στη μείωση του πόνου, 573 ασθενείς με νόσο Crohn τυχαιοποιήθηκαν για να λάβουν τρία διαφορετικά θεραπευτικά σχήματα, μόνο μία δόση 5mg/kg στην ομάδα 1, τρεις δόσεις 5mg/kg στις ομάδες 2 και 3 και στη συνέχεια θεραπεία συντήρησης αλλά με διαφορετική δόση Remicade® (10mg/kg στην ομάδα 3). Αλλαγές στην ένταση του πόνου εκτιμήθηκαν με την ανάλυση απαντήσεων στα ερωτηματολόγια (Crohn's Disease Activity Index - CDAI, Inflammatory Bowel Disease Questionnaire - IBDQ, και SF-36).
Υπήρξε μια ιδιαίτερα σημαντική μείωση (p <0.0001) της αναφερόμενης έντασης του πόνου την 10η, 30η, και 54η εβδομάδα, σε σχέση με την ένταση του πόνου κατά την έναρξη της μελέτης και στις τρεις ομάδες, συμπεριλαμβανομένων των ασθενών που έλαβαν τη δοσολογία που έχει καθιερωθεί για τη νόσο Crohn (5mg/kg infliximab στις εβδομάδες 0, 2 και 6 και στη συνέχεια κάθε 8 εβδομάδες). Η μέση μείωση του πόνου την 10η εβδομάδα ήταν σημαντικά (p <0.05) μεγαλύτερη μετά από την χορήγηση τριών δόσεων σε σύγκριση με τη χορήγηση μιας και μόνο δόσης. Σε σχέση με την έναρξη της μελέτης παρατηρήθηκε μείωση κατά 50% του εκτιμώμενου κοιλιακού άλγους, κατά 25% του σωματικού πόνου και κατά 33% του βαθμού στον οποίο ο πόνος παρεμπόδισε την καθημερινή κανονική εργασία των ασθενών.
Συνοψίζοντας, το Remicade® φάνηκε να είναι ασφαλές για τη θεραπεία της νόσου του Crohn κατά τη διάρκεια της και παρέχει σημαντική ύφεση του πόνου των ασθενών βελτιώνοντας σημαντικά την ποιότητα ζωής τους.

Βιβλιογραφία
1. Sands BE, Anderson FH, Bernstein CN, Chey WY, Feagan BG, Fedorak RN, Kamm MA, Korzenik JR, Lashner BA, Onken JE, Rachmilewitz D, Rutgeerts P, Wild G, Wolf DC, Marsters PA, Travers SB, Blank MA, van Deventer SJ. Infliximab maintenance therapy for fistulizing Crohn' s disease. N Engl J Med 2004; 350:876-85.
2. Hanauer SB, Feagan BG, Lichtenstein GR, Mayer LF, Schreiber S, Colombel JF, Rachmilewitz D, Wolf DC, Olson A, Bao W, Rutgeerts P. Maintenance infliximab for Crohn' s disease: the ACCENT I randomised trial. Lancet 2002; 359:1541-9.
3. Present DH, Rutgeerts P, Targan S, Hanauer SB, Mayer L, van Hogezand RA, Podolsky DK, Sands BE, Braakman T, DeWoody KL, Schaible TF, van Deventer SJ. Infliximab for the treatment of fistulas in patients with Crohn' s disease. N Engl J Med 1999; 340:1398-405.
4. D' Haens G, Van Deventer S, Van Hogezand R, Chalmers D, Kothe C, Baert F, Braakman T, Schaible T, Geboes K, Rutgeerts P. Endoscopic and histological healing with infliximab anti-tumor necrosis factor antibodies in Crohn' s disease: a European multicenter trial. Gastroenterology 1999; 116:1029-34.
5. Baert FJ, D' Haens GR, Peeters M, Hiele MI, Schaible TF, Shealy D, Geboes K, Rutgeerts PJ. Tumor necrosis factor alpha antibody (infliximab) therapy profoundly down-regulates the inflammation in Crohn' s ileocolitis. Gastroenterology 1999; 116:22-8.
6. Lipsky PE, van der Heijde DM, St Clair EW, Furst DE, Breedveld FC, Kalden JR, Smolen JS, Weisman M, Emery P, Feldmann M, Harriman GR, Maini RN. Infliximab and methotrexate in the treatment of rheumatoid arthritis. Anti-Tumor Necrosis Factor Trial in Rheumatoid Arthritis with Concomitant Therapy Study Group. N Engl J Med 2000; 343:1594-602.
7. Maini R, St Clair EW, Breedveld F, Furst D, Kalden J, Weisman M, Smolen J, Emery P, Harriman G, Feldmann M, Lipsky P. Infliximab (chimeric anti-tumour necrosis factor alpha monoclonal antibody) versus placebo in rheumatoid arthritis patients receiving concomitant methotrexate: a randomised phase III trial. ATTRACT Study Group. Lancet 1999; 354:1932-9.
8. Braun J, Brandt J, Listing J, Zink A, Alten R, Golder W, Gromnica-Ihle E, Kellner H, Krause A, Schneider M, Sorensen H, Zeidler H, Thriene W, Sieper J. Treatment of active ankylosing spondylitis with infliximab: a randomised controlled multicentre trial. Lancet 2002; 359:1187-93.
9. Mease PJ. Cytokine blockers in psoriatic arthritis. Ann Rheum Dis 2001; 60(3):37-40.
10. Keane J, Gershon S, Wise RP, Mirabile-Levens E, Kasznica J, Schwieterman WD, Siegel JN, Braun MM. Tuberculosis associated with infliximab, a tumor necrosis factor alpha-neutralizing agent. N Engl J Med 2001; 345:1098-104.





ΗΟΜΕPAGE