Το γάλα είναι το πρώτο πολυβιταμινούχο σκεύασμα που δίνουμε στα παιδιά (26/06/08)

<<< Προηγούμενη σελίδα

 

Αυτό ήταν ένα από τα συμπεράσματα της δορυφορικής ομιλίας με θέμα «Η χορήγηση συμπληρωμάτων διατροφής στην παιδική ηλικία, ωφέλιμη ή επιβλαβής;» κατά την διάρκεια του 46ου Πανελλήνιου Παιδιατρικού Συνεδρίου που πραγματοποιήθηκε στην Κέρκυρα, 13-15 Ιουνίου 2008 με τη συμμετοχή πάνω από 2.000 συνέδρων. Πράγματι, το γάλα 1ης και 2ης βρεφικής ηλικίας είναι το πρώτο πολυβιταμινούχο σκεύασμα, που δίνουμε στα παιδιά από τις πρώτες κιόλας ημέρες της ζωής τους,  τόνισε ο κος Νίκος Βουδούρης, Παιδίατρος, Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Παν. Αθηνών και Ειδικός Γραμματέας της Ελληνικής Παιδιατρικής Εταιρείας, αφού είναι εμπλουτισμένο με βιταμίνες και στοιχεία που είναι απαραίτητα για τη σωστή ανάπτυξη του μωρού. Το ερώτημα λοιπόν δεν είναι εάν η χορήγηση των συμπληρωμάτων διατροφής στην παιδική ηλικία είναι ωφέλιμη ή επιβλαβής, αλλά ποια παιδιά και πότε χρειάζονται πολυβιταμινούχο συμπλήρωμα διατροφής, συνέχισε ο κος Βουδούρης. Παρά την πολύ μεγάλη εκστρατεία ενημέρωσης για το ζήτημα της υγιεινής διατροφής των παιδιών σχολικής ηλικίας, ένα σημαντικό ποσοστό των παιδιών ίσως να μην διατρέφεται σύμφωνα με τις συστάσεις. Για τις αστοχίες διατροφής, δύο σοβαρές παράμετροι των ημερών μας θα πρέπει να ληφθούν υπ' όψιν: η αλλαγή του τρόπου διατροφής, αλλά και η αλλαγή της ίδιας της τροφής.
Πρόσφατη έρευνα[1] σε ότι αφορά στις συνήθειες διατροφής, επιβεβαιώνει την πιθανότητα ανεπαρκούς πρόσληψης των αναγκαίων θρεπτικών συστατικών. Η μελέτη έγινε σε 6728 'έφηβους καταγράφοντας συνήθειες που μπορεί να επηρεάζουν την ποιότητα σίτισης. έδειξε ότι το 12-15% εφήβων 15-18 ετών δεν πίνουν γάλα, το 45% των κοριτσιών και το 20% των αγοριών είχαν κάνει δίαιτα σε κάποια περίοδο της ζωής τους και ότι λιγότερο του 50% δεν είχαν φάει φρούτο την προηγουμένη ενώ μόνο το 15% είχαν φάει 5 μερίδες φρούτων την προηγούμενη ημέρα.
Οι ενδεχόμενες αστοχίες της διατροφής ενός σημερινού παιδιού σχολικής ηλικίας έχουν κυρίως την έννοια των υποκλινικών ελλείψεων, που αν και δεν συνεπάγονται άμεσες κλινικά διαπιστούμενες βλάβες, μπορεί να προδιαθέτουν στη μετέπειτα ανάπτυξη νοσημάτων κατά την ενήλικο ζωή.
Ένα άλλο πολύ σημαντικό ζήτημα στην παιδική ηλικία είναι αυτός της σχέσης μεταξύ διατροφής και σχολικών επιδόσεων. Συνεπώς, η έλλειψη μετάλλων και βιταμινών κατά τα πρώιμα στάδια της ζωής επιδρά αρνητικά στις νοητικές επιδόσεις των παιδιών σχολικής ηλικίας και των εφήβων. Η επαρκής διατροφή κατά τη σχολική ηλικία είναι σημαντική, αν όχι καθοριστική, για τις μετέπειτα σχολικές επιδόσεις.
Σύμφωνα με την Επιτροπή για τη Διατροφή της Αμερικανικής Ακαδημίας Παιδιατρικής (AAP), οι ομάδες που επίσημα διατρέχουν ιδιαίτερο διατροφικό κίνδυνο περιλαμβάνουν:
- Παιδιά και εφήβους από φτωχές οικογένειες.
- Παιδιά και εφήβους με ανορεξία, κακή ή ιδιότροπη όρεξη ή κακές διατροφικές συνήθειες.
- Ακόμη, παιδιά που βρίσκονται σε δίαιτα για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας.
- Έγκυες εφήβους.
- Παιδιά και έφηβοι που καταναλώνουν χορτοφαγικές δίαιτες.
- Παιδιά με σύνδρομα γαστρεντερικής δυσαπορρόφησης.
Επιπλέον, παιδιά σχολικής ηλικίας που είναι δυνητικά υποψήφια για πολυβιταμινούχο συμπλήρωμα διατροφής είναι παιδιά που διατρέφονται κυρίως με κρέας, παιδιά γονέων που οι ίδιοι δεν καταναλώνουν φρούτα, λαχανικά, γαλακτοκομικά, παιδιά που καταναλώνουν προϊόντα τύπου light και παιδιά με πολύ περιορισμένη ποικιλία στη διατροφή τους.
Η ανίχνευση των παραγόντων κινδύνου στο κάθε παιδί θα βοηθούσε πολύ στην απόφαση του παιδιάτρου για τη χορήγηση ή μη ενός πολυβιταμινούχου συμπληρώματος διατροφής. Οι παράγοντες κινδύνου μπορούν εύκολα να προσδιοριστούν από τον παιδίατρο, εφόσον εξετάσει προσεκτικά τις διατροφικές συνήθειες του παιδιού, μέσω της λήψης ενός ιστορικού διατροφής, αλλά και των γονέων του. Θα πρέπει να τονιστεί ότι η λήξη συμπληρωμάτων δε συνιστάται ως υποκατάστατο μιας πλήρους και ισορροπημένης διατροφής αλλά ταυτόχρονα δεν πρέπει και να χάνεται χρόνος μέχρι την αποτελεσματική εφαρμογή επιμορφωτικών και διαιτητικών μέτρων.
Μια τακτική αυτού του είδους δεν ενέχει κίνδυνους για την υγεία ενώ από την άλλη έχει μεγάλες πιθανότητες να ωφελήσει καίρια κάποιες μεταβολικές λειτουργίες του παιδιού, στο βαθμό που θα χρησιμοποιηθεί μόνο ό,τι ενδεχομένως λείπει. Ως «ιδανικό» πολυβιταμινούχο συμπλήρωμα διατροφής για παιδιά μπορεί να θεωρηθεί αυτό που: είναι ειδικά σχεδιασμένο για τις παιδικές ιδιαιτερότητες, έχει σύσταση με βάση τις επίσημες οδηγίες ημερήσιας πρόσληψης. θα πρέπει να προτιμώνται συμπληρώματα με χαμηλές δόσεις λιποδιαλυτών βιταμινών (Α,D,Ε,Κ) και τα οποία περιέχουν συστατικά που ενισχύουν την απορρόφηση ασβεστίου, όπως η Λυσίνη. Είναι σημαντικό, επίσης, στην συσκευασία τους να αναφέρεται η περιεκτικότητα κάθε συστατικού και η αγορά να γίνεται αποκλειστικά από το Φαρμακείο. Η συστηματική λήψη συμπληρωμάτων, ειδικά σχεδιασμένων για παιδιά, θα πρέπει σήμερα να συνιστάται, κατόπιν αξιολόγησης του κάθε παιδιού μεμονωμένα, ως τακτική για να μη χάνεται χρόνος μέχρι την αποτελεσματική εφαρμογή των κατάλληλων για αυτό διαιτητικών μέτρων. Η τακτική αυτή δεν ενέχει κινδύνους για την υγεία, ενώ έχει μεγάλες πιθανότητες να ωφελήσει.
Η θεραπεία με μεγάλες δόσεις βιταμινών ή «ορθομοριακή ιατρική», όπως αποκαλείται, κατά τις οποίες οι βιταμίνες χορηγούνται σε εξαιρετικά υψηλές δόσεις για καταστάσεις που ποικίλουν, από τη νοητική υστέρηση και την υπερκινητικότητα μέχρι τη δυσλεξία, δεν έχει καμία αποδεδειγμένη επιστημονική εγκυρότητα και μπορεί να ενέχει αρκετούς κινδύνους.

Bιβλιογραφία
1. Μόρτογλου Τ. και Μόρτογλου Κ. Διατροφή από το σήμερα στο αύριο 2002