<<< Προηγούμενη σελίδα

6-7 Ιoυνίoυ 2003, Μέγαρo Μoυσικής Αθηνών
2ο Πανελλήνιο Συνέδριο Φλεγμονωδών
Nοσημάτων του Eντέρου

EΠIMEΛEIA ANNA HΛΙΑΔOY, ιατρός, Αθήνα

Στο συνέδριο υπήρξε διεξοδική αναφορά σε όλες τις νεότερες εξελίξεις και προόδους σχετικά με τη διάγνωση, παθογένεια και θεραπευτική αντιμετώπιση των φλεγμονωδών νοσημάτων του εντέρου. Έλαβαν χώρα διαλέξεις, στρογγυλές τράπεζες και συζητήσεις ενδιαφερόντων περιστατικών, όπως επίσης ανακοινώσεις και πρωτότυπες εργασίες Ελλήνων ερευνητών, τονίζοντας και προβάλλοντας το σημαντικό, τόσο ερευνητικό όσο και κλινικό έργο που επιτελείται στη χώρα μας σε αυτόν τον τομέα.
Προσκεκλημένοι του συνεδρίου ήταν κορυφαίοι και καταξιωμένοι σε παγκόσμιο επίπεδο ξένοι ερευνητές, προκειμένου να καταθέσουν τη γνώση και την εμπειρία τους.

Τα φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου αποτελούν μία ειδική ομάδα νοσημάτων, με εντόπιση είτε μόνο στο παχύ έντερο, είτε τόσο στο λεπτό όσο και στο παχύ έντερο. Τα συνηθέστερα συμπτώματα είναι το κοιλιακό άλγος και οι διάρροιες (μπορεί αιματηρές), ενδεχομένως δε να συνοδεύονται από πυρετό, καταβολή, απώλεια βάρους και αδυναμία.
Η ελκώδης κολίτιδα, με προσβολή μόνο του παχέος εντέρου και η νόσος του Crohn, που μπορεί να προσβάλλει οποιοδήποτε τμήμα του πεπτικού σωλήνα, αποτελούν τους κύριους εκπροσώπους της κατηγορίας των φλεγμονωδών νοσημάτων του εντέρου. Εκτός από τον πεπτικό σωλήνα, τα νοσήματα αυτά μπορεί να προσβάλλουν και άλλα όργανα, τόσο του πεπτικού συστήματος (ήπαρ, χοληφόρα), όπως και οποιουδήποτε άλλου (αρθρώσεις, δέρμα, οφθαλμούς κ.ά.). Συμπτώματα δε, που δε συνδέονται άμεσα με το πεπτικό σύστημα, μερικές φορές μπορεί να οδηγήσουν στην αρχική διάγνωση της νόσου.
Τα νοσήματα αυτά, αν και λιγότερο γνωστά, δεν είναι σπάνια. Διάφορες επιδημιολογικές μελέτες έχουν δείξει ότι, κάθε χρόνο στη χώρα μας προσβάλλονται περίπου 15-20 άτομα ανά 100.000 κατοίκους, δηλαδή περίπου 1.500-2.000 άτομα κάθε χρόνο συνολικά.
Η πλειονότητα των περιπτώσεων εκδηλώνεται μεταξύ της δεύτερης και τέταρτης δεκαετίας της ζωής και με παρόμοια περίπου προσβολή και των δύο φύλων (άνδρες και γυναίκες). Ωστόσο, η αρχική τους διάγνωση μπορεί να γίνει σε κάθε ηλικία, από την παιδική μέχρι και τη γεροντική.
Έως και σήμερα, δεν υπάρχει αποτελεσματικός τρόπος πρόληψης, ούτε διαγνωστική μέθοδος που να προβλέπει την εμφάνιση των νόσων αυτών, λόγω του ότι το αίτιο ή τα αίτια που οδηγούν στην εμφάνισή τους παραμένουν άγνωστα. Είναι όμως πρακτικά βέβαιο ότι, υπεύθυνη για την εμφάνιση των ποικίλλων συμπτωμάτων των νοσημάτων αυτών είναι η ενεργοποίηση ποικίλλων ανοσολογικών μηχανισμών, ανεξάρτητα από τα γενεσιουργά αίτια.
Το νοσήματα αυτά είναι χρόνια, ακολουθώντας μία πορεία με εξάρσεις και υφέσεις. Μερικές από τις εξάρσεις τους μπορεί να είναι πολύ βαριές, σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις απειλητικές, ακόμη και για την ίδια τη ζωή του ασθενούς, ενώ μέχρι σήμερα δεν υπάρχει ειδική θεραπεία που να οδηγεί σε πλήρη ίαση.
Σχετικά σπάνια και συνήθως μετά από πολύχρονη πορεία, τα νοσήματα αυτά -κυρίως καλοήθη- μπορεί να εξελιχθούν σε κακοήθη, με εμφάνιση συνηθέστερα καρκίνου του παχέος εντέρου και πολύ σπανιότερα καρκίνου (ή λεμφώματος) του λεπτού εντέρου ή των χοληφόρων.
Τα διαθέσιμα θεραπευτικά μέσα είναι πολύ αποτελεσματικά στο να περιορίζουν σε ύφεση ακόμη και βαριές εξάρσεις των νοσημάτων αυτών, με αποτέλεσμα η μεγάλη πλειονότητα των ασθενών, σε συνάρτηση πάντα και με τη βαρύτητα της νόσου, να μπορεί να έχει μία φυσιολογική, ή σχεδόν φυσιολογική, κοινωνική και επαγγελματική ζωή, να έχει δε και σχεδόν φυσιολογική τεκνοποιία. Η θεραπευτική τους αντιμετώπιση είναι κυρίως φαρμακευτική, εκτός ορισμένων περιπτώσεων που ενδεχομένως να απαιτείται και χειρουργική αντιμετώπιση. Τα τελευταία χρόνια γίνεται μεγάλη ερευνητική προσπάθεια σε παγκόσμιο επίπεδο για τη δημιουργία αποτελεσματικότερων και ασφαλέστερων φαρμάκων, ορισμένα από τα οποία ήδη χρησιμοποιούνται με αρκετή επιτυχία και στη χώρα μας.
Αν και τα νοσήματα αυτά δεν χαρακτηρίζονται αυστηρά ως κληρονομικά, η μοριακή γενετική έχει δείξει ότι η παρουσία συγκεκριμένων παθολογικών γονιδίων προδιαθέτει για την εμφάνισή τους, θέτοντας έτσι τις βάσεις για ενδεχόμενη μελλοντική γονιδιακή θεραπεία, οπότε και για αποτελεσματική πρόληψη ή και πλήρη ίασή τους.



HOMEPAGE