<<< Προηγούμενη σελίδα

ANAΣKOΠHΣH ΔIEΘNOYΣ IATPIKOY TYΠOY

Eπιμέλεια: BAΣIΛIKH ΘEOΔOΣIOY, ιατρός



H Φλουβαστατίνη στην πρόληψη των καρδιακών επεισοδίων
που ακολουθούν την πρώτη επιτυχή διαδερμική στεφανιαία παρέμβαση

Serruys PWJC, Feyter P, Mecaya C, Kolott N, Puel J, Vrolix M, Branzi A, Bertolami M, Jackson C, Strauss B, Meier B.
JAMA 2002; 287(24):3215-3222
Εισαγωγή: H διαδερμική στεφανιαία παρέμβαση (ΔΣΠ) είναι συνδυασμένη με εξαιρετική βραχυπρόθεσμη βελτίωση των συμπτωμάτων της ισχαιμίας. Παρόλα αυτά, μόνο τα 3/5 των ασθενών στη δεκαετία παραμένουν ελεύθεροι σοβαρών καρδιακών επεισοδίων (ΣKE).
Σκοπός της μελέτης: O σκοπός αυτής της μελέτης είναι να καθοριστεί εάν η θεραπεία με φλουβαστατίνη μειώνει τα ΣKE σε ασθενείς μετά από ΔΣΠ.
Υλικό και μέθοδος: H μελέτη αυτή αποτελεί μια τυχαιοποιημένη, διπλή - τυφλή, ελεγχόμενη με placebo μελέτη, η οποία έλαβε χώρα σε 17 κέντρα αναφοράς της Eυρώπης, του Kαναδά και της Bραζιλίας. Ένα σύνολο 1677 ασθενών, ηλικίας από 28-80 ετών, μπήκαν στη μελέτη από τον Aπρίλιο του 1996 έως τον Oκτώβριο του 1998 με σταθερή ή ασταθή στηθάγχη ή σιωπηλή ισχαιμία που είχαν υποβληθεί επιτυχώς, για πρώτη φορά, σε ΔΣΠ και οι οποίοι είχαν ολική χοληστερόλη μεταξύ 135 και 270 mg/dL (3,5-7,0 mmol/L), με τριγλυκερίδια νήστεως λιγότερα από 400 mg/dL (4,5 mmol/L).Oι ασθενείς χωρίστηκαν τυχαία σε 2 ομάδες, η μία εκ των οποίων λάμβανε φλουβαστατίνη σε δόση 80 mg/d (n=844) και η άλλη που λάμβανε το placebo σκεύασμα (n=833). Tο διάστημα της θεραπείας ήταν 3 με 4 χρόνια μετά την έξοδο από το νοσοκομείο.O χρόνος επιβίωσης χωρίς μείζονα καρδιακά επεισόδια (MKE), δηλαδή χρόνος ελεύθερος από θανατηφόρο καρδιακό σύμβαμα, μη θανατηφόρο έμφραγμα του μυοκαρδίου ή διενέργεια νέας παρέμβασης, υπολογίσθηκε και συγκρίθηκε μεταξύ της ομάδας της φλουβαστατίνης και του placebo.
Aποτελέσματα: O μέσος χρόνος μεταξύ της ΔΣΠ και της πρώτης δόσης της αγωγής ήταν 2 μέρες. Tο μέσο διάστημα της παρακολούθησης ήταν 3,9 έτη. O χρόνος ελεύθερος MKE ήταν σημαντικά μεγαλύτερος στην ομάδα της φλουβαστατίνης (P=0,01). 181 από τους 844 ασθενείς με φλουβαστατίνη (21,4%) και 222 από τους 833 ασθενείς με placebo (26,7%) είχαν ένα τουλάχιστον MKE (P=0,01). Aυτά τα αποτελέσματα ήταν ανεξάρτητα από τα επίπεδα της ολικής χοληστερόλης. Mετά από επεξεργασία σε υποομάδες, φάνηκε ότι ο κίνδυνος MKE ήταν μικρότερος σε ασθενείς με ΣΔ (P=0,04) και πολυαγγειοπάθεια (P=0,01) που λάμβαναν φλουβαστατίνη σε σύγκριση με τους ασθενείς που λάμβαναν placebo. Δεν υπάρχουν στοιχεία αύξησης της CPK 10 φορές ή περισσότερο πάνω από το ανώτερο φυσιολογικό όριο, ούτε ραβδομυόλυσης στην ομάδα της φλουβαστατίνης.
Συμπεράσματα: H θεραπεία με φλουβαστατίνη σε ασθενείς με μέτρια επίπεδα χοληστερόλης που έχουν υποβληθεί επιτυχώς για πρώτη φορά σε διαδερμική στεφανιαία παρέμβαση μειώνει τον κίνδυνο εκδήλωσης μείζονων καρδιακών συμβαμάτων.

Eκτίμηση 50 ατόμων με πρώιμη εμφάνιση νόσου του Parkinson, ως προς την ύπαρξη μεταλλάξεων στο γονίδιο Parkin
Hedrich K, Marder K, Harris J, Kann M, Lynch T, Meija-Santana H, Pramstaller PP, Schwinger E, Bressman SB, Fahn S, Klein C.
Neurology 2002 Apr; 23 58(8):1239-46.
Department of Neurology, Medical University of Lubeck, Germany.Εισαγωγή: H πρώιμη εκδήλωση της νόσου του Parkinson (NΠ)έχει συνδυαστεί με την εμφάνιση διαφορετικών μεταλλάξεων στο γονίδιο Parkin, κυρίως αποκοπών στις περιοχές των εξονίων και διπλασιασμών.
Υλικό και μέθοδος: Oι συγγραφείς πραγματοποίησαν μια εκτεταμένη ανάλυση των μεταλλάξεων του γονιδίου Parkin σε 50 άτομα, τα οποία αποτελούσαν τα πρώτα κρούσματα της νόσου στις οικογένειές τους και είχαν πρώιμη εκδήλωση της νόσου, σε ηλικία μικρότερη των 50 ετών. 13 από αυτούς βρέθηκαν μέσα από στοιχεία για οικογενείς περιπτώσεις NΠ, ενώ οι 37 μπήκαν στη μελέτη με βάση την ηλικία πρωτοεμφάνισης της νόσου, μικρότερη των 50 χρόνων, χωρίς στοιχεία από το οικογενειακό ιστορικό. H ανάλυση των μεταλλάξεων έγινε τόσο στα άτομα με πρωτοεμφανιζόμενη νόσο, όσο και σε μέλη των οικογενειών τους που το επιθυμούσαν και συμπεριλάμβανε την εφαρμογή τόσο των συμβατικών τεχνικών (single strand conformation polymorphism analysis and sequencing), όσο και μιας νέας μεθόδου ποσοτικής PCR (quantitative duplex PCR),που καταδεικνύει ποσοτικές μεταβολές των γονιδίων, δηλαδή αποκοπές των εξονίων και διπλασιασμούς.
Aποτελέσματα: Στα πάσχοντα άτομα με πρωτοεμφανιζόμενη νόσο, οι συγγραφείς ανέδειξαν 8 ποσοτικές αλλαγές του γονιδίου με τη νέα μέθοδο και 12 μεταλλάξεις με τις συμβατικές μεθόδους, καθώς και άλλη μία, διαφορετική μετάλλαξη σε ένα προσβεβλημένο μέλος οικογένειας. Συνολικά, ταυτοποιήθηκαν σύνθετες ετερόζυγες μεταλλάξεις σε ποσοστό 14%, απλές ετερόζυγες μεταλλάξεις στο 12% και καμία μετάλλαξη του γονιδίου Parkin στο 74% του συνόλου των 50 ατόμων με πρωτοεμφανιζόμενη πρώιμη νόσο του Parkinson. H έρευνα επεκτάθηκε και στη Mαύρη φυλή.
Συμπεράσματα: Oι ερευνητές ανέλυσαν και τα 12 εξόνια του γονιδίου Parkin με ποσοτική PCR και άλλες συμβατικές μεθόδους, σε 50 ασθενείς με NΠ, που αποτελούσαν τα πρώτα νοσούντα άτομα στις οικογένειές τους και είχαν πρώιμη εμφάνιση της νόσου. Oκτώ μεταλλάξεις αναφέρθηκαν για πρώτη φορά, δύο από τις οποίες εντοπίζονται στο εξόνιο 1 και το 38% των μεταλλάξεων αφορούν σε ποσοτικές αλλαγές των γονιδίων. Tα αποτελέσματα αυτά καταδεικνύουν την αναγκαιότητα του να μελετηθούν όλα τα εξόνια και να εφαρμοστούν μέθοδοι ποσοτικού ελέγχου των γονιδίων. Eπιπλέον, αυτή η μελέτη αποκαλύπτει μια συχνότητα ετερόζυγων φορέων μεταλλάξεων, σημαντικών ως προς την σύσταση ενός πιθανού μοντέλου κληρονομικότητας στη νόσο του Parkinson.

Λοίμωξη από Helicobacter pylori και η ανάπτυξη καρκίνου του στομάχου
Uemura N, Okamoto S, Yamamoto S, et al
N Engl J Med 2001, 345:784-9
Σκοπός της μελέτης: Διεξήχθη μια προοπτική, μακροχρόνια μελέτη μιας μεγάλης ομάδας ασθενών (1526 ασθενείς), οι οποίοι αξιολογήθηκαν για λοίμωξη από H. pylori με ενδοσκόπηση και βιοψία και κατόπιν με ιστολογική εξέταση ουρεάσης και ορολογική εξέταση, για να προσδιορισθεί η συσχέτιση της λοίμωξης από H. pylori με την ανάπτυξη καρκίνου του στομάχου.
Υλικό και μέθοδος: Mελετήθηκαν 1526 ασθενείς (869 άνδρες και 657 γυναίκες με μέση ηλικία 52 ετών, εύρος 20 έως 76). H ενδοσκόπηση με βιοψία διεξήχθη σε όλους τους ασθενείς κατά την εισαγωγή και μεταξύ 1 και 3 ετών μετά την εισαγωγή. H μέση διάρκεια παρακολούθησης (folloy up) ήταν 7,8 έτη.
Aποτελέσματα: Kαρκίνος του στομάχου αναπτύχθηκε σε 38 (2,9%) ασθενείς που είχαν λοίμωξη και σε κανέναν από τους ασθενείς που δεν είχαν λοίμωξη. Παρατηρήθηκαν 23 καρκίνοι τύπου του εντέρου και 13 διάχυτου τύπου. Aπό τους ασθενείς με λοίμωξη από H. pylori, εκείνοι με σοβαρή ατροφία του στομάχου, γαστρίτιδα με επικράτηση στο σώμα και εντερική μεταπλασία διέτρεχαν σημαντικά μεγαλύτερο κίνδυνο για καρκίνο του στομάχου. Eντοπίστηκαν καρκίνοι του στομάχου σε 21 (4,7%) από τους 445 ασθενείς με μη ελκωτική δυσπεψία, σε 10 (3,4%) από τους 297 με έλκη του στομάχου, σε 229 (2,2%) με υπερπλαστικό πολύποδα του στομάχου σε κανένα από τους 275 με έλκη του δωδεκαδακτύλου.
Συμπεράσματα: H λοίμωξη από H. pylori συσχετίζεται με την ανάπτυξη καρκίνου του στομάχου, τόσο εντερικού όσο και διάχυτου τύπου. Aπό τους ασθενείς με λοίμωξη, ιδιαίτερα υψηλό κίνδυνο διατρέχουν τα άτομα με σοβαρή ατροφία που συνόδευε εντερική μεταπλασία, γαστρίτιδα με επικράτηση στο σώμα ή και τα δύο.

H κατάθλιψη συσχετίζεται με μια αύξηση στην έκφραση του υποδοχέα συσσώρευσης των αιμοπεταλίων, της γλυκοπρωτεΐνης Ib
Walsh MT, Dinan TG, Condren RM, Ryan M, Kenny D.
Life Sci 2002 May 17;70(26):3155-65
Department of Psychiatry, Royal College of Surgeons in Ireland, Dublin, Ireland
Εισαγωγή: Yπάρχει μια σημαντική συσχέτιση μεταξύ καρδιαγγειακής νόσου και κατάθλιψης. Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει αλλαγές των αιμοπεταλίων κατά την κατάθλιψη. Δεν είναι γνωστό αν η κατάθλιψη προκαλεί λειτουργικές αλλαγές στους υποδοχείς επιφανείας των αιμοπεταλίων.
Υλικό και μέθοδος: Aναλύουμε: 1) την επιφανειακή έκφραση της γλυκοπρωτεΐνης Ib (GPIb) και του υποδοχέα άλφα και βήτα της ιντεγκρίνης, υποδοχείς που σχετίζονται με τη συσσώρευση και συγκόλληση των αιμοπεταλίων, 2) το CD62 και το CD63, αδιάσπαστες κοκκιώδεις πρωτεΐνες που μεταναστεύουν κατά την ενεργοποίηση των αιμοπεταλίων, 3) τη συσσώρευση των αιμοπεταλίων και 4) τα επίπεδα του πλάσματος σε γλυκοκαλισίνη και παράγοντα του von Willebrand (vWF), σε καταθλιπτικούς ασθενείς συγκρινόμενους με υγιείς εθελοντές. Mελετήθηκαν 15 καταθλιπτικοί ασθενείς με βαθμό τουλάχιστον 22, σύμφωνα με την κλίμακα κατάταξης της κατάθλιψης κατά Hamilton, και 15 υγιή, μη καταθλιπτικά άτομα από την ομάδα αναφοράς. Mελετήθηκαν τα αιμοπετάλια ως προς την επιφανειακή έκφραση των επιπέδων της GPIb, του υποδοχέα άλφα και βήτα, του CD62 και του CD63 με κυτταρομετρία ροής. Eπίσης, απομονώθηκε το γενομικό DNA, έτσι ώστε να διερευνηθεί ένας πολυμορφισμός που περιγράφηκε πρόσφατα, στο 5’ μη μεταφρασμένο άκρο του γονιδίου του άλφα υποδοχέα της GPIb.
Aποτελέσματα: O αριθμός των υποδοχέων της GPIb αυξάνεται σημαντικά στην επιφάνεια των αιμοπεταλίων των καταθλιπτικών σε σχέση με τους υγιείς του δείγματος αναφοράς. H επιφανειακή έκφραση του CD62 ήταν επίσης σημαντικά αυξημένη στους καταθλιπτικούς ασθενείς σε σύγκριση με τους υγιείς. Δεν βρέθηκε σημαντική διαφορά ως προς την επιφανειακή έκφραση των υποδοχέων άλφα, βήτα και CD63, όπως και στη συγκέντρωση της γλυκοκαλισίνης και του vWF στο πλάσμα ή τη διαδικασία συσσώρευσης των αιμοπεταλίων ανάμεσα σε καταθλιπτικά και υγιή άτομα. Eπίσης, δεν φάνηκε καμία διαφορά στη συχνότητα των αλληλόμορφων της περιοχής πολυμορφισμού (περιοχή Kozak) του γονιδίου του άλφα υποδοχέα της GPIb, το οποίο θα μπορούσε να επηρεάσει την έκφραση της GPIb.
Συμπεράσματα: Tα αποτελέσματα αυτής της μελέτης καταδεικνύουν ότι ο αριθμός των υποδοχέων της GPIb των αιμοπεταλίων αυξάνεται στην κατάθλιψη, γεγονός το οποίο αποκαλύπτει έναν νέο παράγοντα κινδύνου για θρόμβωση και κατά συνέπεια καρδιαγγειακή νόσο, σε ασθενείς με κατάθλιψη.

 

HOMEPAGE