<<< Προηγούμενη σελίδα

ΜΕΤΑΞΥ ΜΑΣ...

"Γρίπη" στο Γαλάτσι

Δ. Ζουμπουλάκης
Υποβλήθηκε: 20/7/05

Δεν θυμάμαι που το είχα διαβάσει, "ελεύθερος άνθρωπος είναι ο οικονομικά ελεύθερος". Στην ηλικία της έπαρσης και των γνήσιων ή "ψευδο-διλημμάτων", όμως, κάτι τέτοιο φαίνεται προκλητικό και ανήθικο: και τα ιδανικά, ο σκοπός της ζωής, η βελτίωση της κοινωνίας από τη μιζέρια; Όλα είναι μάταια.
Κι όμως!! Παρ' όλες τις υποτροφίες στην Εσπερία, τις σπουδές, τις τιμητικές διακρίσεις και τις ποικίλες υποσχέσεις, όταν επέστρεψα στην Ελλάδα, έπρεπε να επιβιώσω. Τα τιμητικά χαρτιά και το πλούσιο curriculum vitae (τι λατινική έκφραση κι αυτή!) από μόνα τους, τουλάχιστον ως προς το κομμάτι που με αφορούσε, δεν μου εξασφάλισαν ούτε στοιχειωδώς την οικονομική ελευθερία. Απευθύνθηκα όπως ήταν φυσικό πρώτα στο χώρο απ' όπου προερχόμουν, είχα δουλέψει και όπου οι υποσχέσεις ...έρρεαν αφειδώς. Όχι μόνο όταν βρισκόμουν στην Ελλάδα, αλλά και στη Γερμανία. Δεν έχω ξεχάσει το συνέδριο για τη φυματίωση στο Freiburg. Εκεί έπρεπε να μεταφράσω στα γερμανικά την εισήγηση του Καθηγητή μου. Ξυπνούσα, λοιπόν, από τα χαράματα για να προλάβω. Το κείμενο έπρεπε να είναι έτοιμο την κατάλληλη στιγμή.
Τότε μέσα στον ενθουσιασμό και τη "συγκίνηση" της αναγνώρισης των προσπαθειών οι υποσχέσεις για τη μελλοντική αποκατάσταση στη χώρα μου σε κάθε ευκαιρία ήσαν ... απεριόριστες. Νέος εγώ, όχι μόνο τις πίστεψα, αλλά ήταν και ο μοναδικός σκοπός. Να φανώ αντάξιος των προσδοκιών των "ανωτέρων"!!
Κατά την επιστροφή μου λοιπόν, περιχαρής, κτυπώ την πόρτα του Καθηγητή. Ήθελα με υπερηφάνεια να του αναγγείλω την παρουσία μου και να συζητήσουμε, όπως ήλπιζα, τα της μελλοντικής θέσης μου. Η πρώτη εντύπωση: χλιαρό, αδιόρατο, συγκαταβατικό χαμόγελο, τυπική χειραψία, αίσθηση υπεραπασχόλησης και κάποιας "όχλησης". Μου πρότεινε να καθίσω σε ένα από τα δύο ελεύθερα καθίσματα και αφού ξεφύλλισε κάτι χαρτιά μου λέει: "Σε ακούω".
Το τέλος της συζήτησης έχει αξία. "Δυστυχώς, αυτή τη στιγμή για σένα δέν υπάρχει έμμισθη, ελεύθερη θέση στο Νοσοκομείο. Προσπάθησε να βρεις κάπου αλλού κάποια αποσχόληση. Για λόγους σκοπιμότητας η υπάρχουσα - θέση - πρέπει να δοθεί στον κ. Πα. Σε συμβουλεύω να ανοίξεις εν τω μεταξύ ιατρείο για να μην χάνεις τον καιρό σου".
Πόση αντοχή μπορεί να δείξει κάποιος, όταν μάλιστα είναι άπειρος και με σχετικά λίγες και ανώδυνες απογοητεύσεις, στη ματαίωση των προσδοκιών; Με κατεβασμένο το κεφάλι είπα ένα θλιμμένο "ευχαριστώ", έκλεισα την πόρτα του γραφείου και έφυγα. Έπρεπε αλλού να βρω αυτό που επιθυμούσα.
Θα μπορούσα να είχα προβλέψει αυτή την εξέλιξη; Στα διαλείμματα, θυμάμαι, των πανεπιστημιακών μαθημάτων, άκουγα τον "ευπατρίδη" καθηγητή Ν.Λ. να τονίζει σε μικρές ομάδες φοιτητών: ο φοιτητής ιατρικής και ο μελλοντικός γιατρός πρέπει να έχουν οικονομική άνεση. Να μπορούν ελεύθερα χωρίς τη φθορά των δυσκολιών της καθημερινότητας να αφοσιωθούν στις σπουδές τους. Τον άκουγα με "αρνητική" διάθεση. ¶ρα έπρεπε να σπουδάζουν ιατρική μόνο όσοι είχαν χρήματα;
Ο καθηγητής αυτός και μερικοί άλλοι συνάδελφοί του ήσαν γόνοι παλαιών οικογενειών, με μεγάλη οικονομική επιφάνεια. Όλοι είχαν σπουδάσει στο εξωτερικό, και έδιναν την εντύπωση, τότε σε μένα τουλάχιστον, ότι ανήκαν σε άλλου είδους ανθρώπινες ομάδες. Να ομολογήσω ότι όταν κι εγώ ήρθα αντιμέτωπος με τις μετέπειτα δυσκολίες, τον θυμήθηκα; Αναλογίζομαι: για τον σημερινό χωρίς οικονομική άνεση υποψήφιο επαγγελματία γιατρό και μόνο η σκέψη για τη μελλοντική επιβίωσή του θα πρέπει να είναι σκέτος εφιάλτης.
Παρ' όλη την απογοήτευση λοιπόν έμαθα ότι ζητούσαν παιδιάτρους στη ΣΕΚ (που έγινε ΣΠΑΠ και μετά ΟΣΕ). Έκανα, λοιπόν, με έναν αγαπητό συνάδελφο αίτηση να προσληφθώ εκεί. Σε δύο μήνες ήλθε η γραπτή απάντηση. Μας είχαν δεχτεί. Έτσι άρχισε η παράλληλη "πορεία" μου μεταξύ του πανεπιστημίου και των τραίνων. Θα πρέπει εδώ να αναγνωρίσω ότι ο καθηγητής μού πρότεινε, αν ήθελα, να παραμείνω στο Νοσοκομείο λόγω εμπειρίας ως συνεργάτης του υπευθύνου του Τμήματος των Λοιμωδών Νόσων. Να προσφέρω τις υπηρεσίες μου, αμισθί βεβαίως. Το δέχτηκα! Σήμερα, μετά την πάροδο τόσων χρόνων, "νηφάλια", νοιώθω ότι δεν έχω μετανοιώσει γι' αυτή την εξέλιξη.
Με περισσότερη ελευθερία, μακριά από τα γρανάζια του πανεπιστημιακού εγκλεισμού και των ποικίλων ανταγωνιστικών υποδαυλίσεων, ασχολήθηκα χωρίς περιορισμούς με το κομμάτι της Παιδιατρικής που περισσότερο αγάπησα: το άρρωστο παιδί!!
Προφανώς οι βαρύγδουποι πανεπιστημιακοί τίτλοι, με επιστημονικά ή διακοσμητικά κριτήρια δεν μου ταίριαζαν - (ή δεν μου άξιζαν). Αργότερα τοποθετήθηκα στη Σχολιατρική Υπηρεσία του Υπουργείου Υγείας από όπου και συνταξιοδοτήθηκα.
Χειμερινοί μήνες, τα σχολεία ανοιχτά. Οι "κοινές" λοιμώξεις στα παιδιά από το αναπνευστικό σύστημα με τη "συνοπτική" ονομασία γρίπες σε ημερήσια ανησυχία.
Η λέξη "γρίπη" "ετυμολογικά" (σύμφωνα με το λεξικό) προέρχεται από τα γοτθικά: "gripan" που σημαίνει αρπάζω. Στα γερμανικά (greifen), στα γαλλικά (gripper) και στα αγγλικά (gripe) έχει όπως και στα γοτθικά την ίδια σημασία: Αρπάζω απότομα. Και εμείς μεταχειριζόμαστε την έκφραση "την άρπαξε" (κρυολόγησε). Οι επιδημίες γρίπης ήταν ήδη γνωστές από το Μεσαίωνα. Την ονόμασαν το 14ο αιώνα και influenza. Υπήρξε η πεποίθηση ότι η νόσος οφειλόταν στην επίδραση = influenza, που είχαν τα άστρα (οι πλανήτες και οι απλανείς αστέρες) στον άνθρωπο.
Στην επιδημία του 1287 την παραλλήλιζαν πολλοί με τον "Πολωνικόν Πλόκαμον" (Plica polonica). Πίστευαν ότι η μετάδοση γινόταν από τα ρυπαρά και ακτένιστα μαλλιά των Πολωνο-Εβραίων. Τα τελευταία 100 χρόνια οι περισσότερες επιδημίες γρίπης ξεκίνησαν "εξ' Ανατολών". Ανάλογα με την προέλευσή τους, μάλιστα, πήραν και τις αντίστοιχες ονομασίες: Ρωσική, Ασιατική, Ισπανική. Κατά την επιδημία της ισπανικής γρίπης, σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Newman, νόσησαν μέσα σε 3 μήνες (1918) 500 εκατομ. άνθρωποι και πέθαναν 22 εκατομ. Σε κάποια χρονική περίοδο πίστευαν - όπως αποδείχθηκε εσφαλμένα - ότι το αίτιο της γρίπης ήταν ο αιμόφιλος της Influenza (Pfeiffer). Όταν το 1933 απομονώθηκε ο ιός της γρίπης - τύπου Α (από τους Smith, Andrewes και Landeay) επιβεβαιώθηκε η ιογενής προέλευση της νόσου. Οι ερευνητές αυτοί κατόρθωσαν να μεταδώσουν τη γρίπη σε ίκτιδα (είδος νυφίτσας) από το ρινoφαρυγγικό έκκριμα πάσχοντος. Αργότερα (1993) απομονώνεται ο ιός Β από τους Francis και Von Kagill και ο ιός C από τον Taylor (1949). Μεγάλες επιδημίες προκαλεί κατεξοχήν ο ιός Α, ενώ ο τύπος Β προσβάλλει κυρίως τα παιδιά.
Τουναντίον οι συνήθεις λοιμώξεις των χειμερινών μηνών σπάνια οφείλονται σε έναν από τους τύπους του "γνωστού" ιού της γρίππης. Τα συνηθέστερα αίτια είναι οι ιοί της παραγρίππης, οι ρινοϊοί, οι αδενοϊοί, το μυκόπλασμα κ.λπ. Αλλά και σε έναν από τους τύπους του γνήσιου ιού της γρίπης να οφείλονται, σπάνια το νόσημα (γρίπη) προκαλεί σε φυσιολογικό παιδί, χωρίς παθολογικό υπόστρωμα, επιπλοκές. Η πρόγνωση είναι γενικά καλή και η θεραπεία απλά συμπτωματική.
Πώς όμως να πεισθεί ο γονιός ότι οι "υποχρεωτικές" αυτές χειμερινές λοιμώξεις (τα κοινά κρυολογήματα) είναι κάτι το συνηθισμένο; Και πώς να τους ενθαρρύνει κάποιος επαναλαμβάνοντας την κινέζικη ρήση ότι "όσο πιο συχνά αρρωσταίνει το μικρό παιδί με απλές λοιμώξεις τόσο πιο πολλά χρόνια θα ζήσει;" Έτσι κάθε υψηλός πυρετός το χειμώνα, επίμονος ξηρός βήχας με ή χωρίς "βράγχος" φωνής, δυσκαταποσία και σχετική κακουχία, θορυβεί και όχι σπάνια πανικοβάλλει τους γονείς. Κάτι που επιτείνεται με την "ευγενική αρωγή" των μέσων μαζικής ενημέρωσης και των αυτοδιαφημιζόμενων αυτοσχέδιων ειδικών στα θέματα υγείας. Αποτέλεσμα: να δημιουργούνται αναστατώσεις, ακόμη και κλείσιμο σχολείων ή βρεφονηπιακών σταθμών. Να "απαιτούνται" απολυμάνσεις και φάρμακα, κυρίως αντιβιοτικά, ή εμβολιασμοί σε δικαίους και αδίκους.
Σε μια τέτοια "ατμόσφαιρα" συνέβη και το περιστατικό στο οποίο θα αναφερθούμε στη συνέχεια: Δούλευα στο ιατρείο του κεντρικού κτιρίου του οργανισμού ΣΠΑΠ. Μετά το τέλος του εξεταστικού ωραρίου έπρεπε να κάνω κατ' οίκον επισκέψεις στα άρρωστα παιδιά που δεν μπορούσαν να μετακινηθούν μέχρι τα κεντρικά ιατρεία. Στον κατάλογο ήταν κι ένα αγόρι με υψηλό πυρετό και έντονη "καταβολή" σύμφωνα με τα τηλεφωνήματα, που έμενε στο Γαλάτσι. Το Γαλάτσι, της παλαιότερης εποχής, με πολλούς χωματόδρομους και στενές αδιέξοδες ανηφορικές διαβάσεις. Χωρίς τις σημερινές λεωφόρους και ασφαλτοστρώσεις του μεγάλου αυτού Δήμου. Και για να προσθέσω μερικά "ψήγματα" γνώσεων, πληροφορούμαι από το ωραίο βιβλίο "Τοπωνύμια κ.λπ." του Γιάννη Καιροφύλλα ότι η λέξη Γαλάτσι είναι μεσαιωνική ονομασία. Προέκυψε από τα κτήματα της αθηναϊκής οικογένειας Γαλάκη, που το πρόφεραν Γαλάτσι. Στις αρχές του 1900 μάλιστα, η βασιλική οικογένεια οργάνωνε εκεί το κυνήγι της ...αλεπούς. Στη δεκαετία του '20 σύμφωνα με τους τότε τουριστικούς οδηγούς είχε 319 μόνιμους κατοίκους.
Φθάνω κάποια στιγμή, κατά το μεσημέρι, αγκομαχώντας με τον πρώτο μου Σκαραβαίο (Volks - Wagen) στο χώρο του ...τηλεφωνήματος. Βρίσκω ένα χαμόσπιτο, όπου η γύρω έκταση ήταν γεμάτη χώματα και πεύκα. Συναντώ μια έκπληκτη ευτραφή κυρία με μια πολύχρωμη μαντίλα στο κεφάλι. "Δεν σε περίμενα τόσο γρήγορα" μου λέει και στον ενικό. "Παρακαλώ που είναι ο άρρωστος να τον εξετάσω;" Κάπως ξαφνιασμένη και αμήχανη μου απαντά: "Περίμενε μια στιγμή. Τρέχω να τον φωνάξω. Θα είναι κάπου 'δω γύρω και θα παίζει". Μετά από μερικά λεπτά αναμονής παρουσιάζεται ο επτάχρονος "άρρωστος" - που ήθελε οίκοι εξυπηρέτηση - αλαφιασμένος, σκονισμένος και καταϊδρωμένος. Με εμφανή τη δυσαρέσκειά μου της λέω: "Αφού "κυρία" μου (τονισμένο) το παιδί σας δεν ήταν τόσο βαριά, δεν μπορούσατε να το φέρετε στο ιατρείο της Υπηρεσίας;" Απάντηση: "Με τόσα "μπικουτί" στο κεφάλι, γιατρέ μου, πώς μπορούσα να μετακινηθώ;"
Tι θα κάνατε παρακαλώ στη θέση μου; Γνωρίζω: ο γιατρός πρέπει να είναι υπομονετικός, υπόδειγμα, να παραβλέπει, να συμπονά και να αγαπά. Υπάρχει και ο "περιβόητος" Όρκος του Ιπποκράτη!! Πώς να τηρήσει, όμως, κάποιος αυτόν τον όρκο όταν έχει να κάνει με "τέτοιους" ανθρώπους; To εξέτασα βέβαια το παιδί, έδωσα τις "κατά τη γνώμη μου, ανώφελες οδηγίες" και τα... φάρμακα, όμως την άλλη ημέρα υπέβαλα στην Υπηρεσία την παραίτησή μου. Δεν μπορούσα μετά τόσες σπουδές, τόσες εργασίες, ακόμα και ...επαίνους να υφίσταμαι τέτοιους εξευτελισμούς.
Η παραίτηση δεν έγινε δεκτή και συνέχιζα να εργάζομαι στα ...τραίνα. Με τον καιρό κι αυτό το βίωμα έγινε ανέκδοτο που σήμερα το θυμάμαι μάλλον με συγκατάβαση. Φαίνεται, όμως, ότι γενικά όσο περνούν τα χρόνια η μνήμη γίνεται όλο και πιο … γενναιόδωρη. Τις πίκρες και τις απογοητεύσεις τις ελαχιστοποιεί. Όχι σπάνια τις δικαιολογεί και τις συγχωρεί. Δεν λένε ότι ο σκοπός της σύντομης ζωής μας πρέπει να είναι η προσφορά αγάπης χωρίς ανταλλάγματα;

 

 

ΗΟΜΕPAGE